BUY NOW

Support independent publishing: Buy this book on Lulu.

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2020

GREEK INFLUENCE ON BUDDHIST SHRINES

 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΡΡΟΗ ΣΕ ΒΟΥΔΙΣΤΙΚΑ ΙΕΡΑ

Τα Βουδιστικά ιερά (στούπες) αναφέρεται ότι ήταν αρχικώς εξαιρετικά ολιγάριθμοι τυμβοειδείς σωροί χώματος πάνω από λείψανα του Βούδα, ο δε πολλαπλασιασμός τους και, μάλιστα, η έναρξη κατασκευής τους με πέτρα[1] ή στον βράχο φαίνεται ότι έλαβε χώραν με πρωτοβουλία του Ashoka,[2] και με την παρέμβαση του Έλληνα (Yavana) Dharmarakshita[2a1] και – πάντως - μετά την Ελληνική εισβολή και την δημιουργία του πρώτου ενιαίου Ινδικού κράτους. Σε καάθε περίπτωση οι στούπες της Gandhara θεωρούνται ως ένας συνδυασμός της Ελληνιστικής και της Ινδικής παραδόσεως.[2a2] (Pant, 71)Αξίζει άλλωστε να υπογραμμιστεί ότι η ανάπτυξη του Βουδισμού και η διάδοσή του σε ευρύτερα στρώματα έλαβε επίσης χώραν μετά την Αλεξανδρινή εκστρατεία, την αποκατάσταση επαφών μεταξύ Ελλήνων – Ινδών και την ανάπτυξη του διά θαλάσσης εμπορίου, ενώ και η λεγόμενη δεύτερη αστικοποίηση της Ινδικής,[3] ούσα μάλιστα εντοπισμένη συχνά σε εμπορικά κέντρα, εντατικοποιήθηκε περίπου την αυτή περίοδο. Η ίδια η εμφάνιση της γραφής (Kharosthi) και η καθιέρωση της εγγράμματης γνώσεως στην ιστορική υποήπειρο πραγματοποιήθηκε την αυτή περίοδο![4] Δεδομένου ότι η Ινδική αρχιτεκτονική χρησιμοποιούσε μέχρι τότε ως δομικό υλικό κατά βάσιν το ξύλο, είναι προφανές ότι η κατασκευή των Βουδιστικών ιερών παρέλαβε πρότυπα από την Ελληνική (ή και Ελληνο – Ρωμαϊκή) τέχνη καθώς και από την Περσική.

Στούπα με τον δικέφαλο αετό (Τάξιλα, 30 π.Χ. - 80 μ.Χ.)

Η στούπα Butkara είναι μια σημαντική βουδιστική στούπα κοντά στην Mingora, στην περιοχή Swat (σύγχρονο Πακιστάν). Εκτιμάται ότι κτίστηκε από τον αυτοκράτορα Ashoka των Μαυρύα, αλλά γενικά χρονολογείται λίγο αργότερα στον 2ο αιώνα π.Χ. Η στούπα μεγεθύνθηκε πέντε φορές κατά την διάρκεια των επoμένων αιώνων, κάθε φορά χτίζοντας και περικλείοντας την προηγούμενη κατασκευή.[4a1]
Η στούπα Butkara ανασκάφηκε από μια ιταλική αποστολή, με επικεφαλής τον αρχαιολόγο Domenico Faccenna από το 1956, για να διευκρινιστούν τα διάφορα στάδια της κατασκευής και των διευρύνσεων. Η ανασκαφική αποστολή υπό τον Domenico Faccenna διαπίστωσε ότι η στούπα 'μνημειοποιήθηκε'[4a2] με την προσθήκη ελληνιστικών αρχιτεκτονικών διακοσμήσεων κατά τον 2ο αιώνα π.Χ., υποδηλώνοντας την άμεση ανάμειξη των Ινδο-Ελλήνων, ηγεμόνων της ΒΔ Ινδίας κατά την περίοδο εκείνη, στην ανάπτυξη της ελληνοβουδιστικής αρχιτεκτονικής. Βρέθηκε ένα ινδοκορινθιακό κιονόκρανο που αντιπροσωπεύει έναν βουδιστή θιασώτη μέσα στο φύλλωμα, το οποίο είχε μια λειψανοθήκη και νομίσματα του Άζη (Azes) II θαμμένα στη βάση του, χρονολογώντας με ασφάλεια το γλυπτό πριν από το 20 π.Χ. Σύγχρονες θεωρούνται και οι κοντινές ελληνιστικές οχυρώσεις του Barikot.[4a3] 
Τα παλαιότερα στρώματα πυρήνα (GSt 1) αποκάλυψαν ένα νόμισμα του Chandragupta Maurya και ως εκ τούτου χρονολογείται στην περίοδο Ashokan. Ένα νόμισμα του Μενάνδρου Α' βρέθηκε στο δεύτερο αρχαιότερο στρώμα (GSt 2). Ένα νόμισμα του Azes II βρέθηκε κάτω από μια πλίνθο του τρίτου στρώματος (GSt 3), το οποίο επομένως χρονολογείται στα τέλη του 1ου αιώνα π.Χ. ή στις αρχές του 1ου αιώνα μ.Χ. Το 4ο στρώμα (GSt 4) περιείχε όψιμα νομίσματα του Azes II και νομίσματα του Κοσσάνου Kujula Kadphises.

Έτσι τα Βουδιστικά ιερά υιοθέτησαν την χρήση κιόνων, συχνά μάλιστα του Κορινθιακού τύπου ή και της Περσεπόλεως, καθώς και άλλα στοιχεία όπως τα αετώματα,[5] τους βραχίονες,[6] το γείσο, το ανθέμιο, τα τόξα και την τοξωτή πρόσοψη,[7] το οκτάγωνο,[8] τις εσοχές,[9] τις στεφάνους και, τους τρίτωνες[10] και πολλά άλλα. 

Στέφανος από την Butkara I

Είναι χαρακτηριστική εν προκειμένω η άποψη του Faccenna για την ελληνο-ρωμαϊκής εμπνεύσεως αρχιτεκτονική διακόσμηση των στουπών από την ύστερη Ινδο - Σακική περίοδο (περ. 20 μ.Χ.) στο Swat (Πακιστάν):[10a1] 
'o Κορινθιακός ρυθμός απαντάται σε κίονες, υπέρθυρα με δύο όψεις, ζωφόρους με θέματα ζώων και φυτών, κυμάτια, μορφοποιημένα γείσα. Έχουν επίσης ευρεθεί Δωρικά τρίγλυφα ζωφόρου. Ο Δωρικός ρυθμός δεν φαίνεται να πιστοποιείται στον τομέα της Gandhara. Οι πλέον ανατολικοί γνωστοί μάρτυρες προέρχονται από το Aï Khanoum και χρονολογούνται από τον 2ο αι. Στο ανάκτορο της Νίσας στο βασίλειο των Παρθών, μελετάται η αποκατάσταση μιας Δωρικής ζωφόρου. Στην Μεσοποταμία, ο Δωρικός ρυθμός είναι πολύ σπάνιος, εκτός από τήν Ίκαρο - Φαϊλάκα. Ο συγγραφέας ερμηνεύει την παρουσία Δωρικών ζωφόρων στο Σουάτ ως Μικρασιατική, Μεσογειακή και Ελληνιστική επιρροή. Ο δανεισμός αυτού του τύπου ζωφόρου μπορεί να συνδεθεί με τη χρήση σκηνών από τη ζωή του Βούδα σε οριζόντια γραμμική διαδοχή.'

Ο ίδιος ερευνητής υπογραμμίζει την υιοθέτηση στις στούπες της τετραγώνου βάσεως / εξέδρας, για την οποία αναφέρει:[10a2]
'Οι μικρές στούπες Butkara I και Taxila γίνονται μάρτυρες ενός άλλου, εξίσου σημαντικού γεγονότος, δηλαδή της συμπεριλήψεως στο σχήμα τους ενός νέου στοιχείου — ήτοι τού τετραγώνου (ή τετραπλεύρου) βάθρου - εξέδρας, χωρισμένου με ημικίονες ή παραστάδες — που απλώθηκε σε αυτές τις βορειοδυτικές περιοχές και κατέστη ιδιαίτερο γνώρισμα εκεί. Αντιπροσωπεύει μια νέα τάξη ιδεών .., όπως επεσήμανε ο Franz. Είναι ένα επαναστατικό γεγονός που ήρθε σε αυτήν την περιοχή της Gandhara, και ο Kuwayama εντόπισε την καταγωγή του στην Ρώμη μέσω των σχέσεων μεταξύ της Ρώμης και της Ινδική υποηπείρου κατά τον 1ο αιώνα π.Χ.-1ος αιώνας μ.Χ.[10a3] Το μοντέλο θα ήταν ένας τύπος που υπήρχε στην ύστερη Ρεπουμπλικανική - Πρώιμη Αυτοκρατορική Ρωμαϊκή ταφική αρχιτεκτονική, σε συνδυασμό με τη χρήση του συστήματος ακτινωτών τοίχων στις stupas της Ινδίας της περιόδου Andhra και ως εκ τούτου αμέσως μετά σε αυτές στα ΒΔ (Dharmarajika, Sirkap Block E, Shah-jī-kī Dherī, Tahkal Bala, Filkhana). Είναι μια ενδιαφέρουσα υπόθεση, αν και σε αυτήν την συσχέτιση ορισμένες δομικές πτυχές τόσο στο ρωμαϊκό όσο και στο ινδικό περιβάλλον χρήζουν διευκρινίσεων. Ταυτόχρονα, όμως, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ούτε την ευρεία εμφάνιση του ταφικού μνημείου σε τετράγωνο βάθρο, που στην συνέχεια ενισχύθηκε με στοιχεία που χωρίζουν τους τοίχους, ούτε τα παραδείγματα του αρχιτεκτονικού τύπου στον οποίο ένα μνημείο κυκλικής κατόψεως (θόλος) ανεγείρεται επί τετραγώνου βάθρου, προηγούμενα των οποίων συναντούμε ήδη από την Κλασική Εποχή με εξελίξεις σε περίπλοκες επάλληλες μορφές. Και οι δύο τύποι ανήκουν στην Ελληνιστική Εποχή, στην περιοχή της Ελλάδας, της Μικράς Ασίας και της Βόρειας Αφρικής.42 Αυτός ο αρχιτεκτονικός τύπος εμφανίζεται στο Swat – Gandhara–Taxila - ένα θεμελιωδώς ινδικό περιβάλλον, ωστόσο, διαποτισμένο από τον ελληνιστικό πολιτισμό, με τα δικά του ιδιόμορφα χαρακτηριστικά. Τέλος, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι καθώς εμφανίστηκε ο νέος αρχιτεκτονικός τύπος, φαίνεται να αντανακλούσε αυτή την πολυπλοκότητα σε μια κατάσταση έντονης μεταμορφώσεως. Στα Taxila και στην Butkara I τα δύο μέρη του δεν συγχωνεύονται με συντονισμένες αναλογίες. Ο κυκλικός όροφος έχει μικρή διάμετρο πάνω από το μεγάλο τετράγωνο βάθρο, ενώ το αρχιτεκτονικό γείσο στις στούπες 14 και 17 είναι εντυπωσιακά ψηλό, που έρχεται ακριβώς κάτω από το ύψος του τοίχου..'

Ο Olivieri προσθέτει στα Ελληνιστικά δάνεια που υιοθετήθηκαν στην Βουδιστική στούπα αρ. 17 της Butkara και το Δωρικό τετράγλυφο, αναφέροντας χαρακτηριστικά:[10a4]
Τετράγλυφο στο ιερό αρ. 17
Ο δεύτερος τετραγωνικός όροφος της στούπας αρ. 17 (μέγ. ύψος 0,22, μήκος πλευράς 1,41) έχει ένα άλλο αρχιτεκτονικό χαρακτηριστικό, με τη μορφή τετραγλύφου που εμφανίζεται μεταξύ της βάσης και του γείσου. Υπάρχουν έξι σε κάθε πλευρά, που χωρίζουν τον τοίχο και τα κενά μεταξύ τους είναι ζωγραφισμένα εναλλακτικά με κόκκινα και μπλε ανοιχτά άνθη λωτού (Εικ. 7.11). Η σύνθεση αυτή έχει έντονους απόηχους δωρικής ζωφόρου με τετράγλυφα και μετόπες. Εστιάζοντας σε αυτό το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό - το τετράγλυφο - βλέπουμε ότι έχει υποστεί κάποιο μετασχηματισμό ενώ, ωστόσο, σεέβεται το συνολικό κανονικό σχήμα. Το τετράγλυφο προκύπτει από την παράθεση του στύλου του κιγκλιδώματος έχοντας χάσει τις εγκάρσιες ράβδους στα πλάγια. Αυτή η ταύτιση επιβεβαιώνεται από ένα παρόμοιο κομμάτι, το B 3341, που βρέθηκε επίσης στη Butkara Ι, όχι μακριά από το προηγούμενο παράδειγμα (Εικ. 7.12). Αυτό το κομμάτι δείχνει την μπροστινή κατακόρυφη λωρίδα του άξονα που κοσμείται με το διακοσμητικό θέμα σφαιριδίου και κυλίνδρου, όπως φαίνεται συχνά σε πραγματικά πλαίσια. Ο δωρικός ρυθμός δεν φαίνεται να μαρτυρείται αλλού στην περιοχή της Γκαντάρα, η ανατολική εμφάνισή του, όπως γνωρίζουμε, είναι στο Αλ Χαρτούμ (δωρική αυλή του Ανακτόρου, Γυμνάσιο,  αίθουσα 3 στο βόρειο συγκρότημα της διοικητικής περιοχής κατά την δεύτερη οικοδομική φάση με μερικά παραδείγματα ταινιών (fillets) κάτω από τρίγλυφα (σε άψητο πηλό, πρώτο μισό του δεύτερου αιώνα π.Χ.) και στην Παλιά Νίσα (Πλατεία Αίθουσα, δεύτερος αιώνας π.Χ.). Στην περιοχή της Παρθικής Μεσοποταμίας, o δωρικός ρυθμός, με εξαίρεση την Ίκαρο - Φάιλακα, είναι ελάχιστα μαρτυρημένη (βλ. Βαβυλώνα, Δούρα Ευρωπό και Νιππούρ, που χρονολογούνται στον 2/1 αιώνα π.Χ.), αλλά δεν έχει διατηρηθεί κανένα υλικό ζωφόρου. Ο δωρικός ρυθμός απαντάται, κατά καιρούς με καινοτόμες μορφές, στην περιοχή της Μικράς Ασίας κατά την Ελληνιστική Εποχή και σε όλη τη Μεσόγειο περιοχή τόσο στη μικρή όσο και στην αρχιτεκτονική ναών, σε σημαντικά κέντρα όπως η Πέργαμος, η Ρόδος, η Κως, η Δήλος, η Έφεσος, Αντιόχεια, Πέτρα, Αλεξάνδρεια και Κυρήνη. Ο δωρικός ρυθμός εμφανίζεται στην συνέχεια σε ρωμαϊκές, ιταλικές και επαρχιακές περιοχές και μαρτυρείται επαρκώς στην ταφική αρχιτεκτονική μεταξύ ύστερης Δημοκρατίας και πρώιμης αυτοκρατορίας και σε έργα μικροαρχιτεκτονικής, με τον ρωμαϊκό χώρο να δέχεται και να επεξεργάζεται ελληνιστικά διακοσμητικά θέματα.[10a5] Όλα τα στοιχεία φαίνεται να μας οδηγούν προς την κατεύθυνση αυτής της ευρείας μεσογειακής, ελληνιστικής περιοχής αλλά και της Μικράς Ασίας στην αναζήτησή μας για την προέλευση του θέματος που χρησιμοποιείται στο ιερό αρ. 17. Αυτό το συμπέρασμα λαμβάνει επίσης επαρκώς υπόψη το διακοσμητικό πλαίσιο που εκτείνεται σε ολόκληρη τη στούπα.


Λεοντοκεφαλές στην Βουδιστική στούπα Dharmarajika (Αριστερά) παρόμοιες με αυτές του Ωρολογίου του Κυρρήστου (Αέρηδες, Δεξιά)

Η Βουδιστική στούπα (ιερό) Dharmarajika στα Τάξιλα, του δευτέρου αι., αλλά και αυτή του Zar Dheri (Mansehra, περιοχή Hazara βόρειας Ινδικής) υιοθέτησαν την χρήση λεοντοκεφαλών επί της 'σίμης' ακολουθώντας και επ' αυτού το Ελληνιστικό υπόδειγμα, όπως - επί παραδείγματι - αυτό απαντάται στο Οκτάγωνον Εφέσου (μαυσωλείο της Αρσινόης IV) αλλά και στο Ωρολόγιον του Κυρρήστου (άλλως Αέρηδες - Πλάκα). 

Baalbek, Temple of Jupiter, Shrine, Lion-shaped gargoyle, ca. 60 CE[11b]


Λεοντοκεφαλές (Λάβρανδα, νότια στοά)[11]

Λεπτομέρεια από το Μαυσωλείο Αντιγόνου Μονοφθάλμου (Belevi) στην Έφεσο[12]
 Εμπρόσθια όψη στούπας 27 της Butkara I[13]
Λεοντοκεφαλές σε γείσο από την Βουδιστική στούπα Dharmarajika

Λεπτομέρεια αναγλύφου με λεοντοκεφαλή εκρέουσα ύδωρ[14]

Ιδιαίτερης αναφοράς χρήζει το γεγονός ότι στο Βουδιστικό ιερό του Zar Dheri ανάγλυφη πλάκα από την βάση του διαθέτει παράσταση των δώδεκα Ολυμπίων θεών εν συμποσίω,[15] ενώ κυρίαρχη θέση μεταξύ των ευρημάτων από την ίδια στούπα κατέχει ανάγλυφη αψίδα η οποία παριστά την κάθοδο του Βούδα από τον Trayastriṃśa ή Ουρανό των τριάντα τριών θεών, στο Samkashya,[16] και περιλαμβάνει πληθώρα περίτεχνων και αισθησιακών Διονυσιακών σκηνών.[17] 
Τοξωτό ανάγλυφο απεικονίζον την επιστροφή του Βούδα από το Trayastriṃśa[18]

Ανάγλυφο από την στούπα του Zar Dheri απεικονίζον τους δώδεκα θεούς του Ολύμπου
Βουδιστικό οκτάγωνο κιβώτιο λειψάνων ή φυλακτών[18a]

Η θέση Zar Dheri, περί της οποίας έγινε ήδη αναφορά παραπάνω, ανασκάφηκε τo 1999 από το Tokyo National Museum, αναφέρεται δε ότι ίχνη της κυρίως στούπας σταυροειδούς κατόψεως,[19] με διαγώνια τοιχοποιία και κονίαμα Kanjur[20] ήταν ήδη ορατά και εκτεθειμένα. Μεταξύ των άλλων ανεσκάφησαν 137 γλυπτά μέλη από σχιστόλιθο, όλα σε σωρό όπως τα ευρεθέντα παλαιότερα στην Sanghol (περιοχή Ludhiana, Ινδία). Όμως τα γλυπτά του Zar Dheri είναι εκτελεσμένα κατά τρόπον διαφορετικό όσον αφορά στον χειρισμό της διαγώνιας τοιχοποιίας,[21] ενώ και τα απεικονιζόμενα πρόσωπα διαθέτουν επίπεδα πρόσωπα και ορθάνοικτα μάτια, ενώ όλα έχουν και μουστάκι.[22]
Zhar Deri: Διαγώνια τοιχοποιία[23]

Αρχιτεκτονική ορολογία

Ας αναφέρουμε εδώ τις ευθείες κορωνίδες[24] από το Zar Dheri[25] οι οποίες είναι κατασκευασμένες από σχιστόλιθο χλωρίτη.[26] Αυτές διαθέτουν προτομές λεόντων εναλλασσόμενες με ανθέμια και ανοικτά άνθη λωτού, με πολλές εντυπωσιακές ομοιότητες στις λεπτομέρειες (μίσχοι με δακτυλιοειδή και διπλωμένα φύλλα στα ανθέμια, βόστρυχοι της χαίτης, γωνιακή προτομή λέοντος) στην ίδια γενική διάταξη με άλλες από την Butkara I.

Οκτάγωνον Εφέσου[27]
Σχέδιο του San Vitale, Ravenna, 547 μ.Χ.[27a]


Η συσχέτιση των γείσων (κορωνίδων) της στούπας Dhartriarajika[28] με αυτά από τις στούπες υπ. αρ. 14, 17 και 27 της Butkara I παρέχει ένα σημαντικό σώμα στοιχείων τα οποία ανάγονται σε Ελληνιστικές αρχιτεκτονικές και καλλιτεχνικές μορφές. Το θέμα του βραχίονα, εμφανιζόμενο στις κορωνίδες από τα Τάξιλα (των οποίων δυστυχώς αγνοούμε το σχήμα), παραπέμπει σε πόλεις της ανατολικής Μεσογείου όπως στην Πέργαμο, Ρόδο και Αλεξάνδρεια, όπου απαντάται - άν και με ιδιαίτερο τρόπο για κάθε μία - από το πρώτο ήμισυ του δευτέρου αι. π.Χ.[29] Η περιοχή όπου αυτός ο βραχίων απαντά εκτείνεται από την Μικρά Ασία και το Ιράν, μέχρι την Ελλάδα και εν συνεχεία την Ρώμη, η οποία παρέλαβε και επεξεργάστηκε περαιτέρω τα Ελληνιστικά διακοσμητικά θέματα για να τα διαδώσει, κυρίως κατά την ύστερη Ρεπουμπλικανική και την αρχή του περιόδου του Αυγούστου, στην Ινδική υποήπειρο, όπως έγινε για το τυπικό αρχιτεκτονικό στοιχείο της σειράς οδόντων (dentil) και βραχέων ράβδων στην στούπα υπ. αρ. 17. Μέσα στο γενικό πλαίσιο αυτής της ενδιαφέρουσας περιόδου, οι βραχίονες ήταν σχεδόν πάντα τοποθετημένοι σε ορθή γωνία ως προς τις πλευρές, αφήνοντας τον υπόλοιπο γωνιακό χώρο ελεύθερο για ένα διακοσμητικό στοιχείο με το οποίο εναλλάσσονται (συμπεριλαμβανομένου του άνθους του λωτού). Πάντως και το λοξό γωνιακό στήριγμα εμφανίζεται, αν και σπάνια.[30] 
 
ΑΡΙΣΤΕΡΑ: Στήριγμα (βραχίων), ΔΕΞΙΑ: Οδόντες υπεράνω Κορινθιακού κίονα

Άποψη του Ελληνιστικού θεάτρου στην Al-Abd (Αλεξάνδρεια, τα ερείπια ισοπεδώθηκαν, Egypt's Heritage Task Force)

Πρόσθετα στοιχεία για την ύπαρξη Ελληνικών επιρροών επί Βουδιστικών ιερών παρέσχε ο Fergusson στο γνωστό βιβλίο που συνέγραψε με τον Burgress:[31]

Μετά την δημοσίευση του βιβλίου μου το 1880 είχα την ευκαιρία να πληροφορηθώ γιά τα θραύσματα της γλυπτικής που τώρα φυλάσσονται στο Λούβρο, και έφερε στο φώς ο Μ. Texier.[32] Αυτά τα γλυπτά προέρχονται από δωρικό ναό, που ανεγέρθηκε στην Άσσο της Τρωάδος τον πέμπτο ή έκτο αιώνα π.Χ. Εξεπλάγην ιδιαίτερα από τις ομοιότητες που υπάρχουν μεταξύ αυτών και εκείνων στο αρχαίο Βουδιστικό μοναστήρι (Vihara) στο Bhaja που περιγράφονται στο Παράρτημα. Έτσι δράττομαι της ευκαιρίας να στρέψω την προσοχή σας στο γεγονός, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των περαιτέρω ερευνών. Τα κύρια διακοσμητικά στοιχεία της πρoσόψεως, σύμφωνα με την αποκατάσταση που πρότεινε ο M. Texier, αποτελούν ζεύγη αντωπών ταύρων, πολύ παρόμοια με αυτές που απεικονίζονται στην εικ. XCVI: 4, αλλά χωρίς τον άνδρα που στην Ινδική εκδοχή εμφανίζεται πρηνηδόν.
Στο κέντρο υπάρχουν δύο φτερωτές σφίγγες, και το σώμα τους είναι λεόντειο αντί βόειο, όπως στο Ινδικό σπήλαιο, και μεταξύ αυτών των δύο ομάδων υπάρχουν λέοντες που κατασπαράσσουν ζώα, όπως και στο κάτω μέρος της εικ. XCVIII.
Βρέθηκαν μόνο δύο μετόπες. Στην μία από αυτές οι σφίγγες επαναλαμβάνονται, στην άλλη δε απεικονίζεται αρσενικός κένταυρος, και μπορεί, όπως συμπεραίνεται από τον γενικό χαρακτήρα των γλυπτών, να υποθέσουμε ότι υπήρχαν γυναίκες της ίδιας τάξεως σε άλλους. Δεν βρέθηκε θραύσμα από τα γλυπτά στο 'τύμπανο',[33], έτσι ώστε να μην μπορεί να προχωρήσουμε σε πλήρη σύγκριση του συνόλου. Η αρχιτεκτονική του ναού, φυσικά, διαφέρει απολύτως από κάθε άλλη γνωστή περίπτωση, τόσον κατ' αρχήν όσο και στις λεπτομέρειες από εκείνη που εκτίθεται σε αυτό ή σε οποιοδήποτε άλλο σπήλαιο στην Ινδία, αλλά και το ύφος και ο συμβολισμός του γλυπτού φαίνεται αναμφίβολα να δείχνουν μια κοινή προέλευση. Τα δύο μνημεία (της Άσσου και του Bhaja) είναι πολύ μακρινά τόσον στον χώρο όσον και στον χρόνο ώστε να δεχτούμε ότι είναι δυνατή οποιαδήποτε άμεση αντιγραφή, αλλά η ομοιότητα των γλυπτών τους φαίνεται ικανοποιητική επιβεβαίωση της παρατηρήσεως που παρατίθεται στην σελίδα 523[33a] σχετικά με την επίδραση ενός ιδιαίτερα εμφανούς Ιωνικού (Yavana) στοιχείου σε εκείνα της μονής (Vihara) του Bhaja  .. 
Σύνθετη ανάγλυφη παράσταση με άνδρα οδηγούντα τέθριππο κατά δαιμόνων (Bhaja)

Ενδιαφέρον παρουσιάζει σύνθετη ανάγλυφη παράσταση πρίγκηπος επί τεθρίππου κατά δαιμόνων, η οποία απαντάται επίσης στην στοά την οδηγούσα στην είσοδο της μονής,[34] όπου – μάλιστα – το άρμα έχει χαρακτηρισθεί ως ‘Ελληνικό’,[35] ενώ έχει παραλληλισθεί με τον Ήλιο οδηγούντα το άρμα του![36] 

Αντιπαραβολή Βουδιστικού αναγλύφου του Bodh Gaya quadriga (Surya = Ήλιος) & Παραστάσεως του Φοίβου Απόλλωνος

Σε άλλο σπήλαιο του Nasik, του οποίου χορηγός - δωρητής υπήρξε ο Έλλην Indrāgnidatta,[36a] έχει ευρεθεί η γλυπτή απεικόνιση γλαύκας (κουκουβάγιας) και άρρενος κενταύρου, θέματα τα οποία συνήθως συσχετίζονται με την Ελλάδα,[37] ενώ στην ίδια θέση εγκαινιάζεται η χρήση προθαλάμου στα Ινδικά ιερά![37a]
Στα σπήλαια Rani ka Nur, όπου και το λεγόμενο ανάκτορο της βασιλίσσης (Queen's palace), συναντούμε ανάγλυφη Βακχική σκηνή θήλεος ή, κατ’ άλλους Σειληνού ιππεύοντος λέοντα ή τίγρη[38] ενώ πολεμική σκηνή εμπλέκουσα και γυναίκες (Αμαζόνες) διασώζεται από τα ίδια σπήλαια και μάλιστα καλώς διατηρημένη![39]
 Ανάγλυφο από το σπήλαιο Katak Rani Ka Nur 
Ζωγραφική από το ιερό στα αριστερά του σπηλαίου 2 (Ajanta), αφιερωμένου στην Hariti και Kubera οι οποίες απεικονίζονται στο κέντρο[40]

Όμως η Ελληνική επιρροή  δεν εξαντλήθηκε στο αρχιτεκτονικό μέρος των Βουδιστικών ιερών, αφού υπήρξε εμφανής και στο εικονογραφικό και πλαστικό μέρος.[41]
Σύμφωνα με την άποψη του Griffiths, αναφερόμενη στην εικονογράφηση των λατρευτικών χώρων στα σπήλαια Ajanta είναι:[42]
Η χάρις, η ελευθερία και η αλήθεια των ζωγραφικών έργων των ιερών στην θέση Ajanta ευνοεί την άποψη ότι οι καλλιτέχνες αυτών των σπηλαιικών ιερών ήταν ή ανήκαν σε σχολή της οποίας ιδρυτές υπήρξαν Ελληνο - Βακτριανοί, η δε συχνή εμφάνιση του Ελληνικού μαιάνδρου ως διακοσμητικού στοιχείου φαίνεται να υποστηρίζει αυτήν την άποψη.[43] Από την άλλη πλευρά, η οικεία γνώση τους της τοπικής ζωής και η σχεδόν απόλυτη απουσία ξένων υπαινιγμών / παραπομπών, φαίνεται να δείχνουν ότι οι καλλιτέχνες υπήρξαν ιθαγενείς της Ινδίας. Μάλιστα συμπεραίνεται ότι ανήκαν σε μία από τις πολλές καλλιτεχνικές σχολές οι οποίες ήκμασαν μεταξύ των Βουδιστών κατά την περίοδο της ακμής των τελευταίων, και των οποίων ιδρυτές ήταν ίσως Έλληνες της Βακτρίας και Nagas, που απετέλεσε μια αδελφότητα τέχνης στο Κασμίρ, η οποία υποτίθεται ότι ευρίσκετο υπό την ειδική ευθύνη των θεών του Όφεως. Η ομοιότητα της λεπτομέρειας και ο τρόπος με τον οποίον, σε πολλές περιπτώσεις, μια ιστορία ξεκινά από έναν πίνακα και υιοθετείται σε γλυπτό, απετέλεσε κατά τον Griffiths την επιβεβαίωση ότι το γλυπτό και το ζωγραφικό απετέλεσαν αμφότερα έργο των ίδιων καλλιτεχνών.

Ζωγραφική οροφής σπηλαίου 2 Ajanta[44]

Ενδιαφέρουσα είναι σχετικώς η άποψη του συγγραφέα και ιστορικού Dalrymple διατυπωθείσα στον Guardian:[45]
Υπάρχει επίσης κάτι πολύ διαφορετικό στο ύφος αυτών των προσώπων. Η φυσιογνωμία τους και το πλαίσιο στο οποίο απεικονίζονται μπορεί να είναι εντελώς Ινδικά, όμως οι μακριές, τολμηρές πινελιές του καλλιτέχνη, η χρήση της προοπτικής και της όψεως τριών τετάρτων,[46] το παιχνίδισμα του φωτός στα μεγάλα καστανά μάτια και τα ζυγωματικά, και οι τεχνικές πτυχές των έργων με την επιλογή χρωμάτων και την χρήση ασβεστοκονιάματος, όλα παρέχουν ενδείξεις Ελληνιστικής επιρροής.

Ζωγραφισμένη με έρωτες κόγχη TK17 με άγαλμα του Buddha, Hadda. Μοναστήρι Tapa-Kalan, 3 αι. μ.Χ. [47]
Έρωτες στο σπήλαιο Ajanta 2 (2 αι. π.Χ. έως 5 αι. μ.Χ.)[47a]

Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη: άλλωστε, αυτήν την περίοδο οι Ινδο - Έλληνες βασιλείς ήλεγχαν ως την Πενταποταμία στον νότο και είχαν ενσωματωθεί βαθιά στον Ινδικό κόσμο. Αυτή η οικειότητα, ο κλασικισμός και ο εντυπωσιακός ρεαλισμός, σε συνδυασμό με τον υπαινισσόμενο ερωτισμό των χαρακτηριστικών αυτών των προσώπων, δεν απέχει ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα από τον μακρινό, μελαγχολικό κόσμο του τελευταίου αιώνα μ.Χ. και τις εγκαυστικές προσωπογραφίες στις μούμιες της Αρσινοῒτιδας (Φαγιούμ) της Αιγύπτου, οι οποίες υπήρξαν επίσης τα προϊόντα της εξελληνισμού της ανατολής. Και στα δύο, είμαστε σε έναν κόσμο τόσο ζωντανό που ακόμα και σήμερα, ακόμη και σε αναπαραγωγή, μπορούν ακόμα να σας κάνουν να νιώσετε έκπληκτοι καθώς πιάνετε τον εαυτό σας να κοιτάζει κόρη πρός κόρη έναν σιωπηλό στρατιώτη που θα μπορούσε να έχει πολεμήσει τους Έλληνο - Βακτριανούς ή έναν μοναχό που μπορεί να ήταν παρών κατά την χάραξη των γλυπτών στο Sanchi ....

Ζωγραφική οροφής σπηλαίου 2 Ajanta με παράσταση παραδείσου[48]

Σύμφωνα με τον Deshpande η τέχνη της Ajanta οφείλει την έμπνευσή της σε εκείνους τους πρώιμους βουδιστές που ταξίδεψαν στην δυτική Ινδία κατά την εκστρατεία γιά την εξάπλωση του Βουδισμού υπό την αιγίδα του Asoka (273-36 π.Χ.). Μεταξύ πολλών πολιτιστικών απεσταλμένων που επισκέφθηκαν διάφορα μέρη της Ινδίας και της Κεϋλάνης για να κηρύξουν το Dhamma ξεχωρίζει ο Ίων (Έλλην, Yavana) Dharmarakshita ο οποίος φαίνεται να ήταν υπεύθυνος επίσης για την έναρξη μιας νέας αρχιτεκτονικής δραστηριότητας στο Deccan, που συνδέεται με τη διάδοση του Dhamma. Πιστεύεται ότι ξεκίνησε το έργο του από το Slirparaka (σύγχρονη Sopara, περιοχή Thana), μιάν ακμάζουσα πόλη-λιμένα και ένα σημείο όπου απαντούν τα λίθινα έδικτα (διατάγματα) του Asoka.[49]

Από την εικονογράφηση του σπηλαίου 2 της Ajanta[50]
Badende am See (Ernst Ludwig Kirchner); Dallas/Texas, Dallas Museum of Art (εμπνευσμένο από την εικονογράφηση των σπηλαίων Ajanta)[51]
Vidusaka: Ajanta, σπήλαιο II, δεξιό ιερό, δεξιά πλευρά[52]
Ο Siddhartha κερδίζει σε διαγωνισμό τοξοβολίας (Borobudur, ανάγλυφο της Lalitavistara στην Java)[53]
Διαγωνισμός τοξοβολίας σε ανακτορικό περιβάλλον, Ajanta[54]

Επισημαίνεται επίσης ότι και ο διαγωνισμός του Οδυσσέως με τους μνηστήρες για την ανάκτηση της Πηνελόπης έχει το παράλληλό του στο Lalitavistara, επίσης σε Βουδιστικό πλαίσιο, έχουν δε αμέσως ή εμμέσως αποτυπωθεί σε ανάγλυφα ή σε παραστάσεις Βουδιστικών ιερών όπως της Ajanta και του Borobudur![54]
Ο πρίγκηψ Siddhartha ασκούμενος σε ανδρικά αγωνίσματα (σπήλαια Ajanta)[58]

The Buddha competes in an Archery Contest. Java, 700-800 AD[58a]

Άξιο αναφοράς σχετικώς είναι το περίκεντρον Μαυσωλείον του Αυγούστου του οποίου το κυκλικό σχήμα έχει συσχετισθεί με τις τροχοειδείς στούπες,[59] ενώ η καταγωγή του απεδόθη από μερίδα ερευνητών σε Ετρουσκική επιρροή.[60] Πάντως οι Kovascovics & Von Sydow έχουν υποστηρίξει ότι το Μαυσωλείο του Αυγούστου έλκει την καταγωγή του από Ελληνιστικούς τύμβους της Ελλάδας και της Ανατολής,[61] παρέχοντας ως υποδείγματά του ή έστω συγγενή μνημεία το Αρσινόειον της Σαμοθράκης και τον Θόλον της Επιδαύρου.[62] Σε κάθε περίπτωση από την πλευρά μας υπογραμμίζουμε την ρηχή χρονικά ιστορική παρουσία του Ετρουσκικού πολιτισμού, ο οποίος χρωστά πολλά στον Ελληνικό, όπως και ο Ρωμαϊκός! Άλλωστε τα σωζόμενα αρχιτεκτονικά λείψανα του αυτοκρατορικού μνημείου δείχνουν ότι μία ή περισσότερες στρογγυλές ασπίδες ήταν χαραγμένες στη διακοσμητική ζωφόρο του Μαυσωλείου, σε συμφωνία δε με την Ελληνιστική συνήθεια, αυτές οι ασπίδες προορίζονταν ως σύμβολο της τρομερής στρατιωτικής ανδρείας και του ηρωισμού του ενταφιασμένου ανθρώπου.[63]..

Χαρακτηριστική είναι η ακόλουθη εικόνα από αναπαράσταση της στούπας του Saidu Sharif η οποία αποκαλύπτει την πληθώρα Ελληνικών επιρροών στην Βουδιστική αρχιτεκτονική των ιερών. Προσέξτε την Ελληνιστική υδρία που φέρει το πρόσωπο στα αριστερά .., τον Κορινθιακό κίονα, την άκανθο, το Ιωνικό κυμάτιο και άλλα Ελληνικά στοιχεία ών ουκ έστι αριθμός ..

 
Αναπαράσταση της στούπας του Saidu Sharif[65]

Butkara I, stupa no. 17, first storey, S side, cornice[66]

Ο Ηρακλής & η Αφροδίτη παρά την είσοδο της Βουδιστικής στούπας Amluk Dara (Swat, πλησίον Barikot)[AKD 97 and 98; Swat Museum, Saidu Sharif, Swat][70]

Ενδιαφέρον είναι σχετικώς το ακόλουθο απόσπασμα από πρόσφατο άρθρο των Coloru, Lori & Olivieri:[72] 
Οι συγγραφείς (ΣτΜ: Coloru, Lori & Olivieri) μελετούν επί του παρόντος τα πιθανά εννοιολογικά προηγούμεναν του κύκλου του «Maestro di Saidu» (Olivieri 2022). Η ζωφόρος της Κεντρικής Στούπας παρουσιάζει πιθανώς για πρώτη φορά στην Gandhara τον πλήρη βιογραφικό κύκλο του Sidharta, από τα προγεννητικά γεγονότα μέχρι την παρινιρβάνα, σε διαδοχική αφηγηματική μορφή. Η ζωφόρος διαθέτει μια σειρά από περισσότερα από 65 πίνακες που χωρίζονται από κορινθιακούς ημικίονες ως διαχωριστικά στοιχεία και εξελίσσονται δεξιόστροφα γύρω από το τύμπανο της στούπας. Αν και στο παρελθόν είχε προταθεί ότι το υπόδειγμα - μοντέλο των βιογραφικών/ηρωικών αφηγήσεων μαρτυρήθηκε μόνο στη μεταγενέστερη ρωμαϊκή ταφική αρχιτεκτονική (Faccenna 2001, 182–184; Faccenna 2002, 139; Faccenna – Callieri – Filigenzi 2003, 347–348; Taddei 1993, 39–41; Taddei 2015, 64–66; Filigenzi 2012, 137), αυτή τη στιγμή εργαζόμαστε πάνω στην υπόθεση ότι τέτοιες ηρωικές αφηγηματικές μορφές, που υπήρχαν ήδη στον ελληνιστικό κόσμο, μπορεί να ήταν τα έμμεσα εννοιολογικά προηγούμενα για την ζωφόρο του Saidu (Taddei 2006, 46). Η μελέτη περιπτώσεώς μας είναι η μνημειώδης «Ζωφόρος του Τηλέφου» του Βωμού της Περγάμου (περίπου 150 π.Χ.), όπου αναπτύσσεται το βιογραφικό υπόδειγμα - μοντέλο προς τα δεξιά σε μια συνεχή ημιευθύγραμμη ζωφόρο, από τα προγεννητικά γεγονότα μέχρι τον ηρωικό θάνατο.
Αυτή η υπόθεση εργασίας μπορεί πράγματι να έχει μια καλή υλική βάση. Πριν από μερικά χρόνια, σε έναν χώρο εργαστηρίου που χρονολογείται στην περίοδο Κουσάν στην αρχαία πόλη Termez (De Pontbriand – Leriche 2012), ανακαλύφθηκε ένα ανάγλυφο/έμβλημα από γυψομάρμαρο που αναπαράγει μια σκηνή από την Γιγαντομαχία με έντονη 'αύρα' της Περγάμου (Leriche 2013, Leriche 2015, εικ. 24). Άλλες αντανακλάσεις του εικονιστικού κόσμου της Περγάμου [..] μπορούν να αναγνωριστούν στην εικονογραφία των «πτηνών [περιστεριών] που πίνουν από φιάλη», που υιοθετείται κατά πρώτον από τον Περγαμηνό μωσαϊκό Σώσο (Pliny, NH XXXVI, 184) του 2ου αιώνα π.Χ., και αναπαραχθέντος σε πλείστα Ρωμαικά αντίγραφα αλλά και σε ελάσσονες ζωφόρους της Gandhara που χρονολογούνται περίπου στον 2ο αιώνας μ.Χ. (Brancaccio – Olivieri 2019, 138, εικ. 20, 21).
Γύψινο έμβλημα από Κοσσανικό κτίριο, που αντιπροσωπεύει μια σκηνή γιγαντομαχίας Ελληνιστικού τύπου[74]

ΔΙΑΚΟΣΜΗΤΙΚΟ ΘΕΜΑ 'ΠΤΗΝΟΥ & ΑΓΓΕΙΟΥ' από Βουδιστικές θέσεις στο σύγχρονο Πακιστάν.. Figure 20 a and b. Fragments found at Pānṛ by the Italian Archaeological Mission between 1960-64 (Rome, Museo Nazionale ‘Giuseppe Tucci’, V 411) and by Barger and Wright at Gumbat in 1938 (IM 89-1939, V&A Museum). (Courtesy Museo Nazionale
‘Giuseppe Tucci’/ISMEO Italian Archaeological Mission in Pakistan, photo by F. Bonardi; copyright Victoria and Albert Museum, London.)
ΔΙΑΚΟΣΜΗΤΙΚΟ ΘΕΜΑ 'ΠΤΗΝΟΥ & ΑΓΓΕΙΟΥ' οπως υιοθετηθηκε απο τον Σώσο Περγάμου

Ακολουθεί απόσπασμα από τον Olivieri:[80]
Στην μη ελληνική (ή όχι πλέον ελληνική) Ασία, το δέλεαρ της παραπομπής / αναφοράς – που συμβαδίζει με την διαδικασία της κοινωνικής μιμήσεως, επομένως με τις αριστοκρατικές κοινωνικές ομάδες και τα αστικά κέντρα – θα φαινόταν λιγότερο ορατό από ό,τι στη Ρώμη. Αυτό δεν συμβαίνει, και η ιστορία της μιμήσεως μπορεί να διαβαστεί μέσω της μεταδόσεως υποδειγμάτων (μοντέλων) μέσω μητρών (καλουπιών), αντιγράφων και σχεδίων. Ας ασχοληθούμε με τις αναφορές στην Ελληνιστική Πέργαμο: το γεγονός ότι ήταν παρούσα αποδεικνύεται από την ανακάλυψη στην βόρεια Βακτριανή, συγκεκριμένα στο Termez (Ουζμπεκιστάν), ενός γύψινου εκμαγείου ή υποδείγματος που απεικονίζει σκηνή από την Γιγαντομαχία. [εικ. 63]. Αν και δημοσιεύτηκε δεόντως (Leriche 2015), φαίνεται να έτυχε ελάχιστης προσοχής. Το Termez ήταν μια πρωτεύουσα που βρισκόταν κατά μήκος της διαδρομής του Amu Darya (Ώξου - Oxus), το δε εκμαγείο βρέθηκε στο Chingiz-tepe και είναι συγκρίσιμο ως προς το υλικό, και πιθανώς και την λειτουργία, με τα γύψινα εκμαγεία ή μετάλλια από την αστική τοποθεσία Begram II (ίσως Αλεξάνδρεια υπό τον Καύκασο, μια άλλη μεγάλη πρωτεύουσα στα νότια του Hindukush, στην Kapisa, όχι μακριά από την Καμπούλ).40 Και στις δύο περιπτώσεις τα ευρήματα αποδίδονται στην Κοσσανική φάση («Kushan») των δύο πόλεων, μεταξύ του β' και γ' αιώνα. Αυτά τα μετάλλια - εμβλήματα, όπως και τα μετάλλια της Αλεξανδρείας, της Baia και της Sabratha {Αβρότονον: μία των πόλεων της Ρωμαϊκής Τριπόλεως}, συνδέονται με μια παραγωγή υποδειγμάτων - μοντέλων που παρέμειναν σε χρήση από την ελληνιστική περίοδο και μετά, και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτά τα δισδιάστατα και τρισδιάστατα γύψινα υποδείγματα - μοντέλα χρησιμοποιήθηκαν από γλύπτες μαζί με τα σχέδια και τις εργαλειοθήκες. Χρησιμοποιήθηκαν για την δημιουργία τόσο των 'αντίστροφων' χυτών για μοντελοποίηση όσο και των βάσεων για την ανάγλυφη αποτύπωση στην χρυσοχοΐα (βλ., π.χ. Baratte, Falk 2001; Lone, Khan 2019). Σε πρόσφατο άρθρο της η Anna Filigenzi, παρουσιάζοντας γλυπτά υποδείγματα - μοντέλα και εκμαγεία ως φορείς μεταδόσεως σκηνών και εικονογραφικών θεμάτων, αναφέρθηκε στην περίπτωση ενός εκμαγείου διακοσμητικής μάσκας με απεικόνιση του Ωκεανού, που δείχνει μια ελληνιστική προσέγγιση, η οποία βρέθηκε ότι εφαρμόστηκε ακριβώς σε με τον ίδιο τρόπο στην ίδια περίοδο της Ύστερης Αρχαιότητας στο Mes Aynak και στο Tapa Sardar (δύο τοποθεσίες στο ανατολικό Αφγανιστάν), πάλι σε βουδιστικό περιβάλλον.{Anna Filigenzi, ‘Technology and Humanities’, fig. 63}
Το μοντέλο από το Termez πρέπει να ήταν το αποτέλεσμα μιας προοδευτικής διαδικασίας αντιγραφής, αλλά η προέλευσή του πρέπει οπωσδήποτε να αναζητηθεί στην κύρια ζωφόρο του βωμού της Περγάμου, ίσως ακριβώς σε ένα από τα τμήματα που λείπουν (όπως φαίνεται στη βόρεια πλευρά του μεγάλου η ζωφόρος θα ήταν μια πιθανή υπόθεση). Και πάλι, σε σχέση με τα θέματα της Περγάμου, δείτε, για παράδειγμα, μια μορφή της Ρέας-Κυβέλης (νότια πλευρά της μεγάλης ζωφόρου), την οποία βρίσκουμε να απηχείται σε ένα μικρό πινάκιο καλλωπισμού της Γανδαρινής τέχνης από σχιστόλιθο, χρονολογούμενο το αργότερο στα μέσα του 1ου αιώνα τώρα ευρισκόμενο στην Ρώμη (MNAOR 14849; Lo Muzio 2002, pl. XIII.B). Μικρά θέματα της Περγάμου, όπως αυτά του ζωγράφου ΣΩΣΟΥ ΠΕΡΓΑΜΟΥ, ή των θαλασσίων θιάσων, πολλαπλασιάστηκαν στην τέχνη Gandhara του Swat τον δεύτερο αιώνα (βλ., π.χ. Brancaccio, Olivieri 2019 {σελ. 138 <https://iris .unive.it/.../The%20Geography%20of...>}· Olivieri, Iori 2021). Πάνω σε αυτό, οι εκφραστές του κλασικισμού της Γανδαρινής τέχνης προσφέρουν άφθονο υλικό και δεν χρειάζεται να προχωρήσω περισσότερο εδώ. ΠΗΓΗ: Stoneyards and Artists in Gandhara, Edizioni CaFoscari, σελ. 171

Pillars in Greek style, Sanchi.jpg
Temple 18, Sanchi. An apsidal hall with Maurya foundations, rebuilt at the time of Harsha (7th c. CE)



ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Fergusson and Burgress 2013 [1880], p. 3. Η εισαγωγή του λίθου στην Ινδική αρχιτεκτονική αποδίδεται στην επαφή τους με τους Yavanas (Ίωνες).
[2]. Σημαντική φαίνεται η σχετική δραστηριότητα του Έλληνα Βουδιστή Dhammarakkhita (Κονιδάρης 2021, σημ. 7_176a7). Καθ' όλη τη διάρκεια της βασιλείας του, ο Asoka συνεισέφερε σημαντικά στην αρχιτεκτονική μορφή της στούπας. Εισάγοντας πυλώνες που διακρίνονταν από ένα γυαλιστερό φινίρισμα και μια περίπλοκη τεχνική διακοσμήσεως, οικειοποιήθηκε τις τεχνικές ελληνοβακτριανής τέχνης εντάσσοντάς τες στο ύφος της Γανδαρινής τέχνης. (Pant 1976, p. 76).
[2a1]. Deshpande 1973. Πράγματι ο Deshpande σημειώνει: 
It appears from the available evidence that structures in the rock-cut form were brought into existence in western India some decades after the arrival of (Yavana) Dharmarakshita. Examples conforming to Hinayana have been located at Bhaja (District Poona), Kondane (District Colaba), Pitalkhora and Ajanta (District Aurangabad) and many other places.
..
Among many cultural emissaries who went to different parts of India and Ceylon to Preach Dhamma, the name of (Yavana) Dharmarakshita stands out for he appears to be responsible also for starting a new architectural activity in the Deccan, connected with the propagation of Dhamma.
[2a2]. Pant 1976, p. 71. Βλ. και: https://dixon.omeka.net/exhibits/show/buddhist-stupa-architecture--r
[3]. Η πρώτη αστικοποίηση στην Ινδική χερσόνησο έλαβε χώραν κατά την διάρκεια του Πολιτισμού του Ινδού (2500-1900 π.Χ.).
[4]. Strauch 2012, pp. 133-134; Samad 2011, p. 112.
[4a1]. https://guestkor.com/browse/blog/5/butkara-stupa---historical-place-in-mingora-swat5deb71f83552c
[4a2]. Weerasinghe 2021, p. 48, n. 69.
[4a3]. Περί Barikot (Βάριζα) βλ. Konidaris 2023 & Iori 2021.
[5]. Nakamura and Okazaki 2016, p. 37. Επί παραδείγματι η στούπα με τον δικέφαλο αετό στο Sirkap, η οποία διαθέτει επίσης Κορινθιακούς κίονες (https://www.orientalarchitecture.com/sid/576/pakistan/taxila/double-headed-eagle-shrine).
[6]. Rienjang 2021. Στην Dharmarajika συναντούμε βραχίονες με κεφαλή ταύρου. Βλ. επίσης βραχίονα (Nāgadanta) με προτομή άρρενος από το Βρετανικό Μουσείο (BM 1892,1103.78).
[7]. Βλ. ανάρτηση: ΙΝΔΙΚΑ ΒΟΥΔΙΣΤΙΚΑ ΙΕΡΑ ΤΥΠΟΥ CHAITYA.
[8]. Nakamura and Okazaki 2016; Brancaccio and Behrendt 2006, p. 86 (μοναστικός χώρος Kālawān, Taxila). Ομοίως οκτάγωνο κτίσμα αναφέρεται στην περιοχή της νεώτερης στούπας Nawbahar (https://networks.h-net.org/node/GROUP_NID/discussions/82946/query-octagonal-monastery-discovered-northern-afghanistan). Για το συμβολικό φορτίο του οκταγώνου βλ. Cirlot (Cirlot 1990), σημειώνεται δε ότι η στήλη του Ηλιοδώρου υπήρξε οκταγωνικής διατομής, το δε σχήμα υιοθετείται και σε κίονες Βουδιστικών ιερών, όπως και σε Βουδιστικά οκτάγωνα κιβώτια λειψάνων ή φυλακτών. Το οκτάγωνο (sikhara) φαίνεται να συμβολίζει την κοσμική κορυφή ή κοσμικό όρος  (Mount Meru), συχνά δε το σχήμα τοποθετείται στην κορυφή Ινδικών ιερών. Στον Χριστιανισμό ο αριθμός οκτώ συμβολίζει την μετά θάνατον ζωή, την ανάσταση! Γιά τον συμβολισμό του 8 βλ. επίσης το άρθρο: Savvides 2021, p. 418.
[9]. Nakamura and Okazaki 2016, p. 38.
[10]. Rienjang 2021. Στην Dharmarajika συναντούμε ψευδο – αετώματα με παράσταση στεφάνου και την ουρά Τρίτωνα. Στέφανος απαντάται και στην Butkara I (Filigenzi 2010, fig. 1).
[10a1]. Faccenna  2004. Η περιγραφή ανήκει στην Dentzer-Feydy Jacqueline = J. D.-F., στο: Bulletin analytique d'architecture du monde grec. Dans Revue archéologique 2006/2 (n° 42), pages 307 à 412.
[10a2]. Faccenna 2007, pp. 173-174.
[10a3]. Olivieri 2022, p. 105: Kuwayama’s hypothesis on the direct origin of the podium from the Roman world is not convincing.
[10a4]. Olivieri 2022, pp. 175-176.
[10a5]. Enenkel, K. A. E, and K. A. Ottenheym. 2019, figs. 8.5, 8.6, 8.8. Τετράγλυφο υιοθετήθηκε στο Ρωμαϊκό θέατρο της Arl (Θυλίνη των Φωκαέων), στο Αναγεννησιακό Hôtel de Donines (Arles), στο Château of Uzès (Gard) κ.α. Επίσης απαντάται στ ταφικό μνημείο των THOMAS AND MARY ACTON (1581), <https://churchmonumentssociety.org/monument-of-the-month/thomas-and-mary-acton-erected-1581-tenbury-wells-worcestershire>.
[11b]. https://www.livius.org/pictures/lebanon/baalbek-heliopolis/baalbek-temple-of-jupiter/baalbek-temple-of-jupiter-shrine/baalbek-temple-of-jupiter-shrine-gargoyle-1/. Ο Stoneman σημειώνει ότι ο κρουνός εκροής μορφής λέοντος, υιοθετηθείς στην Ινδική αρχιτεκτονική κατάληξε στο Kirtimukha (Sanskrit: कीर्तिमुख ,kīrtimukha, also kīrttimukha, a bahuvrihi compound translating to "glorious face" - is the name of a swallowing fierce monster face with huge fangs, and gaping mouth, very common in the iconography of Hindu temple architecture in India and Southeast Asia, and often also found in Buddhist architecture). Stoneman 2019, p. 434, fig. 15.1. Από την άλλη ωρισμένοι συγγραφείς συνδέουν το Kirtimukha με τον ουροβόρο (Nesky 2006). Ελληνική θεωρεί την προέλευση του Ινδικού kīrtimukha και ο Marshall (Svobodová 2018, p. 15, n. 112).
[11]. https://classicalmonuments.tumblr.com/post/181425842768/city-of-labraunda-anatolia-turkey-after-delphi
[12]. Heinz 2013, pl. 60: 3. Το Μαυσωλείο στο Belevi Εφέσου είναι μνημειώδης Ελληνιστικός τάφος υπολειπόμενος κατά το μέγεθος μόνον του Μαυσωλείου Αλικαρνασσού. Προορίζετο γιά τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο (β. 323-301 π.Χ.) ή τον Λυσίμαχο (β. 323-281), πιθανώς δε χρησιμοποιήθηκε επίσης εν συνεχεία γιά τον Σελευκίδη Αντίοχο II Θεό (β. 261–246 π.Χ.) π.Χ.
[13]. Faccenna and Salomon 2007, fig. 1.
[14]. Zin 2020, fig. 1; Zin 2018, fig. 7. Πρόκειται για λεπτομέρεια από το ανάγλυφο: Gandhara, Sikri, Lahore Museum, no. 1277. Στα ανάγλυφα που απεικονίζουν, για παράδειγμα, τις θείες οντότητες nāgarāja Kālika, που αναδύθηκαν από τον ποταμό Nairañjanā για να επαινέσουν τον Bodvisattva στην διαδρομή του πρός την φώτιση, τα πνεύματα nāga φαίνονται να στέκονται μέσα σε ένα φρέαρ του οποίου η παρουσία σηματοδοτείται από στόμιο εκροής ύδατος σχήματος λεοντοκεφαλής, κατά το αρχαιο-ελληνικό πρότυπο. Οι λεοντοκεφαλές, υιοθετούμενες στην κλασική Ελληνική αρχιτεκτονική σε στόμια για την αποστράγγιση ομβρίων ιερών και κτισμάτων εν γένει, εδώ χρησιμοποιούνται με παράλληλη σκοπιμότητα να μας υποβάλλουν / υπαινιχθούν την ύπαρξη του υδάτινου στοιχείου το οποίο με την σειρά του συνδέεται με τα θεία όντα naga του Βουδισμού ..
[15]. Pons 2014, p. 77; Koizumi 2011, p. 309, pl. 216.
[16]. Bopearachchi 2011.
[17]. Bopearachchi 2011, fig. 1.
[18]. Bopearachchi 2011, p. 357. Για το θέμα βλέπε και Tanabe 2005; 2019!
[18a]. Katsumi Tanabe 2008, fig. 9. BM 1880.29. Gandhara School, Kushan, 2/3 αι. μ.Χ.
[19]. Hameed et al. 2017; Nakamura and Okazaki 2016, p. 39, fig. 29.
[20]. Rahmaan 2017. Το Kanjur είναι μια πορώδης μορφή ιζηματογενών πετρών χρησιμοποιούμενων στην Gandhara.
[21]. Ο Αγγλικός όρος είναι diaper masonry, βλ. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/0/0c/Masonry_wall_-_Southern_Face_of_Zar_Dheri_Stupa.jpg/1280px-Masonry_wall_-_Southern_Face_of_Zar_Dheri_Stupa.jpg.
[22]. Saeed and Khan 2001.
[23]. Bivar 1996, fig. 4.
[24]. cornis = κορωνίς / γείσο / Προκατασκευασμένα γύψινα περιμετρικής τοποθετήσεως.
[25]. Nishioka 2001, pl. 9, nos. 1.3; S 114, S 13, S 85.
[26]. Faccenna 2005, p. 96, n. 10.
[27]. Waldner 2020, p. 90, fig. 17 b. Κατά μία άποψη πρόκειται για μαυσωλείο της Αρσινόης IV, αδελφής της Κλεοπάτρας Φιλοπάτορος.
[27a]. 
[28]. Η στούπα Dharmarajika, αναφερόμενη επίσης ως η Μεγάλη Στούπα στα Taxila, είναι μια βουδιστική στούπα κοντά στην προαναφερθείσα θέση του Πακιστάν, χρονολογούμενη από τον δεύτερο αιώνα μ.Χ. που κτίστηκε για να στεγάσει λείψανα οστών του Βούδα.
[29]. Faccenna 2005, p. 99.
[30]. Faccenna 2005, p. 99, n. 13. Παράδειγμα από την Ρώμη αποτελεί ο Τάφος των Στεφάνων, που χρονολογείται στα μέσα του πρώτου αι. π.Χ. Το λοξό στήριγμα ή βραχίων υιοθετείται σε οκτάγωνα κτίρια, όπως στο Οκτάγωνον της Εφέσου του ύστερου πρώτου αι. π.Χ. - όπου υπάρχουν ενδιάμεσες εσοχές και άνθη λωτού μαζύ με λεοντοκεφαλές. Ανάλογο είναι το παράδειγμα του Πύργου των Αέρηδων στην πλάκα, όπου την σίμη κοσμούσαν ανάγλυφες λεοντοκεφαλές με καθαρά διακοσμητικό ρόλο, χωρίς καμμία χρηστικότητα, καθώς δεν χρησιμοποιούνταν ως υδρορροές. Την περίσταση κάλυπτε μαρμάρινη οροφή, όπου τα φατνώματα κοσμούνταν με ρόδακες και άνθη (Ντόουσον 2008).
[31]. Fergusson and Burgess 1880, p. 536.
[32]. Texier and Pullan 1865, pl. I. 
[33] Στις στενές πλευρές των ναών - πρόσθια και οπίσθια πλευρά - ο τριγωνικός τοίχος λεγόταν ‘τύμπανο’ (επίπεδο) του αετώματος το οποίο και περιβαλλόταν με γείσο (προεξοχή). Οι αρχαιότεροι ναοί είχαν μία μόνον πρόσοψη, συνεπώς και ένα μόνο αέτωμα.
[33a]. Fergusson and Burgess 2013 [1880], pp. 523-524, pl. XCVL: 5.
[34] Fergusson and Burgess 1880, p. 515; DeCaroli 2000, pp. 262, 271.
[35] Anandajoti Bhikkhu.
[36]. DeCaroli 2000, p. 271. Στα σπήλαια Kizil επίσης περιλαμβάνονται απεικονίσεις του Ηλίου αντλούντες από Ελληνικά υποδείγματα (Tianshu Zhu 2003; Liu Xin 2019).  Άλλωστε το γκροτέσκο ύφος της Αλεξανδρινής τέχνης και οι δημοφιλείς αναφορές σε σκελετούς - κρανία διαχύθηκαν ευρύτερα, όπως αποδεικνύει απεικόνιση κρανίου στο ακολουθούν περιθώριο τοιχογραφίας από το σπήλαιο 212 'των ναυτικών' (Kizil) ζωγραφισμένο από αυτόν από την Rumakama (Syria) .. Ακόμη στην στούπα Kanaganahalli (Sannati) υπάρχουσες ανάγλυφες πλάκες φέρουσες παράσταση φανταστικών τεράτων έχουν αποδοθεί σε Ελληνιστική επιρροή (Hema Thakur 2017, p. 175). Στην στούπα Amluk-dara άλλωστε η Αφροδίτη και ο Ηρακλής (AKD 97 and 98) εμφανίζονται ως φύλακες της εισόδου! (Olivieri and Filigenzi 2018). 
[36a]. Rajesh Kumar Singh 2020.
[37]. Fergusson and Burgess 1880, p. 278.
[37a]. Rajesh Kumar Singh 2020.
[38] Fergusson and Burgess 1880, pp. 85-86, n. 3. Για άλλους Σειληνούς στην αρχαία Ινδική τέχνη βλ. n. 1 στην σελ. 86 ό.π.
[39] Fergusson and Burgess 1880, p. 82, p. I : 4; Katak_Rani_Ka_Nur_relief.jpg.
[40]. http://media.vam.ac.uk/collections/img/2006/AY/2006AY0595_2500.jpg. Collections of V&A Museum: http://collections.vam.ac.uk/item/O115212/copy-of-painting-inside-the-oil-painting-none/.
Αυτή η σκηνή τοποθετείται σε ένα βραχώδες, καταπράσινο τοπίο. Απεικονίζονται πέντε γυναίκες στο κέντρο, μερικές από αυτές κρατούν προσφορές στα χέρια τους. Οι δύο στο κέντρο και μία στην δεξιά πλευρά φορούν περίτεχνα φορέματα και κοσμήματα, είναι δηλαδή πλούσιες γυναίκες που φέρουν προσφορές στο ιερό.
Κάτω από αυτές στην κάτω αριστερή γωνία υπάρχει μια ομάδα τεσσάρων καθισμένων παιδιών που παίζουν ένα παιχνίδι και υπάρχουν δύο ακόμη παιδιά στην δεξιά πλευρά που παίζουν με μπαστούνια. Πάνω από αυτά στην επάνω δεξιά γωνία υπάρχει ένα παχουλό πνεύμα που πετά προς το ιερό, μεταφέροντας δώρα και στην επάνω αριστερή γωνία είναι δύο άντρες που είναι πιθανότατα να είναι Brahmakayikas, θεοί από τον δεύτερο κόσμο του Brahma, καθώς φορούν απλά ρούχα όπως αυτό του ασκητή. Ζωγραφικό έργο προερχόμενο από το αριστερό παρεκκλήσι μέσα στο σπήλαιο 2. Το παρεκκλήσι είναι αφιερωμένο στο ζεύγος των Yaksha: Hariti και Kubera που απεικονίζονται επί λίθου στο κέντρο. Και στις δύο πλευρές της λίθινης απεικονίσεως υπάρχουν πίνακες στους τοίχους, από τους οποίους αυτός είναι ένας. Οι πίνακες απεικονίζουν τους επισκέπτες να παίρνουν προσφορές στο ζεύγος Yaksha.
[41]. Την άποψη για την ύπαρξη Ελληνικών και Ρωμαϊκών επιρροών σε έργα της Ajanta έχει υποστηρίξει και η γνωστή καλλιτέχνις Christiana Herringham η οποία ασχολήθηκε με την αντιγραφή των έργων της Ajanta στις αρχές του εικοστού αι. (Parimoo et al. 1991, p. 35; Herringham 1998). Άλλωστε στο σπήλαιο 19 σημειώνεται (Om Datt Upadhya 1994, pp. 110, 221) η υιοθέτηση του Ιωνικού κυματίου (egg and dart), ενώ την ίδια άποψη υποστηρίζει και ο Fischer-Hansen (Fischer-Hansen 1988, p. 144), αναφέροντας επί λέξει: "In the Gandhāra reliefs Greek mouldings such as bead - andreel and egg - and - dart are used frequently, and the vine scroll is one of several Hellenistic ornamental motifs". Όσον αφορά στην γλυπτική η carolinarh σημειώνει: ". . τα πιο διάσημα σπήλαια της Ajanta είναι τα Chaityas 19 και 26, τα οποία είναι γεμάτα από ωραίες και κομψές ανθρώπινες μορφές, στις οποίες παρατηρείται συχνά η τριπλή κάμψη που δίνει διαφορετική κλίση στην κεφαλή, στο στήθος και στα πόδια τους. Αυτή είναι μια εικόνα που παραπέμπει στην ελικοειδή - σιγμοειδή μορφή του σώματος στα ελληνικά γλυπτά του Πραξιτέλους και ονομάζεται θέση tribhanga στις κλασικές πραγματείες της ινδουιστικής αισθητικής (carolinarh 2018). Επιπρόσθετα σε άρθρο της UNESCO σημειώνεται σχετικά: "Οι τοιχογραφίες είναι ζωγραφισμένες σε αυτό που έμελλε να αποτελέσει ένα ύφος χαρακτηριστικό της Ινδικής υποηπείρου, αλλά με ορισμένα στοιχεία όπως η χρήση της προοπτικής, του επιχρίσματος από ασβέστη και της όψεως τριών τετάρτων των μορφών, τα οποία υποδηλώνουν μιάν Ελληνιστική (Αρχαία Ελληνική) επιρροή" (https://en.unesco.org/silkroad/content/cultural-selection-silk-roads-legacy-ajanta-cave-paintings). Υιοθέτηση του κυματίου έχει εντπιστεί και στο σπήλαιο 19 της Ajanta (Om Datt Upadhya 1994, pp. 110, 221). Επίσης ο Stoneman (Stoneman 2019, pp. 459-460) διατύπωσε την άποψη ότι: Κατά τη γνώμη μου, οι πίνακες στο Ajanta θα μπορούσαν να ήταν φτιαγμένοι από έναν Έλληνα (Μακεδόνα) παρατηρώντας με προσήλωση τη ζωή των Ινδιάνων γύρω του. Αναλόγως ο Vincent Smith το 1889 υποστήριξε ότι η τέχνη του Ajanta ήταν αδύνατη χωρίς την ελληνική επιρροή, ενώ ταυτόχρονα είχε χαμηλή γνώμη για την ποιότητά της (Stoneman 2019, p. 432, n. 24).
[42]. Maharastra State Gazetteers, Government of Maharastra, Aurangabad District (revised edition), 1977. Ajanta.
[43]. Nimmo 2016, p. 11. Βλ. επίσης την εικόνα: <http://www.indian-heritage.org/painting/ajanta/celng9.jpg>.
[44] Αυτός ο πίνακας διακοσμούσε την οροφή του κύριου ιερού στο εσωτερικό του σπηλαίου 2 στην Ajanta. Διαθέτει ρόδακα λωτού στο κέντρο από τον οποίο εκκινούν ομόκεντρες ζώνες. Κάθε ζώνη διαθέτει διαφορετικό σχέδιο στο εσωτερικό. Αμέσως μετά τον ρόδακα απεικονίζονται τρεις κύκλοι απλού χρώματος και μετά ένας κύκλος με διαφορετικούς τύπους ανθέων. Ακολουθούν δύο ακόμη απλοί δακτύλιοι και εν συνεχεία μια μεγάλη ζώνη ασπρόμαυρων γεωμετρικών σχεδίων. Αυτή η ζώνη περιβάλλεται από τρεις απλούς δακτυλίους. Στις τέσσερεις γωνίες ευρίσκονται μικροί νάνοι με γλυκά πρόσωπα και μεγάλες κοιλιές. Πετούν προς το Βούδα και φέρουν στα χέρια τους προσφορά δίσκων με άνθη, περιβάλλονται δε από νέφη. Το αντίγραφο φυλάσσεται στο V & Museum (Museum number:
IS.139-1885, http://collections.vam.ac.uk/item/O117822/copy-of-painting-in-the-painting-none/).
[45]. Dalrymple 2014. Ανάλογες απόψεις υπεστήριξε και ο Glancey (Glancey 2015), γράφοντας χαρακτηριστικά: 'Όπως και τα έργα αρχιτεκτονικής του 1ου αιώνα μ.Χ., αυτοί οι πίνακες έδειξαν αξιοσημείωτη συγγένεια με την κλασική ελληνική τέχνη'.
[46]. Βλ. και: Cultural Selection: The Silk Roads Legacy of the Ajanta Cave Paintings (UNESCO, https://en.unesco.org/silkroad/content/cultural-selection-silk-roads-legacy-ajanta-cave-paintings).
[47]. Inv. nos.: MG 19157, https://l.facebook.com/l.php?u=https%3A%2F%2Fdepts.washington.edu%2Fsilkroad%2Fmuseums%2Fmg%2Fhadda.html%3Ffbclid%3DIwAR3EkYq5y-1xnQAY1bVaoU6UYLbq3AzuKLgGxH1d6ertH5OnbJLJ55pdoGs&h=AT0scHuhAoTF5RtNJLQUTa_SVDjeMu0IndBRyXgPsSRq1InXk9qmbdRGdOZzVqI2YfCLgPXNvUTYJPtN7U582yk1TUAiBTkyJUQWRGsePO0NeoH14VDTE_iQBwGpd7-IUDpG71FldKSUbwMkxuGO&__tn__=-UK*F.
[47a]. Zhang He 2019, fig. 39.
[48]. Deshpande 1973, pl. XI. Το αντίγραφο φυλάσσεται στο V & Museum (Museum number: IS.138-1885, http://collections.vam.ac.uk/item/O119016/copy-of-painting-inside-the-oil-painting-none/)
[49]. Deshpande 1973, p. 1; Parimoo, Deepak Kannal, Shivaji Panikkar, Jayaram Poduval, and Sharma 1991, p. 19. 
[50]. Right shrinelet (right to the sanctum), left to the Buddha. Derivative work on 19th century copy of 1st century BCE to 5th century CE Ajanta Cave 2 painting Hariti and Kubera.jpg
[51]. Schnabel 2016.  Έργα του ζωγράφου / γλύπτη είναι εμπνευσμένα από την εικονογράφηση των σπηλαίων Ajanta και εκτίθενται στο Dallas Museum of Art. Βλ. σχετικώς και: <https://collections.dma.org/artwork/5333280>.
[52]. Zin 2015, p. 380, fig. 1, n. 6. Βλέπε επίσης και τις fig. 2, 3 για απεικόνιση του vidusaka, χαρακτήρα σχετιζομένου ή και προερχομένου από τον μίμο της Ελληνιστικής περιόδου.
[53]. Wikipedia Commons.
[54]. Schlingloff 2011, pp. 347-350, fig. 19; Derrett 2006.
[58]. Carus 1902.
[58a]. Victoria & Albert Museum no. IM 172-1926
[59]. Kuwayama 2002; Kuwayama 2007, p. 202, n. 1; Sengupta 2021, n. 17.
[60]. Johnson 1996.
[61]. Clark Reeder 1992, p. 268; Savvides 2021, p. 397.
[62]. Παράβαλλε επίσης το κυκλικό ταφικό μνημείο γνωστό ως Ηρώον του Κινέα στα Τάξιλα με την αρχαιότατη επιγραφή του 300 π.Χ. και το Φιλίππειον στην Ολυμπία (Invernizzi 2011, fig. 12), <https://www.facebook.com/permalink.php?story_fbid=407409777698918&id=100052896971032&__cft__[0]=AZVQHb9r-kNRRIE73w--Xafyzaz8CuzshAYhvc03WkVmUr5ntaunDBdfljyR7OwQYnXkZABcuUXngvD8e0UTB4bSgsUhBnThjKeJ979lHUopjdTODz7qLHKQmqR_ztEsTX0&__tn__=%2CO%2CP-R>!
[63]. Βλ. εκπαιδευτικό υλικό του MIT ( http://web.mit.edu/course/21/21h.405/www/AugustusAndHadrian/augustus_archi.html?fbclid=IwAR0TgLcbNqJiEcA5iWVPr3_ktL240wG2kVM1zB4ny3LpgfkOlzpbZmGRd7U).
[65]. Haynes, Peverett, Rienjang 2020, fig. 8.
[66]. Srinivasan (Faccenna) 2007, fig. 7.14.
[70]. Olivieri and Filigenzi 2018 (https://www.facebook.com/permalink.php?story_fbid=pfbid02MP9qxmtohuPyqqX9ohhUfJH8f2ZpgTgBDTujKpQoU2FmAb3c2vUFwraAqPa6WHcAl&id=100052896971032&__cft__[0]=AZWgTJZwqTdVpLV0xMa8EsAVO2-dpIfTZGx6lfIn08R_0J7qk9ezHjwgb0QioE7CNb9i9H_CheP5HERb1Zvji7TP9nK5wRCC7gqZ_VWNAdpZmQ&__tn__=%2CO%2CP-R).
[72]. Coloru, Lori, Olivieri  2021, n. 4. 
[74]. Émblema, plaster, Termez (after Leriche 2015, fig. 24).
[80]. Olivieri 2022, p. 171.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Fergusson, J. , J. Burgress. 2013 [1880]. The cave temples of India, London.

https://www.academia.edu/38803912/The_Figure_with_a_Bow_in_Gandh%C4%81ran_Great_Departure_Scenes_Some_New_Readings?email_work_card=title
Pons, J. 2014. “The Figure with a Bow in Gandhāran Great Departure Scenes. Some New Readings,” Entangled Religions 1 (2), pp. 15-94.

Saeed, T. and Rustam Khan. 2001. "A new collection of Gandhara sculptures from Zar Dheri Hazara division," The Archaeologial Review 8-10, pp. 133-176.

Anis ur Rahmaan. 2017. Evolution of Town Planning in Pakistan: With a Specific Reference to Punjab Province, Xlibris.

https://books.google.gr/books?id=diREDwAAQBAJ&pg=PT41&lpg=PT41&dq=Kanjur+plaster&source=bl&ots=VFfCPdWH7W&sig=ACfU3U2geNdzEHxLqUf9iMoB0jOAhut8kg&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwian5O6sfXtAhWh6uAKHRkHAgsQ6AEwDnoECBAQAg#v=onepage&q=Kanjur%20plaster&f=false 

Nishioka, Y. 2001. Preliminary Report on a Gandharan Buddhist Cultural Study and the Database of the Relics from Zar Dheri, Tokyo.

Faccenna, D. 2005. “On Two Cornice Segments from Dharmarajika, Taxila,” East and West 55 (1/4), pp. 81-102.

Boyd, T. D. 1978. "The Arch and the Vault in Greek Architecture," AJA 82 (1), pp. 83-100.
https://www.jstor.org/stable/503797

https://www.academia.edu/14260827/In_Search_of_Utpalavarna_in_Gandharan_Buddhist_Art
Bopearachchi, O. 2011. “In Search of Utpalavarna in Gandharan Buddhist Art,” in Un impaziente desiderio di scorrere il mondo. Studi in onore di Antonio Invernizzi per il suo settantesimo compleanno, Firenze, pp. 353-368. 

Koizumi, Y. 2011. “Stone Sculptures,” in Zar Dheri Archaeological Excavation of an Ancient Buddhist Site in Pakistan (Tokyo National Museum), Tokyo, pp. 297-320.

Ντόουσον, Μ. - Δ. 2008. "Έφεσος (Αρχαιότητα), Οκτάγωνο," Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία, URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12625> (31 December 2020).

https://www.academia.edu/35584860/The_Origin_and_Development_of_Cross_planned_Stupa_New_Perceptions_based_on_Recent_Discoveries_from_Bhamala
Hameed, A., A. Samad, M. Kenoyer, Shakirullah Khan. 2017. “The Origin and Development of Cross-planned Stupa: New Perceptions based on Recent Discoveries from Bhamala,” Gandhāran Studies 11, pp. 35-52.

Waldner, A. 2020. Die Chronologie Der Kuretenstrasse. Archäologische Evidenzen zur Baugeschichte des unteren Embolos in Ephesos von der lysimachischen Gründung bis in die byzantinische Zeit (Forschungen in Ephesos XI/4),  OEAW.
https://www.austriaca.at/9783700183419
https://verlag.oeaw.ac.at/kategorie_149.ahtml
https://digi.ub.uni-heidelberg.de/diglit/fie_bd11_4

Heinz, R. 2013. Das Mausoleum von Belevi (Forschungen in Ephesos VI/1),  OEAW.
https://austriaca.at/9783700175285.pdf

https://www.mukogawa-u.ac.jp/~itcs/publications/IU_vol6/pdf/IU_vol.6_31-43.pdf
Nakamura, Y., and S. Okazaki. 2016. “The Spatial Composition of Buddhist Temples in Central Asia, Part 1: The Transformation of Stupas,” Intercultural Understanding 6, pp. 31-43.

Brancaccio, P. and K. Behrendt. 2006. Gandharan Buddhism: Archaeology, Art, and Texts, Vancouver.

https://books.google.gr/books?id=e3GHFkkckU0C&pg=PP58&lpg=PP58&dq=Greek+octagon+in+stupa&source=bl&ots=nynQQOEJLG&sig=ACfU3U3qHilh8qVQ39Zq50DiZ8RMgUzzlQ&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwiC6amzy__tAhWU3YUKHX9oBxw4FBDoATAJegQICRAC#v=onepage&q=Greek%20octagon%20in%20stupa&f=false
Cirlot, J. C. 1990. Dictionary of Symbols, London.

Strauch, I. 2012. "The Character of the Indian Kharoṣṭhī Script and the 'Sanskrit Revolution': A Writing System Between Identity and Assimilation," in The Idea of Writing. Writing Across Borders, ed. A. de Voogt and J. F. Quack, Leiden / Boston, pp. 131-168.

DeCaroli, R. 2000. “Reading Bhājā: A Non-Narrative Interpretation of the Vihāra 19 Reliefs,” East and West 50 (1/4), pp. 259-280.
https://www.jstor.org/stable/29757456

Anandajoti Bhikkhu. . “Bhājā Caves, Lonavala, Maharasthra,” https://www.photodharma.net/India/Bhaja-Caves/Bhaja-Caves.htm?fbclid=IwAR0EyhpTSS8Y7nQ6Q3UyO4msD0-ga6Po7OqCmIaiZdhpeYdkEaHQeeyH0UY (11 January 2021).

Texier, C. and Pullan, R. P. 1865. Principal Buildings in Asia Minor, London.
https://digi.ub.uni-heidelberg.de/diglit/texier1865/0066

Samad, R. U. 2011. The Grandeur of Gandhara: The Ancient Buddhist Civilization of the Swat, Peshavar, Kabul and Indus Valleys, New York.
https://books.google.gr/books?id=pNUwBYGYgxsC&pg=PA112&lpg=PA112&dq=classic+architectural+elements+in+Buddhist+viharas&source=bl&ots=K1O-6yw2ro&sig=ACfU3U2XXDyT9BiJNkOibhBChlFESm3cbg&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwiR1NealpTuAhVPa8AKHaX8Dpo4HhDoATAJegQIBhAC#v=onepage&q=classic%20architectural%20elements%20in%20Buddhist%20viharas&f=false

Dalrymple, W. 2014. “The Ajanta cave murals: 'nothing less than the birth of Indian art',” The Guardian, < https://www.theguardian.com/artanddesign/2014/aug/15/mural-ajanta-caves-india-birth-indian-art> (12 January 2021).

https://cultural.maharashtra.gov.in/english/gazetteer/aurangabad/AURANGABAD.htm
Maharastra State Gazetteers, Government of Maharastra, Aurangabad District (revised edition), 1977. "Ajanta," Bombay, < https://cultural.maharashtra.gov.in/english/gazetteer/aurangabad/chap19/AJANTA.htm> (12 January 2021).

Parimoo, R., Deepak Kannal, Shivaji Panikkar, Jayaram Poduval, and Indramohan Sharma. 1991. The Art of Ajanta: New Perspectives I, New Delhi.

https://www.repository.cam.ac.uk/bitstream/handle/1810/243096/bot_10_03_full.pdf?sequence=1
http://www.digitalhimalaya.com/collections/journals/bot/
Deshpande, M. N. 1973. “Buddhist Art of Ajanta and Tabo,” Bulletin of Tibetology X (3), pp. 1-44.

https://archive.org/details/in.gov.ignca.83267/page/n15/mode/2up
Herringham, L. 1998. Ajanta frescoes, New Delhi.

Nimmo, S. 2016. “The White Elephant and The Buddha. The significance of the elephant on the ceiling of Cave 1 at Ajanta,” <https://www.researchgate.net/publication/310914633_The_White_Elephant_and_The_Buddha_The_significance_of_the_elephant_on_the_ceiling_of_Cave_1_at_Ajanta>  (14 January 2021).

Glancey, J. 2015. "The Ajanta Caves: Discovering lost treasure," BBC Culture, <https://www.bbc.com/culture/article/20150223-uncovering-caves-full-of-treasure> (14 January 2021).

Κονιδάρης, Δ. 2021. Ο Κινεζικός πολιτισμός και οι Ελλαδικές επιδράσεις, Αθήνα.

Faccenna, D., and R. Salomon. 2007. "The Sacred Area of Butkara I, Stūpa No. 27: Location Letters and Marks," East and West 57 (1/4), pp. 113-126.

https://www.beazley.ox.ac.uk/XDB/DMS/%7B762B3E5F-1EBB-4EF9-AC5D-7AC5E6890FE7%7D.pdf
Rienjang, W. ”Dharmarajika, Taxila,” Gandhara Connections website, <http://www.carc.ox.ac.uk/GandharaConnections/otherResources.htm>, (2 February 2021).

Schnabel, N. 2016. "Sinnlichkeit aus rohem Holz – Ernst Ludwig Kirchners 'Tanzende Frau'," <http://syndrome-de-stendhal.blogspot.com/> (5 February 2021).

https://www.mdpi.com/2077-1444/11/3/103/htm
Zin, M. 2020. “Traces of Reciprocal Exchange: From Roman Pictorial Models to the World’s Earliest Depictions of Some Narrative Motifs in Andhra Reliefs,” Religions 11(103), pp. 1-20.
https://doi.org/10.3390/rel11030103

Zin, M. 2018. "Gandhara & Andhra: Varying Traditions of Narrative Representations (Some observations on the arrangement of scenes citing the example of the Bodhisatva crossing the river Nairañjanā)," Indo-Asiatische Zeitschrift 22, pp. 6–17.

https://books.google.gr/books?id=LCPx0R1TqOMC&pg=PA221&lpg=PA221&dq=egg+and+dart+motif+in+Buddhism&source=bl&ots=7thYZkRNkx&sig=ACfU3U2YwOQzTb_IUiWHB_U3FTbVz9aH1w&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwjXw9e3nIDvAhUhIMUKHYB2CxYQ6AEwDnoECBIQAw#v=onepage&q=egg%20and%20dart&f=false
Om Datt Upadhya. 1994. The Art of Ajanta and Sopoćani: A Comparative Study: an Enquiry in Prāṇa Aesthetics, Delhi. 

Fischer-Hansen, T. 1988. East and West: Cultural Relations in the Ancient World, Museum Tusculanum.

Tanabe, T. 2019. "Courtesan and Brothel in Gandharan Art," Ancient Punjab 7, pp. 24-51.

K. Tanabe, 2005. "Symbolic Meaning of Toileting Lady in Gandharan Buddhist Reliefs", Bulletin of the Ancient Orient Museum XXV, 2005, p. 73-86.
 
Bivar, A. D. H.  1996. "Zar Dheri: An unrecorded Gandhara stupa and a possible provenance," South Asian Studies 12, pp. 139-145.
DOI: 10.1080/02666030.1996.9628516, To link to this article: http://dx.doi.org/10.1080/02666030.1996.9628516

Katsumi Tanabe. 2008. “Gandhāran Bodhisattva Maitreya Image – Soteriological Function of Ketos and Eros,” in Miscellanies about the Buddha Image (BAR International Series 1888), ed. C. Bauyze – Picron, pp. 97-108.

https://www.academia.edu/25454151/The_jester_and_the_vid%C5%AB%E1%B9%A3aka_in_Festschrift_Heidrun_Br%C3%BCckner
Zin, M. 2015. “The jester and the vidūṣaka,” in Studies in Indian Culture and Literature, ed. A. A. Esposito, H. Oberlin, B. A. Viveka Rai, K. J. Steiner, Wiesbaden, pp. 379-396.

https://docplayer.net/199080862-Two-more-homeric-scenes-in-india.html
Derrett, J. D. M. 2006. “Two more Homeric Scenes in India,” Archiv Orientalni 74, pp. 173-181.

Schlingloff, D. 2011. Ajanta, Handbook of the Paintings I: Interpretation, Wiesbaden.

carolinarh. 2018. “ART OF CLASSICAL INDIA I, Gupta period, beginning of the Classical Period (ca. 320 C.E. – ca. 550 C.E.).,” in ArS Artistic Adventure of Mankind, < https://arsartisticadventureofmankind.wordpress.com/2018/04/15/art-of-classical-india-i/?wref=tp> (07 July 2021).

https://opensiuc.lib.siu.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=1510&context=ocj
Carus, P. 1902. "Mahayana Doctrine and Art. Comments on the Story 'Amitabha'," The Open Court 9 ( 6), pp. 562-566.

https://core.ac.uk/download/pdf/39251127.pdf
Kuwayama, S. 2002. "The Wheel-shaped Structure inside Stupa: A Hidden Import from Augustan Rome," in Across the Hindukush of the First Millennium: a collection of the papers, pp. 44-68.

Clark Reeder, J. 1992. "Typology and Ideology in the Mausoleum of Augustus: Tumulus and Tholos," Classical Antiquity 11 (2), pp. 265-307.

https://www.academia.edu/4116178/The_Mausoleum_of_Augustus_Etruscan_and_Other_Influences_on_Its_Design
Johnson, M. 1996. "The Mausoleum of Augustus: Etruscan and Other Influences on Its Design," in Etruscan Italy, ed. J. F. Hall, Provo, pp. 217-239.

https://www.jstor.org/stable/29757726?seq=1#metadata_info_tab_contents
Faccenna, D. 2007. "Columns at Dharmarajika (Taxila)," East and West 57 (1/4), pp. 127-173.

https://books.google.gr/books?id=dCz8NczNbcMC&pg=PA201&lpg=PA201&dq=KA%C3%91J%C3%99R+Ashlar+and+Diaper+Masonry.+Two+Building+Phases+in+Taxila+of+the+first+century+A.D.&source=bl&ots=zBZERSflCD&sig=ACfU3U1RMmeQQpNWzen-QCnWn78R4RxInw&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwiyhr3FwJHyAhXhhv0HHQv6C5UQ6AEwC3oECBAQAw#v=onepage&q=KA%C3%91J%C3%99R%20Ashlar%20and%20Diaper%20Masonry.%20Two%20Building%20Phases%20in%20Taxila%20of%20the%20first%20century%20A.D.&f=false
Kuwayama, S. 2007. “Kanjûr Ashlar and Diaper Masonry. Two Building Phases in Taxila of the first century A.D.,” in On the Cusp of an Era: Art in the Pre-Kuṣāṇa World, ed. D. Srinivasan, Leyden, pp. 201-231.

https://www.researchgate.net/publication/348279951_The_Earliest_Two_and_a_Half_Shrine-antechambers_of_India
Rajesh Kumar Singh. 2020. “The Earliest Two and a Half Shrine-antechambers of India,” Rocznik Orientalistyczny LXXIII (1), pp. 119–153.

https://www.persee.fr/doc/topoi_1161-9473_2011_num_17_1_2403
Invernizzi, A. 2011. "Parthian Art – Arsacid Art," Topoi. Orient-Occident 17 (1),  pp. 189-207.

https://www.cairn.info/revue-archeologique-2006-2-page-307.htm
“Bulletin analytique d'architecture du monde grec,” Revue archéologique 42 (2), 2006, pp. 307-412. 
88. 
Faccenna, D.  2004. "Fregio dorico nel Gandhara ?," in Sudi di archeologia in onore di Gustavo Traversari, ed. E. Franco Santi, Rome,  pp. 317-326.

http://www.transoxiana.org/Eran/Articles/tianshu.html
Tianshu Zhu. 2003. "The Sun God and the Wind Deity at Kizil," Ērān ud Anērān Webfestschrift Marshak 2003, <http://www.transoxiana.org/Eran/Articles/tianshu.html> (14 September 2021).

Liu Xin. 2019. "Xinjiang’s Kizil Caves showcase history of exchanges between East and West," Aksu Source:Global Times Published: 2019/6/4 19:01:24, <https://www.globaltimes.cn/content/1153092.shtml> (6 September 2021).

http://eprints.nias.res.in/1730/1/2018-Hema-Thakur-Thesis.pdf
Hema Thakur. 2017. “Emergence of Urban Settlements in North Karnataka – c.300 BC-c.300 AD with Particular Reference to Sannati” (diss. Univ. of Mysore, India).

https://www.beazley.ox.ac.uk/PublicFiles/media/TheGlobalConnectionsOfGandharanArt/De-fragmenting%20Gandharan%20art%20-%20Haynes%20et%20al.pdf
Haynes, I., I. Peverett, W. Rienjang. 2020. "De-fragmenting Gandhāran art: advancing analysis through
digital imaging and visualization," in The Global Connections of Gandhāran Art. Proceedings of the Third International Workshop of the Gandhāra Connections Project (University of Oxford, 18th-19th March, 2019), ed. W. Rienjang and P. Stewart, pp. 251-264.

https://www.academia.edu/36175360/_On_Gandh%C4%81ran_sculptural_production_from_Swat_recent_archaeological_and_chronological_data_Wannaporn_Rienjang_Peter_Stewart_eds_Problems_of_Chronology_in_Gandh%C4%81ran_Art_Archaeopress_2018
Olivieri, L. M. and A. Filigenzi. 2018. "On Gandhāran sculptural production from Swat:recent archaeological and chronological data," in Problems of Chronology in Gandhāran Art, ed. W. Rienjang and P. Stewart, pp. 71-92.

https://books.google.gr/books?id=Mx4OEAAAQBAJ&pg=PA434&lpg=PA434&dq=Kanaganahalli+%2B+Hellenistic&source=bl&ots=Wb8-Ct8zaX&sig=ACfU3U16NON8deR3ObPLfSMds5Etqu605w&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwjqopeqx57zAhVTgf0HHfbJDaAQ6AF6BAgTEAM#v=onepage&q=Kanaganahalli%20%2B%20Hellenistic&f=false
Stoneman, R. 2019. The Greek Experience of India: From Alexander to the Indo-Greeks, Princeton / Oxford.

http://www.pittsburghts.org/downloads/winter2006.pdf
Nesky, A. 2006. "The Predator. Turning It Back on Itself," Winter 2006 Lecture Schedule (The Theosophical Society in Pittsburgh).

Young Jae Kim and Dong Soo Han. 2011. "Evolution, Transformation, and Representation in Buddhist Architecture. The Square Shrines of Buddhist Monasteries in Central Asia after the Fourth Century," Architectural Research 13 (4), pp. 31-42.

https://books.google.gr/books?id=dCz8NczNbcMC&pg=PA157&lpg=PA157&dq=Barikot+BKG+740+grotesque+mask&source=bl&ots=zB-EKL8iFM&sig=ACfU3U3UdvaudJeQYfmhgEaAxCwodqgk8w&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwjS7Lbp-sD2AhUJgP0HHU-TA2kQ6AF6BAgLEAM#v=onepage&q=grotesque%20mask&f=false
Srinivasan, D., ed. 2007. On the Cusp of an Era: Art in the Pre-Kuṣāṇa World, Brill.

https://edspace.american.edu/silkroadjournal/wp-content/uploads/sites/984/2020/03/SR-v17-2019-low-res.pdf
Zhang He. 2019. "Knotted Carpets from the Taklamakan: A Medium of Ideological and Aesthetic Exchange on the Silk Road, 700 BCE-700 CE," Silk Road 17, pp. 36-64.

https://link.springer.com/article/10.1007/s00004-020-00506-z
https://zh.booksc.eu/book/83561985/5fc31d?fbclid=IwAR0TDIGWpFDfn-zPpzkhSJn4CTyKkcqdndtnw8FxHP_tMzBTVaeLsiiNVuo
Savvides, D. 2021. "The Conceptual Design of the Octagon at Thessaloniki," Nexus Network Journal 23, pp. 395–432.
https://doi.org/10.1007/s00004-020-00506-z

Savvides, D. 2023. "Observations on the Geometry of the Monument at the Kasta Tumulus at Amphipolis," Nexus Network Journal 25, <https://link.springer.com/epdf/10.1007/s00004-023-00682-8?sharing_token=fSHe5AjSijtVnoa9BBk1H_e4RwlQNchNByi7wbcMAY4fa7qJmW7ixVVIL8Plx6th8U6LDVXnNinoG6DYP4eBSzTZnQ0Iw0fCY6R7iKzrNPsFaYEljp2IItJVdR8WO8LMv_QzILEp0iC1BEuSmgkXx6rYzeirYG6hlKrcU6l42Co%3D> (12 April 2023).

https://ia801601.us.archive.org/10/items/in.ernet.dli.2015.461066/2015.461066.The-Art_text.pdf
Om Datt Upadhya. 1994. The Art of Ajanta and Sopoćani: A Comparative Study (An Enquiry in Prāṇa Aesthetics), Delhi.

https://www.academia.edu/54741853/Circa_465_CE_and_the_Stupa_Shrine_of_the_Ajanta_Cave_11
Rajesh Kumar Singh. 2021. "Circa 465 CE and the stupa-shrine of the Ajanta cave 11," in Myth, Image, Metaphor in the Cultures of Asia and Africa, Proceedings of the 6th All-Polish Conference of Oriental Studies, ed. M. M. Dziekan, S. Filipowska and E. Siemieniec-Gołaś, Warsaw, pp. 301–373.

https://www.academia.edu/849391/Post_Gandharan_non_Gandharan_An_Archaeological_Inquiry_into_a_Still_Nameless_Period
Filigenzi, A. 2010. "Post-Gandharan / Non-Gandharan: An Archaeological Inquiry into a Still Nameless Period," in Coins, Art and Chronology II. The First Millennium C.E. in the Indo-Iranian Borderlands (Veroffentlichungen Der Numismatischen Kommission 50), ed. M. Alram, D. Klimburg-Salter, M. Inaba, M. Pfistere, pp. 389-406.

https://archive.org/details/history-of-art-janson/page/256/mode/2up?q=Hellenistic&view=theater
Janson, H. W. 2011. History of Art, The Western Tradition, 8th ed. Prentice

https://www.jstor.org/stable/10.3138/9781442677340
Fedak, J. 1990. Monumental Tombs of the Hellenistic Age: A Study of Selected Tombs from the Pre-Classical to the Early Imperial Era, University of Toronto Press.

https://books.google.gr/books?id=dCz8NczNbcMC&pg=PA165&lpg=PA165&dq=THE+ARTISTIC+CENTER+OF+BUTKARA+I+AND+SAIDU+SHARIF+I+IN+THE+PRE-KU%C3%8D%C3%80%C2%A4A+PERIOD&source=bl&ots=zB3EMN9lCD&sig=ACfU3U2AlRYM9fm5x_h7BngKvjuMQsgtSw&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwiF0J_ZxtP_AhXHDewKHTSGAhAQ6AF6BAggEAM#v=onepage&q=Gobl%201976&f=false
Faccenna, D. 2007. "The Artistic Center of Butkara I and Saidu Sharif I in the Pre-Kusāna Period," in On the Cusp of an Era: Art in the Pre-Kuṣāṇa World, ed. D. Srinivasan, Leyden, pp. 165-200.

https://oadoi.org/10.1163/9789004378216 quadrigkyph
Enenkel, K. A. E, and K. A. Ottenheym. 2019. The Quest for an Appropriate Past in Literature, Art and Architecture, Leyden / Boston.

Olivieri, L. M. 2022. "The Buddhist Stupa of Saidu Sharif I, Swat (c. 50 CE)," in Stoneyards and Artists in Gandhara, pp. 99-118.

Olivieri, L. M. 2022. "The Stupa on Podium," in Stoneyards and Artists in Gandhara. The Buddhist Stupa of Saidu Sharif I, Swat (c. 50 CE), pp. 99-118.

Konidaris, D. 2023. "Swat: Apraca & Odi Dynasties under the Hellenistic Influence," in ANAZHTHSH, <https://dnkonidaris.blogspot.com/2021/03/apraca-odi-dynasties-under-hellenistic.html> (23 June 2023).

https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/object/2972403/file.pdf
Weerasinghe, S. P. 2021. "Tholos and Vatadage: A Study of Hellenistic Influence in Ancient Sri Lankan Architecture" (θέσις ΕΚΠΑ).

https://www.degruyter.com/database/URBREL/entry/urbrel.17262513/html
Iori, E. 2021. "Ritual Deposits and Foundation of Cities in Indo-Greek Gandhāra," Religion and Urbanity Online, <https://www.degruyter.com/database/URBREL/entry/urbrel.17262513/html> (23 June 2023).

https://www.academia.edu/36175360/_On_Gandh%C4%81ran_sculptural_production_from_Swat_recent_archaeological_and_chronological_data_Wannaporn_Rienjang_Peter_Stewart_eds_Problems_of_Chronology_in_Gandh%C4%81ran_Art_Archaeopress_2018
Olivieri, L. M. and A. Filigenzi. 2018. "On Gandhāran sculptural production from Swat: recent archaeological and chronological data," in Problems of Chronology in Gandhāran Art, ed. W. Rienjang and P. Stewart, Archaeopress, pp. 71-92.

https://books.google.gr/books?redir_esc=y&hl=el&id=FgvqAAAAMAAJ&focus=searchwithinvolume&q=Greek
Parimoo, R., Deepak Kannal, Shivaji Panikkar, Jayaram Poduval, and Indramohan Sharma. 1991. The Art of Ajanta: New Perspectives I, New Delhi.

https://sino-platonic.org/complete/spp274_iranian_hellenistic_chinese_art.pdf
Svobodová, K. 2018. “Iranian and Hellenistic Architectural Elements in Chinese Art,” Sino-Platonic Papers 274, pp. 1-36.

------------------------------------
http://aliusmanbaig.blogspot.com/2019/06/butkara-i-mingora-swat.html

BUTKARA https://languagelog.ldc.upenn.edu/nll/?p=56678

https://ia802704.us.archive.org/35/items/buddhistartinind00gruoft/buddhistartinind00gruoft.pdf
Grun Wedel, A. 1901. Buddhist Art in India, transl.  Agnes Gebson, rev. Jas Burgess), London.

https://dokumen.pub/the-greek-experience-of-india-from-alexander-to-the-indo-greeks-0691154031-9780691154039.html
Stoneman, R. 2019. The Greek Experience of India: From Alexander to the Indo-Greeks, Princeton University Press.

Sengupta, A. 2021. "Buddhist and Gupta Imagery in Conjunction with Rituals and Linguistic Anthropology," <https://www.academia.edu/52108107/Buddhist_and_Gupta_Imagery_in_Conjunction_with_Rituals_and_Linguistic_Anthropology> (10 Oct. 2023).

https://cejsh.icm.edu.pl/cejsh/element/bwmeta1.element.desklight-dc9db377-0647-4da6-88fc-9328b99db173/c/Omar_Coloru_-_Elisa_Iori_-_Luca_Maria_Olivieri_110-135.pdf
Coloru, O., E. Iori, L. M. Olivieri.  2021. "Swat after the Indo‑Greeks – the City, the Sanctuaries
and the Economy. An Archaeological Overview on the Saka‑Parthian period," Studia Hercynia XXV/2, pp. 110-135.

www.ejournals.eu/electrum
Leriche, P. 2015. "La Découverte de l’Ancienne Termez, MéÉtropole de la Bactriane du Nord," Electrum 22, pp. 47–85.

Olivieri, L. M. 2022. Stoneyards and Artists in Gandhara, Edizioni CaFoscari., σελ. 171

The City-states of the Tarim basin

https://unesdoc.unesco.org/ark:/48223/pf0000119006/PDF/104612eng.pdf.multi.nameddest=119006
Litvinsky, B. A., ed. Historyof Civilizations of Central AsiaThecrossroads of civilizations: A.D. 250 to 750, Volume III (MultipleHistory Series), UNESCO Publishing.

p. 116: As to the temple court-yards of Kara-tepe, they go back to the Rhodian type east Hellenistic courtyards that hadbecome common in Bactria and the neighbouring Parthia already in third–second centuriesB.C.20 [20Staviskiy,1984, p. 133]

https://www.jstor.org/stable/24048898?read-now=1#page_scan_tab_contents
Staviskiy, B. 1984. Kara-Tepe in Old Termez. In: J. Harmatta (ed.),From Hecataeus to Al-Huwarizmi. Budapest.

https://www.jstor.org/stable/24049126?read-now=1&seq=2#page_scan_tab_contents
Altman Bromberg, C. 1997. Rev. of R. Allchin, B. Allchin, N. Kreitman, E. Errington, Gandharan Art in Context: East-West Exchanges at the Crossroads of Asia, in Bulletin of the Asia Institute (New Series) 11, pp. 210-212.

p. 21
An uncommon topic is that of Gandharan textiles ("Gandharan Textiles: A Local Craft with a Western Connection". Doris Meth Srinivasan examines the representation of textiles in Gandharan art, which she assumes replicate actual textiles manufactured in Gandhara. The various patterns, not related to Buddhist themes, are re-viewed, and some are compared to those found on Palmyrene funerary reliefs. A wheel-shaped pattern, but of a stupa plan, is the subject of "A Hidden Import from Imperial Rome Manifest in Stupas," contributed by Shoshin Kuwayama. The wheel-shaped design, which was used for more than two dozen stupas in the. South Asian subcontinent from the first century A.D. on, may have been borrowed from the Roman world, where it appears at mausolea and related sepulchral architecture, for example the Mausoleum of Augustus (28 B. 4. This similarity is inter-preted by the author to indicate that the plan was borrowed from the Romans when there was an active sea trade between Rome and India and was probably first used in Andhra Pradesh, where many Roman exports have been found. 

https://edizionicafoscari.unive.it/media/pdf/article/annali-di-ca-foscari-serie-orientale/2021/1/art-10.30687-AnnOr-2385-3042-2021-01-009.pdf
Olivieri, L. M., Iori, E. 2021. “Monumental Entrance to Gandharan Buddhist Architecture. Stairs and Gates from Swat,” Annali di Ca’ Foscari. Serie orientale 57, pp. 197-240.


Max-Weber-Koll

Kuilman, M. 2013. "Greek and Hellenistic temples," in Quadralectic Architecture – A Panoramic Review, <https://quadralectics.wordpress.com/3-contemplation/3-2-temples/3-2-2-greek-and-hellenistic-temples/> (29 March 2024).

Pant, Sushila. 1976. The Origins and Development of Stupa Architecture in India, Varanasi: harata Manisha.

https://archive.org/details/pli.kerala.rare.14891
Grünwedel, A., and J. Burgess. 1901.  Buddhist Art in India, trans. A. Gibson, London.

BUDDHIST ART IN INDIA - GREEK INFLUENCE
https://www.researchgate.net/publication/349097669_GREEK_INFLUENCE_ON_BUDDHIST_SHRINES_ELLENIKE_EPIRROE_SE_BOUDISTIKA_IERA

PIPRAHWA STUPA & HELLENISTIC INFLUENCE
https://www.academia.edu/35470662/The_Ashes_of_the_Buddha

DOI: 10.13140/RG.2.2.24106.75209

ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ & ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: 111223