ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΕΩΣ
IL PEISANDROS-SCHOLIUM E LE ORIGINI DELL’EPOS TEBANO
ΣΕΛ. 11
Τα στοιχεία του μύθου του θηβαϊκού έπους που σώζονται σε λογοτεχνικές μαρτυρίες αντιπροσωπεύουν μόνον ένα μέρος μιας ευρύτερης προφορικής παραδόσεως, η οποία επιπλέον περιελάμβανε πολλές παραλλαγές ανάλογα με τον χρόνο, τον τόπο και τα ενδιαφέροντα ή τις «καλλιτεχνικές» τάσεις των αοιδών.
Όπως για το Αργοναυτικό έπος, έτσι και για το Θηβαϊκό είναι εύλογο να πιστεύουμε ότι στην αρχαϊκή Ελλάδα οι βάρδοι γνώριζαν περισσότερες από μία Θηβαΐδες. Ο Wehrli[1] υποθέτει την ύπαρξη μιας παλαιότερης Θηβαΐδας και ενός πιό πρόσφατου Θηβαϊκού Κύκλου, αφού πιστεύει ότι ένα ποίημα που ξεκίνησε με το απόσπασμα:
Ἄργος ἄειδε, θεά, πολυδίψιον, ἔνθεν ἄνακτες
δεν θα μπορούσε να περιέχει τον μύθο του Οιδίποδα, και με βάση την ύπαρξη δύο μορφών παραπομπής: Θηβαῒδα στον Παυσανία, Απολλόδωρος και στο Certamen, Θηβαϊκός κύκλος στον Αθηναίο, σχολιαστές στον Πίνδαρο και στον Σοφοκλή. Αλλά δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα πώς θα πρέπει να εννοηθεί ο όρος ‘κύκλος’ σε αυτή την περίπτωση. Ο Huxley[2] πιστεύει ότι ο όρος ‘κύκλος’ χρησιμοποιείται για να διακρίνει αυτό το ποίημα από αυτό του Αντιμάχου[3].
Ότι ο μύθος του Οιδίποδα είναι πολύ αρχαίος, παλαιότερος από το ομηρικό έπος, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η αρχαιότερη λογοτεχνική μαρτυρία που έχουμε είναι αυτή της Ιλιάδας (Il. 23. 677-80) και της Οδύσσειας (Od. 11. 271-80), που εξαρτώνται από μια χαμένη Οιδιπόδεια, ένα έπος, προφορικά μεταδιδόμενο, που πραγματευόταν τα γεγονότα τα σχετικά με τον Οιδίποδα, που σκότωσε τον πατέρα του, παντρεύτηκε την μητέρα του και έγινε ηγεμόνας της Θήβας. Μπορούμε λοιπόν να είμαστε σίγουροι για την ύπαρξη τριών χαρακτήρων σε αυτή την εποχή: Ο Οιδίπους, του οποίου το όνομα με τη μορφή Οἰδιπόδης μαρτυρείται στον Όμηρο, Ο Λάιος, του οποίου το όνομα μαρτυρείται μόνον στη μετα-Ομηρική λογοτεχνία, και η Ιοκάστη, που στο απόσπασμα της Οδύσσειας που αναφέρθηκε παραπάνω εμφανίζεται ως Ἐπικάστη.
Μέσα από την εξέταση του σχολίου του Πεισάνδρου {https://www.jstor.org/stable/24591341}[Lloyd-Jones, H. 2002. “Curses and Divine Anger in Early Greek Epic: The Pisander Scholion,” The Classical Quarterly 52 (1), pp. 1-14.] στοχεύουμε εδώ: α) να εντοπίσουμε ορισμένα στοιχεία του μύθου για την απαγωγή του Χρυσίππου από τον Λάιο, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την πιθανή παρουσία ή την επίδρασή τους στον χαμένο Χρύσιππο του Ευριπίδη. β) να εξετάσουμε μερικά από αυτά τα στοιχεία υπό το φως των μαρτυριών των πινακίδων Γραμμικής Β από τη Θήβα. Για τους σκοπούς μας το α) είναι λειτουργικό σε σχέση με το β), το οποίο είναι αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ.
ΣΕΛ. 12
Λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο αυτού του σχολίου, θα πρέπει να αναρωτηθούμε: 1) εάν βασίζεται σε μία μόνο λογοτεχνική πηγή ή, όπως φαίνεται πιο πιθανό, σε πολλαπλές πηγές, 2) αν περιέχει στοιχεία πολλαπλών εκδοχών ενός θηβαϊκού έπους, άρα προγενέστερου του Ευριπίδη και σε ορισμένες περιπτώσεις που χρονολογούνται από την μακρινή αρχαιότητα.
Ως εκ τούτου, αναφέρουμε ολόκληρο το κείμενο του σχολείου (Pisander apud schol. Eur. Phoen. 1760 [I 414, 1 Schw.]) στην έκδοση Teubner του Poetarum epicorum graecorum testimonia et fragmenta του Bernabé (Λειψία 1987 [19962], σελ. 17-19), η οποία παρέχει την ένδειξη των αρχαίων πηγών και της πιο σημαντικής σύγχρονης γραμματείας.
ἱστορεῖ Πείσανδρος (FGrHist 16 F 10) ὅτι κατὰ χόλον τῆς Ἥρας ἐπέμφθη ἡ Σφὶγξ τοῖς Θηβαῖοις ἀπὸ τῶν ἐσχάτων μερῶν τῆς Αἰθιοπίας, ὅτι τὸν ȁάιον ἀσεβήσαντα εἰς τὸν παράνομον ἕρωτα τοῦ Χρυσίππου, ὅν ἥρπασεν ἀπὸ τῆς Πίσης, οὐκ ἐτιμωρήσαντο. ἦν δὲ ἡ Σφίγξ, ὥσπερ |5 γράφεται, τὴν οὐρὰν ἔχουσα δρακαίνης. ἀναρπάζουσα δὲ μικροὺς καὶ μεγάλους κατήσθιεν, ἐν οἷς καὶ Αἴμονα τὸν Ȁρέοντος παῖδα καὶ Ἵππιον τὸν Εὐρυνόμου τοῦ τοῖς Ȁενταύροις μαχεσαμένου. ἦσαν δὲ Εὐρύνομος καὶ Ἠιονεὺς υἱοὶ Mάγνητος τοῦ Αἰολίδου καὶ Φυλοδίκης. ὁ μὲν οὖν Ἵππιος καὶ ξένος ὢν ὑπὸ τῆς Σφιγγὸς ἀνηιρέθη, ὁ δὲ Ἠιονεὺς ὑπὸ τοῦ |10 Οἰνομάου, ὅν τρόπον καὶ οἱ ἄλλοι μνηστῆρες. πρῶτος δὲ ὁ ȁάιος τὸν ἀθέμιτον ἕρωτα τοῦτον ἕσχεν. ὁ δὲ Χρύσιππος ὑπὸ αἰσχύνης ἑαυτὸν διεχρήσατο τῶι ξίφει. τότε μὲν οὖν ὁ Tειρεσίας ὡς μάντις εἰδὼς ὅτι θεοστυγὴς ἦν ὁ ȁάιος, ἀπέτρεπεν αὐτὸν τῆς ἐπὶ τὸν Ἀπόλλωνα ὁδοῦ, τῆι δὲ Ἥραι μᾶλλον τῆι γαμοστόλωι θεᾶι θύειν ἱερά. ὁ δὲ αὐτὸν ἐξεφαύλιζεν. |15 ἀπελθὼν τοίνυν ἐφονεύθη ἐν τῆι σχιστῆι ὁδῶι αὐτὸς καὶ ὁ ἡνίοχος αὐτοῦ, ἐπειδὴ ἕτυψε τῆι μάστιγι τὸν Οἰδίποδα. κτείνας δὲ αὐτοὺς ἕθαψε παραυτίκα σὺν τοῖς ἱματίοις ἀποσπάσας τὸν ζωστῆρα καὶ τὸ ξίφος τοῦ ȁαΐου καὶ φορῶν· τὸ δὲ ἅρμα ὑποστρέψας ἕδωκε τῶι Πολίβωι. εἶτα ἕγημε τὴν μητέρα λύσας τὸ αἴνιγμα. μετὰ ταῦτα δὲ θυσίας τινὰς ἐπιτελέσας ἐν τῶι Ȁιθαιρῶνι |20 κατήρχετο ἕχων καὶ τὴν Ἰοκάστην ἐν τοῖς ὀχήμασι. καὶ γινομένων αὐτῶν περὶ τὸν τόπον ἐκεῖνον τῆς σχιστῆς ὁδοῦ ὑπομνησθεὶς ἐδείκνυε τῆι Ἰοκάστηι τὸν τόπον καὶ τὸ πρᾶγμα διηγήσατο καὶ τὸν ζωστῆρα ἕδειξεν. ἡ δὲ δεινῶς φέρουσα ὅμως ἐσιώπα· ἠγνόει γὰρ υἱὸν ὄντα. καὶ μετὰ ταῦτα ἦλθέ τις γέρων ἱπποβουκόλος ἀπὸ Σικυῶνος, ὃς εἶπεν αὐτῶι τὸ πᾶν | 25 ὅπως τε αὐτὸν εὗρε καὶ ἀνείλετο καὶ τῆι Mερόπηι δέδωκε, καὶ ἅμα τὰ σπάργανα αὐτῶι ἐδείκνυε καὶ τὰ κέντρα ἀπήιτει τε αὐτὸν τὰ ζωάγρια, καὶ οὕτως ἐγνώσθη τὸ ὅλον. φασὶ δὲ ὅτι μετὰ τὸν θάνατον τῆς Ἰοκάστης καὶ τὴν αὐτοῦ τύφλωσιν ἕγημεν Εὐρυγάνην παρθένον, ἐξ ἧς αὐτῶι γεγόνασιν οἱ τέσσαρες παῖδες. ταῦτά φησι Πείσανδρος
ΣΕΛ. 13
Το πρώτο θέμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί αφορά στην ταυτοποίηση του Πεισάνδρου. Ο Σουίδας, s.v. Πείσανδρος, μας πληροφορεί για την ύπαρξη δύο συγγραφέων με το όνομα Πείσανδρος. Il primo è un poeta epico arcaico, originalario di Camiro in Rodi, di incerta cronologia, ma forse del VI secolo:
καί τινες μὲν αὐτὸν Εὐμόλπου τοῦ ποιητοῦ σύγχρονον καὶ ἐρώμενον ἱστοροῦσι, τινὲς δὲ καὶ Ἡσιόδου πρεσβύτερον, οἱ δὲ κατὰ τὴν λγ´ ὀλυμπιάδα τάττουσιν.
Θα ήταν ο συγγραφέας ενός ποιήματος με τίτλο Ἡράκλεια σε δύο βιβλία (Theocr. epigr. 22 Gow), που ασχολούνταν με τους κόπους του Ηρακλή, στον οποίο πρῶτος … ῥόπαλον περιτέθεικε. Τέλος, πληροφορούμαστε από τον Σουίδα ότι του αποδόθηκαν και άλλα γραπτά θεωρούμενα όμως ως ψεύτικα (νόθα). Ο άλλος επικός ποιητής με το ίδιο όνομα θα ήταν πολύ πιο πρόσφατος (αρχές 3ου αιώνα π.Χ.). γεγονὼς ἐπὶ Ἀλεξάνδρου βασιλέως λέει ο Σουίδας, με καταγωγή από τα Λάρανδα της Λυκαονίας, συγγραφέας μιας παγκόσμιας γενεαλογίας σε βιβλία ξ´ (εξήντα), με τίτλο Ἡρωϊκαὶ θεογαμίαι. Το λήμμα του Σουίδα τελειώνει με την έκφραση καὶ ἄλλα καταλογάδην. Ο Μακρόβιος (V 2, 4 επ.) αναφέρει επίσης έναν Πείσανδρο που πιστεύεται ότι είναι ο συγγραφέας μιας γραφής παγκόσμιας ελληνικής μυθογραφίας, qui inter Graecos poetes eminet opere quod a nuptiis Iovis et Iunonis incipiens universas historias, quae mediis omnibus saeculis ussique a Pisandri contigerunt, in unam seriem coactas redegerit et unum ex diversis hiatibus temporum corpus effecerit {που ξεχωρίζει μεταξύ των Ελλήνων ποιητών για το έργο που, ξεκινώντας από το γάμο του Δία και της Juna - Ήρας, συγκέντρωσε όλες τις ιστορίες που συνέβησαν στην πορεία των αιώνων μέχρι την εποχή του ίδιου του Πεισάνδρου, σε μια ενιαία σειρά και έκανε ένα σώμα έξω από τα διαφορετικά κενά του χρόνου} Ο Σουίδας μας πληροφορεί ότι αυτός ο Πείσανδρος ήταν η πηγή του Βιργίλιου, χωρίς ωστόσο να αναφέρει συγκεκριμένα τον τίτλο της γραφής. Φαίνεται λογικό να αποκλειστεί ότι ο Πείσανδρος από τα Λάρανδα ήταν η πηγή των σχολίων στις [ΣΕΛ. 14..] Φοίνισσες του Ευριπίδη (εδώ και Σ 834) και στα Αργοναυτικά του Απολλώνιου Ρόδου (επτά εμφανίσεις: FGrHist 16 F 2-8). Από την άλλη οι σχολιαστές είτε αναφέρουν το όνομα του συγγραφέα από το έργο του οποίου παραθέτουν ή αντλούν πληροφορίες ή όταν ο συγγραφέας είναι άγνωστος, καταφεύγουν μεθοδικά σε εκφράσεις του τύπος ὁ τοὺς Νόστους ποιήσας, οἱ τὴν Οἰδιποδίαν γράφοντες4. Για το λόγο αυτό ο Jacoby αποδίδει τη μυθογραφική σχολή σε έναν κατά τα άλλα άγνωστο συγγραφέα, πιθανώς από την ελληνιστική περίοδο5. Πιστεύω ότι είναι δυνατό, πέραν των άλλων απόψεων, να συμμερισθούμε την γνώμη εκείνων που, όπως ο Lamer[6] ή Thalmann[7], που πιστεύουν ότι ο Πείσανδρος του σχολίου είναι ο αρχαϊκός ποιητής.
Πριν εξετάσουμε τα περιεχόμενα του σχολίου, καλό είναι να εξετάσουμε τη δομή του. Το σχολείο αρχίζει με τις λέξεις ἱστορεῖ Πείσανδρος και τελειώνει με τις λέξεις ταῦτά φησι Πείσανδρος. Η πρώτη περίοδος, που όπως θα φανεί είναι πολύ σημαντικό για εμάς (κατὰ χόλον τῆς Ἥρας… οὐκ ἐτιμωρήσαντο), περιέχει σε ακραία σύνθεση την αναφορά σε μια σειρά από μοτίβα (απαγωγή, αδράνεια των Θηβαίων, οργή Ήρας, άφιξη της Σφίγγας). Ακολουθεί μια παρένθεση, η οποία περιέχει μια περιγραφή της Σφίγγας αλλά όχι μεγάλης σημασίας για εμάς: προέρχεται από ἦν δὲ ἡ Σφίγξ μέχρι καὶ οἱ ἄλλοι μνηστῆρες. Οι δύο επόμενες σύντομες αναφορές, για να το συμπληρώσουμε, συνδέονται με το περιεχόμενο της πρώτης περιόδου και μας πληροφορούν εν συντομία ότι: α) Ο Λάιος ήταν ο πρώτος θνητός που είχε παιδεραστικό έρωτα, β) Ο Χρύσιππος αφαίρεσε τη ζωή του από ντροπή. Με την έκφραση μὲν οὖν ὁ Τειρεσίας ξαναρχίζει την έκθεση των μετέπειτα γεγονότων του μύθου των άμεσα συνδεδεμένων με αυτά της αρχικής περιόδου.
Ο Bethe[8] χρησιμοποίησε το σχόλιο για να ανακατασκευάσει την Οιδιπόδεια {ή Οιδιποδία}, αν και παραδέχτηκε κενά και πολλές παρεμβολές, ενώ ο Deubner[9] ήθελε να ξαναχτίσει τον Χρύσιππο του Ευριπίδη από το πρώτο μισό του σχολίου (μέσω ἀπελθὼν τοίνυν ἐφονεύθη … ἐπειδὴ ἕτυψε τῆι μάστιγι τὸν Ο ἰδίποδα). Ο Bethe δήλωσε ότι το Σχόλιον του Πεισάνδρου είναι, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα μέρη του, «einer tadelloser, unlösbaren Zusammenhang»[10], «ένας τέλειος και αδιάλυτος συνδυασμός», και θα αντιπροσώπευε έναν αληθινό δείκτη της χαμένης Οιδιποδίας, παρά η παύση στη γραμμή 16. Αυτή ήταν η κυρίαρχη γνώμη για περισσότερες από δύο δεκαετίες, ..
ΣΕΛ. 18
Στο Σχόλιο του Πεισάνδρου η Ήρα δεν είναι μια οποιαδήποτε θεότητα. Ως εά γαμοστόλος {LSJ, preparing a wedding, epithet of Hera and Aphrodite, Pisand. ap. Sch.E.Ph.1760}, προστάτιδα του γάμου, στέλνει τη Σφίγγα επειδή ο Λάιος υπήρξε {..} ένοχος ασέβειας καλλιεργώντας έναν παράνομο έρωτα. Πέραν αυτού του συλλογισμού, το γεγονός ότι οι πηγές αναφέρουν τέσσερις θεότητες ως υποκινητές της Σφίγγας δεν πρέπει να κάνει κάποιον να σκεφτεί την ύπαρξη πρόσφατων εκδόσεων, οι οποίες είναι εντελώς ασυμβίβαστες μεταξύ τους. Στην πραγματικότητα, είναι δυνατό να δημιουργηθούν σημεία επαφής που επιτρέπουν την ανίχνευση του μοτίβου στον πιο απομακρυσμένο αρχαϊσμό: και αυτό είναι σημαντικό για εμάς για όσα θα ειπωθούν παρακάτω. Αν έχουμε κατά νου τον άγραφο, αρχαίο και χρονολογούμενο νόμο, που αναπόφευκτα πληρώνει ο ένοχος, αργά ή γρήγορα, εξηγεί και την αποστολή της Σφίγγας, που θεσπίζει την εκδίκηση[23]. Επομένως, είναι απαραίτητη μια σύντομη εξέταση των άλλων πηγών που αναφέρονται παραπάνω.
Άδης: η πηγή είναι ο Eur. Phoen. 810. Ολόκληρο το απόσπασμα (801-11), με μεγάλη σημασία, έχει ως εξής { https://digital.mmb.org.gr/digma/bitstream/123456789/45926/1/Musika_chronika_1932_No43_45_Article_15.pdf}:
Ω χιονισμένε Κιθαιρώνα, αγαπητέ της Άρτεμης, άγια κοιλάδα φύλλων, στριμωγμένη από άγρια ζώα, θα ήθελες να μην είχες μεγαλώσει ποτέ αυτόν που εκτέθηκε να πεθάνει, τον Οιδίποδα, το παιδί της Ιοκάστης, όταν ως μωρό τον έδιωξαν από το σπίτι του. [805] με χρυσή καρφίτσα. και θα ήθελε η Σφίγγα, αυτή η φτερωτή υπηρέτρια, το τέρας από τους λόφους, να μην είχε έρθει ποτέ ως θλίψη στη γη μας με τα ανάρμονα τραγούδια της, εκείνη που κάποτε πλησίασε τα τείχη μας και άρπαξε τους γιους του Κάδμου στα στραβά πόδια της στους ακαταπάτητους φως του ουρανού, [810] σταλμένος από τον Άδη από την κόλαση για να μαστίζει τους ανθρώπους της Θήβας . Για άλλη μια φορά ανθίζει μια δυστυχισμένη διαμάχη μεταξύ των γιων του Οιδίποδα στο σπίτι και την πόλη. Γιατί το λάθος ποτέ δεν μπορεί να είναι σωστό, [815] ούτε μπορεί να υπάρξει καλό στα παράνομα παιδιά, στους πόνους της γέννας της μητέρας τους, στη μόλυνση του πατέρα τους. ήρθε στο κρεβάτι του γιου της. . . . { https://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus%3Atext%3A1999.01.0118%3Acard%3D801}
23. Δεν θέλουμε καν να αγγίξουμε το πρόβλημα εδώ: περιοριζόμαστε στο να θυμόμαστε ότι η Σφίγγα παραπέμπει, τουλάχιστον σε ορισμένες πτυχές, στις Ερινύες.
24. Αναφερόμαστε στα σχολεία στο vv. 801 επ. για τις χρήσιμες πληροφορίες που περιέχουν για να ρίξουν φως σε πτυχές της πιο απομακρυσμένης περιόδου σχετικά με τους μύθους που συνδέονται με τον Κιθαιρώνα.
ΣΕΛ. 47
Η διοικητική φύση των πινακίδων Γραμμικής Β ποτέ δεν θα μας επιτρέψει να εντοπίσουμε ακριβείς ενδείξεις για την εξέλιξη μιας εποχής, στην προκειμένη περίπτωση της Θηβαϊκής εποχής, η οποία, όπως ξέρουμε, εντυπωσιάζει με την ποικιλία της. Δεν θα γνωρίσουμε ποτέ τον Οιδίποδα, τον Λάιο ή την Ιοκάστη της Μυκηναϊκής εποχής, δεν θα μάθουμε ποτέ ποιοι ήταν αυτοί οι χαρακτήρες από την Μυκηναϊκή Θήβα. Και όμως τα στοιχεία στη Γραμμική Β της Μυκηναϊκής Θήβας μας κάνουν να πιστεύουμε ότι εκείνη την εποχή ο μύθος σχετικά με τον οίκο των Λαβδακιδών ήταν ήδη επίκαιρος και θα είχε αναπτυχθεί και εμπλουτιστεί περαιτέρω. Κάποια βοήθεια μπορεί να προέλθει και από την ανάλυση των ονομάτων[102]. Το όνομα του Οιδίποδα, Oidi-pod-, «ο άνθρωπος με τα πρησμένα πόδια» δεν μας βοηθάει πολύ στο να αποκτήσουμε μιά χρονολογική ένδειξη, αφού πρόκειται για ένα σύνθετο που ανήκει σε ινδοευρωπαϊκό τύπο που εξακολουθεί να ισχύει στους ιστορικούς χρόνους[103], και το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για τον Λάιο[104], του οποίου το όνομα μαρτυρείται για πρώτη φορά στην αττική τραγωδία. Όσο για την Ιοκάστη, ο Ruipérez παρατηρεί[105] ότι εμφανίζεται ως Ἐπικάστη στην Οδύσσεια (XI 271), ενώ η Ἰοκάστη πρέπει να θεωρείται η ηπειρωτική μορφή του ονόματός της. Από μορφολογική άποψη, το Ἰοκάστη είναι ένα ονομαστικό σύνθετο[106], του οποίου το δεύτερο στοιχείο -κάστη εμφανίζεται σε έναν ορισμένο αριθμό ιδιαίτερα γυναικείων επωνύμων με την αξία του «διακρίνεται» (από το κέκαδμαι): Πολυκάστη, κόρη του Νέστορος (Οδ. III 464). ) και η Ακάστη, κόρη του Ωκεανού και της Θέτιδας στην Hes. theog.353 και στον Hom. hymn. Dem.421, αυτά είναι απλώς παραδείγματα[107]. Όπως σημειώνει ο Ruipérez, τα προσωπικά ονόματα που περιέχουν το στοιχείο -kas- (από το κέκαδμαι) είναι καλά πιστοποιημένα στις μυκηναϊκές πινακίδες. Ο Ruipérez παρέχει παραδείγματα ονομάτων αυτού του τύπου, στη συνέχεια παρατηρεί: “Μπορούμε έτσι να υποθέσουμε ότι ο μορφολογικός τύπος στον οποίο ανήκει η Ιοκάστη δεν είναι μόνο επικός αλλά και μυκηναϊκός, και αναζητούμε μια ερμηνεία του ιο- μέσα στο λεξιλόγιο της μυκηναϊκής ελληνικής”[108]. Η πιο πειστική λέξη για την ταύτιση του I φαίνεται στον Ruipérez να είναι η λέξη mi.. ΣΕΛ. 48
Η πιο πειστική λέξη για τον προσδιορισμό του i- εμφανίζεται κατά τον Ruipérez στην μυκηναϊκή λέξη για το «γιος», που εμφανίζεται με τη μορφή i-ju (i-*65) και i-jo[109]. Κατά συνέπεια, πιστεύει ότι όχι μόνο η Ιοκάστη αλλά, υπονοούμενα, και ο Οιδίποδας και ο Λάιος, θα ήταν γνωστοί στους μυκηναϊκούς χρόνους. Ο σχηματισμός των αρχαιότερων πυρήνων της Θηβαϊκής εποχής μπορεί επομένως να αποδοθεί στην ύστερη Εποχή του Χαλκού: από τα κείμενα της Γραμμικής Β έρχεται περαιτέρω επιβεβαίωση της θεωρίας του Nillsson ότι ο μύθος του Οιδίποδα και ο οίκος των Λαβδακιδών, όπως ο μύθος του Αγαμέμνονα, ο μύθος του Νέστορα και πολλών άλλων διαμορφώθηκαν στους ουσιαστικούς πυρήνες τους ήδη από την μυκηναϊκή εποχή. Αν λοιπόν η θρησκεία των Μυκηναίων Ελλήνων κατά την ΥΕΧ θα έπρεπε να θεωρηθεί συνέχεια ή παράγωγος της μινωικής ή αν πρέπει αντ' αυτού να παραδεχτούμε την ύπαρξη ενός μυκηναϊκού ελληνικού πολυθεϊσμού διαφοροποιημένου από την μινωική θρησκεία, ενώ λαμβάνοντας υπόψη τα προελληνικά και μεσογειακά στοιχεία που υπάρχουν σε διάφορους βαθμούς σε αυτόν, είναι ένα πρόβλημα που δεν μπορεί να εξεταστεί εδώ.
Οι καταληκτικοί προβληματισμοί που θέλουμε να διατυπώσουμε εδώ δεν αφορούν όλα τα ερωτήματα που θέτει η ερμηνεία του σχολίου του Πεισάνδρου, κυρίως δεν αφορούν την εγκυρότητα της ανασυνθέσεως της πλοκής του Χρυσίππου και την σύνδεσή της με άλλες τραγωδίες που αποτελούσαν πιθανή τριλογία. Υπό αυτή την έννοια, οι συνεισφορές των μελετητών μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε τι είναι δυνατόν να κατανοήσουμε, τουλάχιστον μέχρι να έχουμε νέα στοιχεία.
Παραμένει λοιπόν σαφές ότι πολλές εκδοχές του μύθου ήταν γνωστές, τόσο στην αρχαιότερη, προφορική φάση, όσον και στην πιο πρόσφατη, γραπτή ή γραπτή και προφορική. Τούτου λεχθέντος, μας ενδιαφέρει να υποδείξουμε κάποια αρχαία στοιχεία, που αποδίδονται δηλαδή στην αρχαιότερη φάση: α) ο θυμός της Ήρας, β) η Σφίγγα, γ) ο Λάιος και η παράνομος αγάπη για τον Χρύσιππο, δ) ο Τειρεσίας, ε) Κιθαιρών, στ) Ιοκάστη, Σικυών, Μερόπη.
Ας δούμε τώρα αν μπορούμε να εντοπίσουμε ενδείξεις που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να υποθέσουμε μια μυκηναϊκή - ή προ-μυκηναική καταγωγή για κάποιες στιγμές αυτού του μύθου.
Η αποκρυπτογράφηση των πινακίδων Γραμμικής Β που ήρθαν στο φως στην Θήβα
οι ανασκαφές της Οδού Πελοπίδου, που εκδόθηκαν από τους Aravantinos, Godart και Sacconi κατέστησαν δυνατή την γνώση των ονομάτων θεοτήτων, θρησκευτικών εορτών, ιερών ζώων, υπηρετών ιερών και ονόματα τελετουργικών επαγγελμάτων που σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσαν να είναι καθοριστικά για ορισμένες πτυχές, από τα αρχαιότερα της Θηβαϊκής εποχής και της θρησκευτικότητας της εποχής.
Λοιπόν, οι πινακίδες Γραμμικής Β παρέχουν τα ακόλουθα χρήσιμα στοιχεία
για το θέμα που εξετάζουμε εδώ. Πρόκειται για θεότητες που λαμβάνουν προσφορές από σιτάρι, κριθάρι, κριθάλευρο, κρασί και ελιές. Υπάρχουν τέσσερις: Μητέρα Γη, Δίας, ΣΕΛ. 49
Υπάρχουν τέσσερις: Μητέρα Γη, Δίας, [https://www.researchgate.net/publication/336990120_Zeus_and_Dionysus_in_the_Light_of_Linear_B_records..] Κόρη και di-wi-ja, θεώνυμο που μαρτυρείται στην Παμφυλία[110]. Αν μπορούσαμε να προσθέσουμε σε αυτά a-pu-wa (= Ἁρπία, Harpy), θα είχαμε ένα ακόμη στοιχείο. Για εμάς η πρώτη, η Μητέρα Γη, είναι πολύ σημαντική, αλλά και η δεύτερη, ο Δίας, έχει το βάρος της. Υπάρχουν δύο θρησκευτικές γιορτές: υποδεικνύονται με τις λέξεις: 1) po-to-a-ja-de, το υποθετικό που αντιστοιχεί στο Πτῶιάδε, «προς τις γιορτές που γιορτάζονται στο Πτώιο», και 2) te-re-ja-de, Τέλειάδε, «προς τις γιορτές της Ήρας Τελείας», δηλ. οι γιορτές προς τιμήν της Ήρας, προστάτιδας του γάμου, που γιορτάζονταν στο όρος Κιθαιρών. Αυτό το τοπωνύμιο θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί σε μια από τις πινακίδες που υποδεικνύουν ιερά (με το αλλιώτικο): ka-zo-de, ki-ta-]ro-na-de, ο Κιθαιρών ή το όνομα μιας θρησκευτικής γιορτής που υποδεικνύεται με το allative. Για μας εξαιρετική σημασία έχει η δεύτερη από τις δύο αυτές θρησκευτικές γιορτές και η δεύτερη από τα δύο αυτά τοπωνύμια[111]. Η ταύτιση με τη θεά Ήρα μιας μορφής καθισμένης σε θρόνο, με τα πόδια ακουμπισμένα σε σκαμνί, στην πράξη να κρατά ένα αγαλματίδιο κοριτσιού, μια από τις θεότητες που τοιχογραφήθηκε στο λατρευτικό συγκρότημα στη δυτική πλευρά της Ακρόπολης των Μυκηνών, έξω από το ανάκτορο, αλλά συνδεδεμένο με αυτό με ιερό τρόπο που οδηγούσε σε έναν τοιχογραφημένο διάδρομο και περιλάμβανε διάφορα λατρευτικά κτίρια που ανασκάφηκε ο Μυλωνάς[112], υπογραμμίζει ακόμη περισσότερο την αξία της μαρτυρίας μιας μυκηναϊκής επιγραφής από την Θήβα, που εικονογραφήθηκε από τον Chadwick το 1975. Η προσφορά μαλλιού στην Ήρα βεβαιώνει μάλιστα τη λατρεία της θεάς ακόμη και εκτός Μεσσηνίας και μας ενθαρρύνει να διαβάσουμε το όνομα της Ήρας στις Μυκήνες[113].
Αν λάβουμε υπόψη μας την ιερή πομπή της περίφημης τοιχογραφίας της Τίρυνθας[114], αν λάβουμε υπόψη ότι μια γυναικεία θεότητα μπορεί να εντοπιστεί στη ζωγραφική μορφή που στέκεται σε βάση, στην πράξη λήψης προσφορών, που αναγνωρίζεται στα θραύσματα της κύριας τοιχογραφίας του λεγομένου ‘Οίκου των τοιχογραφιών’ (Fresco House), δεν μπορούμε παρά να σκεφτούμε μια θεά της γονιμότητας, προστάτιδα των καλλιεργειών δημητριακών, αν η προσφορά στάχυ από μια δευτερεύουσα μορφή έχει κάποιο νόημα[115]. Αυτή η θεότητα θα μπορούσε να προσδιορίσει τον εαυτό του, όπως προτείνει ΣΕΛ. 50 Αυτή η θεότητα θα μπορούσε να ταυτιστεί, όπως προτείνει η Stella, με την Πότνια Σιτώ, αποδέκτη των προσφορών σε μία πινακίδα Γραμμικής Β των Μυκηνών (σιτο-πότνια): σπάνιο θεώνυμο που αντιστοιχεί στους ιστορικούς χρόνους σε λατρευτικό όνομα μόνο της θεάς Δήμητρας[116]. Λάβετε υπόψη, ωστόσο, ότι οι Ερινύες είναι και οι Ευμενίδες, και ότι αν μιλάμε για την Δήμητρα - Ερινύα, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να σκεφτούμε και την καλοπροαίρετη πλευρά, δηλαδή τις Ευμενίδες ως θεότητες που φέρνουν ευημερία, γονιμότητα και ζωή.
Στη συνέχεια υπάρχει ένας όρος, tu-wa-si, που πιστοποιείται στο Fn 41, 15, πινακίδα του γραφέα 45. Αυτή η λέξη θεωρήθηκε από τον M. Lejeune ως προσωπική ονομασία στη δοτική πληθυντικού και σε σύγκριση με την ελληνική θυFάδες, όρος που θα μπορούσε να οδηγήσει πίσω στη ρίζα του tu-wo, θύος. Θα μπορούσαν να είναι υπηρέτες του ιερού που επιφορτίστηκαν με την προσφορά "des offrandes ignées" στον θεό. Ο παραλληλισμός επαναλαμβάνεται στην εισαγωγική φράση της πινακίδας Fq 121: o-te, tu-wo-te-to.
Οι Aravantinos-Godart-Sacconi[117] παρατηρούν: “Να θυμόμαστε ότι στα ελληνικά της πρώτης χιλιετίας (πρβλ. LSJ και P. Chantraine, Dict. etym., s.v.) η λέξη θυιάς θυιάδος, θυάς θυάδος σημαίνει «έξαλλος», «bacchante» και σχετίζεται με το ρήμα θύω 1 «πηδάω, ορμάω με μανία» και όχι με το ρήμα θύω 2 «προσφέρω στους θεούς», έστω και αν δεν αποκλείεται να υπάρχει ετυμολογική σχέση μεταξύ των ρημάτων θύω 1 και θύω 2.”
Θα πρόσθετα εδώ μόνο τον όρο u-po-jo-po-ti-ni-ja, την πότνια χθόνια, την Περσεφόνη και, λόγω του ρόλου που θα μπορούσε να έχει, ένα από τα ονόματα των υπηρετών του ιερού ή ονόματα που υποδηλώνουν επάγγελμα, i- qo-po-qo, *ἱπποφορβός, 'groomer'.
Αν αναλογιστούμε τη φύση πινακίδων Γραμμικής Β, συνειδητοποιούμε αμέσως ότι δεν θα μπορούσαμε να είχαμε πιο λεπτομερείς πληροφορίες. Με λίγο θράσος, πιστεύω ότι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τις πινακίδες Γραμμικής Β που μας παρέχουν αυτές τις ενδείξεις ως απόδειξη της υπάρξεως ήδη από την μυκηναϊκή εποχή του μύθου του οίκου των Λαβδακιδών και ενός σχετικού συστήματος τελετουργιών και λατρειών.
Η Ήρα Τελεία και τα λεγόμενα λιβάδια της Ήρας του Κιθαιρώνος χρονολογούνται σε αυτήν την εποχή: με τις συνδεδεμένες τελετές και λατρείες. Και επίσης με τους σχετικούς μύθους. Έτσι, ο θυμός της Ήρας θα μπορούσε να είναι ένα αρχαίο μοτίβο που χρονολογείται τουλάχιστον από την μυκηναϊκή περίοδο, αν όχι νωρίτερα. Ο θυμός είναι ένα μοτίβο που υπάρχει στο έπος: μῆνις είναι η πρώτη λέξη της Ιλιάδας και της δυτικής λογοτεχνίας. Ο Αχιλλέας, ο ήρωας της Ιλιάδας είναι ο ήρωας {}
Ο Αχιλλέας, ο ήρωας της Ιλιάδας είναι ο θυμωμένος [ΣΕΛ. 51] ήρωας. Ο Οδυσσέας, ο ήρωας της Οδύσσειας, είναι ο ήρωας που υφίσταται την οργή των θεών. Παντού, στο έπος, συναντάμε έναν ήρωα που δρα στη λαβή του θυμού ή τον υποφέρει, ειδικά από μια θεότητα. Οι θεοί είναι πάντα θυμωμένοι για κάποιο λόγο. Ο Paul Dräger στο βιβλίο του Die Argonautika des Apollonios Rhodios υπέδειξε μερικές δεκάδες περιπτώσεις που βρέθηκαν σε αυτόν τον συγγραφέα και ανέφερε πολλές άλλες που μας προσφέρουν ο μύθος και το έπος118. Ο θυμός είναι ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο στις λογοτεχνίες των λαών της Εγγύς Ανατολής. Η Ήρα είναι μια από τις θεότητες
εκείνοι που έχουν τις περισσότερες ευκαιρίες να θυμώσουν, και φυσικά εκδικούνται: γιατί ένας θεός δεν χάνει χρόνο για να θυμώσει για οτιδήποτε. Η Ήρα θυμώνει με τον Πελία και κανονίζει η Μήδεια να βοηθήσει τον Ιάσονα να κατακτήσει το Χρυσόμαλλο Δέρας και να επιστρέψει μαζί του στην Ιωλκό γιατί πρέπει να χρησιμοποιήσει τη Μήδεια για να εκδικηθεί τον Πελία[119]. Η Ήρα θυμώνει με τον Λάιο. Δεν ξέρω αν η Ήρα ήταν ήδη γαμόστολος, αλλά σίγουρα πρέπει να είχε ήδη σχέση με την ένωση άνδρα και γυναίκας. Ο μύθος του Γανυμήδη και ο παράλληλος του Πέλοπα και του Χρύσιππου που προαναφέραμε καταδεικνύουν ότι σε απομακρυσμένες θεογονίες αυτά τα μοτίβα πρέπει να ήταν παρόντα και ίσως να ανιχνεύονται στις αρχαιότερες φάσεις[120]. Στα Αργοναυτικά δεν είναι ξεκάθαρο γιατί η Ήρα είχε ευνοήσει την εκστρατεία των Αργοναυτών, είτε από ευγνωμοσύνη προς τον Ιάσονα που την είχε κουβαλήσει στους ώμους του κατά μήκος του Αναύρου (η περίσταση που ο Ιάσων έχασε το σανδάλι του)[121], είτε μάλλον επειδή ήταν θυμωμένη με τον Πελία που δεν την τιμούσε στις θυσίες, όπως μαρτυρεί ο Απολλώνιος Ρόδος[122]: η θεά θα υποκινούσε τους Αργοναύτες να αναλάβουν την εκστρατεία, ώστε η Μήδεια να εξαπολύσει κατάρα εναντίον του[123]. Η μια εξήγηση δεν αποκλείει την άλλη και και οι δύο μπορεί να έχουν αντικαταστήσει τον αρχικό και πιο απομακρυσμένο λόγο, για τον οποίο κάποια στιγμή χάσαμε τη γνώση.
Πώς εμφανίζεται η Ήρα σε αυτή τη μαρτυρία και έμμεση αναφορά των μυκηναϊκών πινακίδων; Προφανώς ως χθόνια θεότητα, που μπορεί εύκολα να ταυτιστεί με τη Μητέρα Γη. Η Ήρα, ο αποστολέας της Σφίγγας, δεν παρουσιάζει καμία δυσκολία, αν σκεφτεί κανείς τη Σφίγγα ως δαίμονα του θανάτου, που συνδέεται με την Ήρα με τον ίδιο τρόπο που συνδέονται οι Ερινύες με τη Δήμητρα. Η Σφίγγα θα μπορούσε ακόμη και να ταυτιστεί με τις Ερινύες ή την Άρπυια ή την Άρα { ΣΕΛ. 52} Η Σφίγγα θα μπορούσε ακόμη και να ταυτιστεί, ή τουλάχιστον να συσχετιστεί, με τις Ερινύες ή την Άρπυια ή την Άρα, ακόμα κι αν έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, τα οποία αξίζει να αναφέρουμε τώρα: για παράδειγμα, η Σφίγγα τοποθετεί τα αινίγματα, ένα χαρακτηριστικό που τη διαφοροποιεί, τόσο από μαντική μορφή ή μαντείο όσο και από εκφράσεις μύθου όπως οι Ερινύες, Αρά, Άρπυια. Επομένως, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι παραλλαγές αυτού του τμήματος του μύθου υποδεικνύουν τον Άδη, τον Άρη και τον Διόνυσο ως υποκινητές της Σφίγγας. Είναι όλες χθόνιες θεότητες που έχουν ποικιλοτρόπως σύνδεση με την προέλευση του θηβαϊκού μύθου και έπους. Όσο για τον Διόνυσο, η μαρτυρία στις πινακίδες της Γραμμικής Β του όρου tu-wa-si, σε συνδυασμό με τον ελληνικό θυFάδες, θα μπορούσε να αναφέρεται ακριβώς στους Θυάδες, δηλαδή ότι θα μπορούσε να μαρτυρήσει την ύπαρξη λατρείας του Διονύσου (του οποίου το όνομα είναι, όπως γνωρίζουμε, καλά πιστοποιημένο στις πινακίδες της Γραμμικής Β), μια θεότητα που αμφισβητείται επίσης από τις πηγές σε σχέση με την αποστολή της Σφίγγας για την υπόθεση Λάιου-Χρυσίππου. Θυάδες ονομάζονταν οι Διονυσιακές γυναίκες που στους Δελφούς ξύπνησαν τον θεό που για το πρώτο μισό της διετίας εξαφανίστηκε στα μητρικά βάθη του Δελφικού Παρνασσού. Στο παιάνα τους βοήθησε ο Απόλλωνας και οι δελφικής καταγωγής ιερείς του, όπως μαθαίνουμε από τον ομηρικό ύμνο στον Απόλλωνα[124]. Ο θεός Παιήων, για τον Όμηρο Παιήων, τον γιατρό των θεών [125], που μαρτυρείται ως Παιήων στις πινακίδες Γραμμικής Β της Κνωσού[126], δεν ήταν ακόμη ο Απόλλωνας, αλλά μόνο μία από τις πτυχές του. Θα είχαμε έτσι επιβεβαίωση της ύπαρξης λατρείας του Διονύσου αυτή την περίοδο στη Θήβα. Η ονοματική αναφορά του Κιθαιρώνα μπορεί μόνο να ενισχύσει αυτόν τον προβληματισμό. Επιπλέον, γνωρίζουμε τον Κιθαιρώνα ως το θέατρο γεγονότων που συνδέονται με την πιο απομακρυσμένη φάση αυτού του μύθου. Θα αρκούσε να σκεφτούμε τις Βάκχες του Ευριπίδη ή την Λυκούργεια τετραλογία του Αισχύλου ή τις Ιέρειες (Νοσοκόμες) του Διονύσου ομοίως του Αισχύλου. Το ότι ο Διόνυσος δεν είναι πρόσφατος θεός είναι προφανές απόκτημα: εκτός από το ότι χωρίς τη μαρτυρία των πινακίδων Γραμμικής Β με το όνομα αυτής της θεότητας θα συζητηθεί ακόμη από αυτή την άποψη, σαν να μην αρκούσαν ορισμένα περιεχόμενα από τα οποία αποτελείται ο μύθος της για να αποδείξουν την μακρινή αρχαιότητα της, κριτήριο που επίσης ισχύει στην περίπτωση άλλων θεοτήτων.
Στην ιστορία του Λαῒου-Χρυσίππου η θεότητα που εμπλέκεται πρέπει να είναι η Ήρα, εάν θέλουμε να εισαγάγουμε τη δράση μιας θεότητας σε αυτό το είδος γεγονότος, δηλαδή ως αποτέλεσμα του παράνομου έρωτα του Λαίου προς τον Χρύσιππο. Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά αν επρόκειτο απλώς για απαγωγή ή ούτως ή άλλως ένα γεγονός διαμορφωμένο με διαφορετικά περιγράμματα, στο οποίο συμμετείχε ο Χρύσιππος, όπως φαίνεται από τις παραλλαγές που μπορούν να ληφθούν από τα χαρακτηριστικά του μύθου που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Μόλις εντοπιστεί η παραλλαγή, προφανώς μπαίνει στο παιχνίδι η Ήρα και μπαίνει {ΣΕΛ. 53} Μόλις εντοπιστεί η παραλλαγή, η Ήρα προφανώς μπαίνει στο παιχνίδι και μπαίνει στο παιχνίδι ως θεότητα με ρόλο τόσο θεμελιώδη όσο και αρχαίο, που την χαρακτηρίζει ως τέτοια τόσο στο πλαίσιο των θεών όσο και προς τους ανθρώπους. Το όνομα της Ήρας μαρτυρείται στις πινακίδες Γραμμικής Β της Πύλου, που σχετίζονται με τον Δία και τον αμφιλεγόμενο Δρίμιος127. Η Cassola έχει ήδη παρατηρήσει128 ότι στην Σάμο η ελληνική λατρεία της Ήρας, επανασυνδέοντας με μια προηγούμενη γηγενή λατρεία, ξεκίνησε στη μυκηναϊκή εποχή. Ο Παυσανίας λέει 129:
Κάποιοι λένε ότι το ιερό της Ήρας ιδρύθηκε από αυτούς που έπλευσαν με το πλοίο Αργώ και ότι έφεραν το άγαλμα από το Άργος. Οι ίδιοι οι Σάμιοι, ωστόσο, πιστεύουν ότι η θεά γεννήθηκε στο νησί κοντά στον ποταμό Imbraco, κάτω από το αγνό δέντρο που φύεται ακόμα και σήμερα στο Ηραίο. Το ότι αυτό το ιερό είναι από τα παλαιότερα μπορεί να συναχθεί, ειδικότερα, από το άγαλμα: είναι, στην πραγματικότητα, έργο του Αιγινήτη Σμιλίδη, γιου του Ευκλείδη. Αυτός ο Σμιλίδης έζησε την εποχή του Δαίδαλου, αλλά δεν πέτυχε φήμη ίση με τη δική του.
Η απόδοση του ξοάνου στον Σμιλίδη επιβεβαιώνεται από τον Κλήμη Αλεξανδρείας[130], ο οποίος παραθέτει ως πηγή τον τοπικό ιστορικό ολύμπιχο σε ένα έργο με τίτλο Σαμιακά[131], που χρονολογείται από τον Jacoby στον 3ο αι. π.Χ. Σε ένα από τα παλαιότερα έργα της ιωνικής ιστοριογραφίας με τίτλο Annals of the Samii (5ος-4ος αιώνας π.Χ.), ο Αέθλιος ο Σάμιος (FGrHist 536 F 3) λέει ότι το άγαλμα (ἄγαλμα) της Ήρας Σαμίας ήταν πρώτα άξονας (σανίς){ανεικονικό}, μετά , επί διακυβέρνησης του Prole, έγινε με ανθρώπινη μορφή[132]. Σύμφωνα με έναν λόγο απόρρητο παρμένο από τον Paus. II 38, 2 sg., στο Ναύπλιο της Αργολίδας η θεά λουζόταν κάθε χρόνο στην πηγή Κάναθο και με αυτόν τον τρόπο έπαιρνε τα χαρακτηριστικά του παρθένου. Η Σάμος ονομαζόταν Παρθενία σύμφωνα με μια παράδοση που χρονολογείται από τον Αριστοτέλη (fr. 570 Rose) και την υιοθέτησαν ελληνιστικοί ποιητές, όπως ο Απολλώνιος, ο Ευφόριος (;), ο Νίκανδρος, ο Καλλίμαχος και τέλος ο Στράβων που ονομαζόταν έτσι όταν κατοικούνταν από τους Κάρες). O Ίμβρασος {ποταμός}, κοντά στις εκβολές του οποίου βρισκόταν το ιερό της Ήρας, ονομαζόταν Παρθένιος[133]. {ΣΕΛ. 54} Αν η παρθένων κῆπος που αναφέρει ο Ίβυκος (PMG 286, 3 ff.), που πέθανε στη Σάμο, τοποθετηθεί στο τέμενος της Ήρας, θα είχαμε άλλη λεπτομέρεια σχετικά με αυτή τη θεότητα. Και ίσως δεν έχει νόημα να ρωτήσουμε ποια ήταν τα λιβάδια της Ήρας στον Κιθαιρώνα. Φυσικά, αν σκεφτούμε ότι το Κίρκαιον πεδίον[134] υπήρχε στο Fasi, το ερώτημα γίνεται πιο περίπλοκο. Τέλος, αν μπορεί να βοηθήσει στον καλύτερο προσδιορισμό των περιγραμμάτων της Ήρας ως κατ’ εξοχήν συζύγου, ας θυμηθούμε ότι ήδη στον Όμηρο γίνεται λόγος για μυστικές συναντήσεις της Ήρας με τον Δία «εν αγνοία των γονέων της»[135].
Στη συνέχεια, το μοτίβο αναλαμβάνει και αναπτύσσει ο Καλλίμαχος[136], ο οποίος ορίζει μια περίοδο 300 ετών σε αυτούς τους μυστικούς έρωτες, που σύμφωνα με τον schol. Il. I 609 θα είχε οδηγήσει στη γέννηση του Ηφαίστου του κουτσού. Έδρα αυτών των ερώτων θα ήταν ίσως η Σάμος[137].
Η κεντρική θέση της Ήρας ως προστατευτικής θεότητας των δικαιωμάτων των γυναικών στον γάμος είναι ξεκάθαρος, και ίσως ακόμη και η μακρινή αρχαιότητα αυτού του προνομίου μπορεί να γίνει αποδεκτή. Και ο θυμός της προς τον Λάιο και, επομένως, η αποστολή της Σφίγγας μπορεί επίσης να εξηγηθεί. Για να κατανοήσουμε τις παραλλαγές - ο Άδης, ο Άρης, ο Διόνυσος που υποκινεί τη Σφίγγα - είναι απαραίτητο να θεωρήσουμε την Ήρα ως χθόνια θεότητα, όπως και οι άλλες που μόλις αναφέρθηκαν: η πότνια, η Μητέρα Γη, η Δήμητρα Ερίννη, η u-po- jo-po- ti-ni-ja των πινακίδων Γραμμικής Β Η Σφίγγα μπορεί να είχε αφομοιωθεί, στην αρχαιότερη φάση, με τις Ερινύες ή την Αρά. Αν έχουμε υπόψη μας αυτό το γεγονός, μπορούμε επίσης να σκεφτούμε ότι η Ήρα έστειλε τη Σφίγγα και την ἀρά που στέλνει τη Σφίγγα και η ἀρά του Πέλοπα δεν αλληλοαποκλείονται.
Πιθανόν να έχουμε επίγνωση αυτών των μυθικών δεδομένων μέσω πηγών που αντικατοπτρίζουν πιο πρόσφατες και διαφοροποιημένες στιγμές, καθώς ίσως δεν ήταν αρχικά. Η αβεβαιότητα και, σύμφωνα με τις πηγές, επίσης η διαφορετική χρονολογική θέση της εμφάνισης της Σφίγγας θα μπορούσε να είναι μια έμμεση επιβεβαίωση αυτού που λέμε. Υπάρχει πάντα μια ἀρά, μια κατάρα από τον Πέλοπα, μια κατάρα από τον Λάιο, μία του Οιδίποδα, και η Σφίγγα εμφανίζεται πάντα: την πρώτη φορά που στάλθηκε από την Ήρα (ή από μια από τις άλλες θεότητες που αναφέρονται παραπάνω), τη δεύτερη ή την τρίτη φορά από άλλες θεότητες. στον Οιδίποδα Τύραννο δεν αναφέρεται ακριβώς από ποιον και πότε στάλθηκε. Ίσως μια ιερή στιγμή αντανακλάται σε αυτές τις κατάρες, όπως θα μπορούσε να συναχθεί από την εξέταση των πηγών. Πάντα, σε αυτές τις τρεις στιγμές του μύθου, εμφανίζεται η μορφή της μάντης Τειρεσίας, που εμφανίζεται και στο
[ΣΕΛ. 55]
[..] άλλες στιγμές: είναι ο μάντης που σηματοδοτεί την ιστορία της Θήβας, του Κάδμου και των Λαβδακιδών, είναι ο μάντης που δρα πριν την άφιξη του Απόλλωνα στους Δελφούς αλλά συνομήλικη με την Πότνια και τη συνδεδεμένη μαντική δραστηριότητα. Είναι πιθανό σε μια αρχαία προφορική Θηβαΐδα, ή σε περισσότερες από μία προφορικές Θηβαῒδες, ανάλογα με το πώς θέλουμε να εξετάσουμε αυτές τις παραλλαγές, οι τρεις κατάρες επιβεβαιώθηκαν, ίσως συνδεδεμένες με στιγμές λατρείας. Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πώς θα μπορούσε να τα εκμεταλλευτεί, για παράδειγμα, ένας ποιητής όπως ο Αισχύλος σε μια συνδεδεμένη τριλογία, αλλά και κάποιος σαν τον Ευριπίδη, που χρειαζόταν ένα τμήμα του μύθου ως υλικό,
πάνω στο οποίο θα βασίσει τη νέα του τραγωδία.
Γίνεται έτσι πολύ δύσκολο να διαπιστωθεί, για παράδειγμα, τι αντίκτυπο ή τι βάρος έχει ο Χρύσιππος για την κατανόηση των Φοινισσών. Οι απόψεις είναι διαφορετικές: σύμφωνα με τον Kirchhoff, ο Οινόμαος, ο Χρύσιππος και οι Φοίνισσες ανήκουν στην ίδια τετραλογία, της οποίας το σατυρικό δράμα ‹οὑ› σώιζεται, και αυτή τη θέση αποδέχονται, για παράδειγμα, οι Wilamowitz, Robert, Zielinski και, στη συνέχεια, ο Snell, που επιχειρεί μια ανακατασκευή στο TrGF {Tragicorum Graecorum Fragmenta}. Η άλλη θεωρία βασίζεται στο σχολιον του Aristoph. ran. 53 {Βάτραχοι}, που παραθέτει τρεις τραγωδίες που ο σχολιαστής βρήκε σε κατάλογο σε ένα μόνο έτος: η Αντιόπη, η Υψιπύλη και η Φοίνισσα θα είχαν σχηματίσει μια χαλαρά συνδεδεμένη τριλογία[138]. Όποια κι αν είναι η περίπτωση και όποια σχέση θέλει κανείς να βρεί ανάμεσα σε αυτές τις τραγωδίες και τον Ορέστη, που ορισμένοι θεωρούν την τέταρτη τραγωδία αυτής της ομάδας, μπορεί να σκεφτεί ότι οι Φοίνισσες συντάχθηκαν μεταξύ 411 και 409 και ότι ο Χρύσιππος ήταν που συντέθηκε αμέσως πριν: έτσι ίσως θα γινόταν καλύτερα κατανοητός ο Phoen. 1611
ἀρὰς παραλαβὼν ȁαΐου καὶ παισὶ δούς.
Τα επιχειρήματα του Zielinski[139], ο οποίος παραθέτει τον παραλληλισμό των Τρωάδων προς υποστήριξη μιας τριλογίας που αποτελείται από τον Οινόμαο, τον Χρύσιππο και τις Φοίνισσες, δεν είναι πειστικά. Η υπόθεση του Αριστοφάνη είναι δυστυχώς διεφθαρμένη: θα περιμέναμε να βρούμε εκφράσεις με δοτικούς τίτλους, του τύπου δεύτερος Εὐριπίδης Οἰνομάωι, Χρυσίππωι, Φοινίσσα ις; Αντίθετα ακολουθούν τίτλους κατ' όνομα. … Όπως φαίνεται, αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα όσον αφορά στις τραγωδίες του Ευριπίδη, ειδικά αν προσπαθήσει κανείς να ανασυνθέσει την πλοκή των χαμένων τραγωδιών, αλλά πολύ μικρής σημασίας όσον αφορά στην ανασύνθεση του περιεχομένου ενός θηβαϊκού έπους, το οποίο στην προφορική φάση θα μπορούσε [ΣΕΛ. 56] να έχει, όπως ήδη είπαμε, πολλές παραλλαγές. Ωστόσο, είναι πολύ σημαντικό να μπορούμε να υποδείξουμε στο Σχόλιο του Πεισάνδρου κάποια στοιχεία που χρονολογούνται από την μακρινή αρχαιότητα: με λίγο θράσος είπαμε ότι αυτά χρονολογούνται στη μυκηναϊκή περίοδο.
Σε αυτό το σημείο, ωστόσο, θα ήθελα να κάνω μια παρατήρηση: εάν, λαμβάνοντας υπόψη την φύση των μαρτυριών στην Γραμμική Β, οι ενδείξεις επιλύονται συχνά με μια λέξη, εναπόκειται σε εμάς να εξαγάγουμε τα συμπεράσματα: πριν από χρόνια η σύγκριση με οι στίχοι των Ικέτιδων του Αισχύλου με οδήγησαν να ερμηνεύσω το ma-ka ως μήτηρ γῆ, Mother Earth, De-metra. Τώρα οι λέξεις που διαβάζονται στις πινακίδες Γραμμικής Β της Οδού Πελοπίδου, te-re-ja-de, Tέλειάδε, «οι γιορτές της Ήρας Τελείας», κι-τα]-το-να-ντε, στον Κιθαιρώνα (αν ο η ολοκλήρωση είναι ακριβής), tu-wa-si, θυFάδες (dt.), οι Tiades, u-po-jo-po-ti-ni-ja, η Πότνια Χθονία, με κάνουν να πιστεύω ότι ορισμένα τμήματα του πολύ περίπλοκου Θηβαϊκού έπους[140] χρονολογούνται στην Μυκηναική περίοδο: Ήρα, Κιθαιρώνας, Διόνυσος. Είναι σαφές ότι η Ήρα και ο Διόνυσος αποτελούν ένα ολόκληρο σύστημα τελετουργιών και λατρειών (τα πανηγύρια προς τιμήν της Ήρας Τελείας, των Τιάδων) που μας διαφεύγουν: η αναφορά κάποιων απομακρυσμένων αρχαϊκών χαρακτηριστικών που χρονολογούνται σε αυτήν την περίοδο είναι απλώς μια προσπάθεια. Έτσι θα είχαμε και τη βεβαίωση ότι ο Κιθαιρών είναι το θέατρο ορισμένων σημαντικών γεγονότων αυτής της εποχής. Στο σημείο αυτό το βασικό ερώτημα:
είμαστε σίγουροι για την ανάγνωση και την ερμηνεία αυτών των εγγράφων. είμαστε σίγουροι ότι αφορούν τη λατρευτική σφαίρα; Εάν ναι, όπως ελπίζω, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της προέλευσης του θηβαϊκού έπους και τις απαρχές του έπους γενικότερα με έναν νέο τρόπο, επειδή οι επιφυλάξεις που έχει κάποιος να υποδείξει την προέλευση του έπους στη μυκηναϊκή περίοδο εξαφανίζονται. Η μαρτυρία ενός u-pojo-po-ti-ni-ja όχι μόνο δείχνει τον χθόνιο χαρακτήρα αυτής της θεότητας, αλλά οδηγεί στην πεποίθηση ότι οι θεότητες και οι μορφές λατρείας είχαν ήδη μια μακρά περίοδο πίσω τους και θα μπορούσαν επίσης να είναι μια έκφραση μορφές προελληνικής θρησκευτικότητας:
Σε αυτή την περίπτωση, καλό είναι να ληφθούν υπόψη και τα ονόματα των θεοτήτων ή των ηρώων, αν μπορούν να αναχθούν στην ελληνική ή όχι. Ένας συλλογισμός προς αυτή την κατεύθυνση με ενθαρρύνει να διατυπώσω νέους στοχασμούς για την εποχή και την προέλευση των παραδόσεων.
Nilsson, M. P. 1932. The Mycenaean Origin of Greek Mythology, Cambridge University Press.
Home Encyclopedia of Psychology and Religion, s.v. Oedipus Myth, pp 641–644
Furniss, J. M. 2010. “Oedipus Myth,” Encyclopedia of Psychology and Religion, ed. D. A. Leeming, K. Madden, S. Marlan, Boston. https://doi.org/10.1007/978-0-387-71802-6_474
Encyclopedia of Psychology and Religion
Oedipus is a mythic Greek character thought to originate in Mycenaean folklore. His story is cited by Homer and was central in the lost Theban cycle of post-Homeric epics, before becoming a subject in tragedies written for the Festival of Dionysius in fifth-century bc.
ΛΑΪΟΣ
https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/mythology/lexicon/lavdakides/page_005.html
---------------------------------------------------------------------- https://www.degruyter.com/document/doi/10.1515/kadm.42.1-2.31/html
https://www.researchgate.net/publication/249942517_Reviewing_the_New_Linear_B_Tablets_From_Thebes
Reviewing the New Linear B Tablets From Thebes, Thomas G Palaima, Kadmos
Jan Best. 2004. “The Many Faces of Jabu-Re and Bini-Re,” Kadmos 42(1-2), pp. 39-46.
For the scribes of Cretan Hieroglyphic there were six ways of stressing the importance of the Egyptian sun-god Re as the key element in the Minoan throne-name jabu-Re, ‘Heart of Re’ (Fig. 1a; no. 162). One way of doing so was to add to the syllabic sign with the value re an identical, but smaller syllabic sign or, alternatively, to add to the logogram of the lotus flower with the value re an identical, but likewise smaller logogram; in both cases, the smaller, identical adjunct was added to focus the reader's attention upon the last part of the throne-name (Fig. 1b and 1c; no. 242, no. 214).
https://www.degruyter.com/document/doi/10.1515/kadm.2002.41.s1.131/pdf
-------------------------
Latacz, J. 2004 [2003]. Troy and Homer
THE ORAL POETRY OF THE GREEK BARDS IS MYCENAEAN
Parry had assumed that this poetic tradition of the Greeks must be very old. No one at that time, however, could say how old.
A few decades later, following the deciphering in 1952 of the Greek script of the second millennium bc, Linear B, one could at last postulate that the Mycenaean Greeks must have had sung poetry. Geoffrey Kirk, for example, stated this in a fundamental article in 1960:
[Yet in spite of the absence of assured Mycenaean formulas or usages] the possibility still remains that the Greek poetical tradition reached back to Mycenaean times. Taking this possibility together with the knowledge preserved in the Homeric poems of Mycenaean objects, geography, [NEXT PAGE IS 260] mythology, and customs, and adding the argument that even if all these could be supplied in the early post-Mycenaean period it is unlikely that the idea of narrative poetry, and the hexameter itself, were invented then, we may feel inclined to accept Mycenaean narrative poetry of some kind as a probability.12
Eight years later Albin Lesky, in his major review of research in Pauly’s Realencyclopädie der classischen Altertumswissenschaft, was considerably more definite:
There is every possibility that the epic bards were firmly installed in the Mycenaean cities. M. P. Nilsson and T. B. L. Webster. . . have reinforced this view. Welcome confirmation came from the fresco of bards at Pylos . . . the lyre player depicted may have been a human . . . or a god.13
In the meantime we have been fortunate enough to take another whole step forward. In the last twenty years or so, specialists in Greek and Indo-European linguistics have erected a logical structure, widely accepted among themselves, yet still little known among representatives of the general discipline of Greek philology.
It states that this tradition of hexameter verse was in use amongst the Greeks at least in the sixteenth/fifteenth century bc, being thus the current form of poetic recitation some eight hundred years before Homer. What is the basis for this discovery?
This is where we reach the most difficult stage of our exposition. To follow the specialists’ argument requires not only excellent knowledge of Greek and especially of Homer, but also solid training in and wide knowledge of Indo-European linguistics. Nevertheless we will try to make the outcome plausible. Let us try with an example from English poetry.
If one reads lines like these today:
For one thing, sirs, safely dare I say,
That lovers each other must obey,
If they will long keep company. . .
we cannot perceive a metre in the lines and are left with a feeling of
dissatisfaction. Yet if we read the same lines in this form:
For o thyng, sires, saufly dar I seye
That freendes euerich oother moot obeye
If they wol longe holden compaignye . . .
[NEXT PAGE IS 261] the uncertainty is swept away. The first version is present day English, the second the lines as found in an early manuscript of The Canterbury Tales.14 Going back from the language of today to the language of the Middle Ages has restored the proper metre.
The same phenomenon appears in numerous hexameters we read in the Iliad. As they stand in our text, which derives from the eighth century bc, they sound ‘false’, since they do not conform to the usual conventions of prosody. If though we make use of historical linguistics to change them to the form which they would have had in the sixteenth century bc, they sound right. This can only imply that these lines were composed hundreds of years before Homer. How many hundreds can also be determined by historical linguistics.
Frequently a hexameter, in the form in which it has come down to us, sounds false because it contains a relatively long word form which destroys the rhythm. Try as we might, we cannot ‘scan’ the hexameter, i.e. speak it in correct rhythm. If, however, we make use of linguistics to return a word to the form which, according to indisputable linguistic laws, it must have had in the sixteenth/fifteenth century bc, a short form emerges and the hexameter becomes speakable and ‘regular’.
We wish to produce at least one example of this point, since it has
fundamental importance for the question.
Three times in Homer’s text there appears a formulaic line describing an Achaian hero named Mêrionês, the charioteer of Idomeneu´s from Crete:
Markantonatos 2007, p. 47
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
https://romatrepress.uniroma3.it/wp-content/uploads/2024/05/EBOOK-RPL-n.-XLV.pdfhttps://romatrepress.uniroma3.it/wp-content/uploads/2024/05/EBOOK-RPL-n.-XLV_p.11-57.pdf
https://www.facebook.com/TheMythologists/posts/pfbid0nmtnLCX1Czf8k8gpub7D2p4mNkvmLLH5ccxM8Q8MbbpqsV8CfoYrp9CuRZ5QkNgul?__cft__[0]=AZWY5viaQqryStgTWWwVCSlyjMb39CPOOtp0kI3b_g2HDvnldkPVBVRvcW3rqfKyRWsFH0Nm4qVY0TTTDLJhAN7olmhTO4YiSOLKBpcirdkudMuGaJLa2bhY8LgspFA9KGjSrWzimqc5JPcZLD6649Sbp4tjzpaArsAkwgQahH5pCg&__tn__=%2CO%2CP-R
Νάστου, Χ. .Ο ΟΙΔΙΠΟΔΑΣ στα ΚΥΚΛΙΑ ΕΠΗ, ΣΤΟΝ ΗΣΙΟΔΟ, ΣΤΟΝ ΣΤΗΣΙΧΟΡΟ.
https://dokumen.pub/troy-and-homer-towards-a-solution-of-an-old-mystery-3nbsped-0199263086-9780199263080.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου