BUY NOW

Support independent publishing: Buy this book on Lulu.

Σάββατο 25 Μαΐου 2019

Buddhism and the Greeks

Η γέννηση και ανάπτυξη του Βουδισμού και οι Έλληνες ..  (Buddhism, Greeks)


Η ύπαρξη αλληλεπιδράσεων μεταξύ της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφικής σκέψεως και αυτής άλλων λαών, ιδιαίτερα από την Ανατολή, υπήρξε και παραμένει προσφιλές θέμα μεταξύ των ερευνητών. Επί παραδείγματι η Παρτσαλάκη έχει αποπειραθεί να παράσχει μία ‘Βουδιστική’ ερμηνεία του Ηρακλείτου (544-484 π.Χ.) από την οποία κατά την ίδια ‘αναδύεται μία νέα κατανόηση σημαντικών εννοιών και διαπιστώνονται οι κοινές κατευθύνσεις των προσεγγίσεων αυτών των δύο σημαντικών προσωπικοτήτων προς την αέναη ροή και παροδικότητα των πάντων, την διαφοροποίηση της γνώσεως από την σοφία, την έμφαση στην αναγκαιότητα της αφυπνίσεως έναντι της άγνοιας, και την ερμηνεία της φύσεως των πραγμάτων’.[7_147]

Η ύπαρξη επαφών του Ελληνικού στοιχείου με την Ινδική χερσόνησο πριν την Αλεξανδρινή περίοδο επιβεβαιώνεται από τις εξερευνήσεις στις οποίες προέβη ο Σκύλλαξ ο Καρυανδεύς κατ’ εντολήν του Δαρείου Α’, γεγονός το οποίο αναφέρει ο Ηρόδοτος.[7_148] Έμμεση ή άμεση εμπορική επαφή με την Ινδία τεκμαίρεται επίσης από την αναφορά της Σαπφούς στην κασία (κανέλλα, Cinnamomum iners), Sapph.Supp.20c.2, πιθανότατα Ινδικής προελεύσεως, ενώ και στο Ηραίον της Σάμου έχουν ανευρεθεί αποξηραμένα άνθη του ίδιου φυτού αλλά και παπαγάλοι οι οποίοι ενδημούν στην αυτή υποήπειρο. Ο Ινδός γραμματικός της Σανσκριτικής Panini, ο οποίος έζησε σαφώς πρίν την Αλεξανδρινή εποχή, αναφέρεται επίσης στην Γραμματική του σε Ίωνες, υπό το όνομα Yavana,[7_148a1] μερικούς των οποίων προφανώς εγνώρισε κατά την θητεία του στο Πανεπιστήμιο των Ταξίλων![7_148a2] Στο Βουδιστικό έργο Majjhima Nikaya, σε αναφορά αποδιδόμενη στον ίδιο τον Βούδα,[7_149] σχολιάζεται επίσης η ύπαρξη στην Ινδική υποήπειρο Ελληνικού κράτους, Yona, ήτοι Ιωνικού.[7_150] Η Yona και η γειτονική της Cambodiya ετοποθετούντο στα βορειοδυτικά της Ινδίας, κατά δε τα ιερά κείμενα διέθεταν διαφορετική κοινωνική οργάνωση από τα λοιπά κρατίδια της Ινδικής, οι κάτοικοί τους είχαν ξένες συνήθειες και διακρίνοντο για τις ικανότητές τους σχετικά με το άλογο. Επιπρόσθετα υπάρχουν τεκμήρια εμπορικής επαφής όπως αγγεία, κεραμεικά (rouletted ware) κ.ά., ενώ και στην γειτονική Βακτρία έχει επιβεβαιωθεί η κατασκευή κούρων Ελληνικού τύπου αιώνες πριν την Αλεξανδρινή εκστρατεία.[7_151]

Αποτύπωμα του πέλματος του Βούδα με Dharmacakra και Triratna, πρώτος αι., Gandhāra

Οι επαφές των Ελλήνων με την Ινδική αναπτύχθηκαν σημαντικά κατά την Αλεξανδρινή περίοδο, ενώ Ελληνικά φιλοσοφικά έργα εκτιμάται ότι μεταφράσθηκαν και κατέστησαν γνωστά στην υποήπειρο επηρεάζοντας την Ινδική σκέψη.[7_152] Άλλωστε αυτό αναφέρεται επανειλημμένα και εμφαντικά από τον Δίωνα Χρυσόστομο (D. Chr. Disc. 53.6-8), τον Αιλιανό (Var. Hist. 12.48), τον Φιλόστρατο (Philostr. VA. 3.12, 16) και άλλους αρχαίους συγγραφείς, ενώ παρέχονται πολλά τεκμήρια για την από μέρους των Ινδών γνώση των Ομηρικών επών και άλλων στοιχείων της Ελληνικής παραδόσεως.[7_153] Θεατρικά έργα των Ελλήνων τραγικών ανεβάζονταν συχνά στα θέατρα των Ελληνιστικών ή άλλων πόλεων ένω δεν έλειπαν και αυτά της Νέας Κωμωδίας.[7_154] Άλλωστε η ανεύρεση θραύσματος αγγείου στην Πενταποταμία, το οποίο υπήρξε έργο τοπικού εργαστηρίου διέθετε δε παράσταση με θέμα από την Αντιγόνη του Σοφοκλέους υπογραμμίζει ότι καλλιτέχνες της περιοχής ήσαν γνώστες της τραγωδίας η οποία φαίνεται ότι τους είχε εντυπωσιάσει και εμπνεύσει![7_155] Έμμεσες ενδείξεις επαφών με την Ινδία παρέχει και θεατρικό έργο – μίμος του δευτέρου αι. τιτλοφορούμενο Χαρίτιον από το όνομα της πρωταγωνίστριας. Αυτή η ‘φάρσα’ αποτελεί παρωδία της Ιφιγένειας εν Ταύροις, εκτυλίσσεται όμως στην Ινδία με τους διαλόγους στην Ελληνική και σε Ινδική διάλεκτο.[7_156]
 
Ενδεικτικό και χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα έργου του Πύθωνος,[7_157] που ανήκε στην ακολουθία του Αλεξάνδρου, το οποίο υπό τον τίτλο Αγήν ανέβηκε για το στράτευμα παρά τις όχθες του Υδάσπη ποταμού.[7_158] Το σατιρικό έργο διακωμωδούσε τον Άρπαλο του Μαχάτα, παιδικό φίλο του Αλεξάνδρου, ο οποίος είχε διοριστεί θησαυροφύλαξ στην Βαβυλώνα, όμως συγκέντρωσε τα πυρά αρνητικών κριτικών λόγω της έκφυλης ζωής του.[7_159] Αντικειμενικά το έργο εξέπεμπε πολιτικά μηνύματα – κατά της προδοσίας – ο δε κύριος χαρακτήρας του έχει υποστηριχθεί ότι παραπέμπει στον ίδιο τον Αλέξανδρο αλλά, πιθανώς, και στον Διόνυσο, αγαπητό στον στρατηλάτη θεό.[7_160]

Ασκητές από το έμβλημα του Karatepa (αρ.) και το ανάγλυφο των Ταξίλων (δεξ.)

Ο Διογένης με τον Αλέξανδρο (αρ.) και ο Kashyapa με τον Βούδα (δεξ.) 

Η Βουδιστική τέχνη υπήρξε αρχικώς ανεικονική, ο δε Βούδας ‘παρίστατο’ με τον κενό θρόνο του,[7_161] το δένδρο Bodhi ή το αποτύπωμα του ποδιού του! Ο κενός θρόνος υιοθετήθηκε από την Εποχή του Χαλκού σε ευρεία περιοχή, ιδιαίτερα στην Μεσόγειο και την Εγγύς Ανατολή, ώστε να υποδηλώσει ανεικονικά την επιφάνεια της θεότητος (Θεοφάνεια).[7_162] Ο συμβολισμός μερικές φορές απαντούσε σε συνδυασμό με ακτινοβολούσες φλόγες είναι δε παρών στην Κρητο – Μυκηναϊκή θρησκεία,[7_163] στην Ασσυρία[7_164] αλλά και, αργότερα, στην Κιλικική Όλβη, όπου ο κενός θρόνος του Διός εμφανίζεται να κοσμεί την μία όψη νομίσματος![7_165] Αξιοσημείωτη είναι η ύπαρξη του ίδιου συμβολισμού σε γλυπτό από το ιερό της Αθηνάς στο Ίλιον το οποίο παριστά τον Ήλιο οδηγούντα τέθριππο άρμα,[7_165a1] κάλλιστα δε αυτή η παράσταση θα μπορούσε να αποτελέσει υπόδειγμα για την αντίστοιχη απεικόνιση του Βούδα![7_165a2] Η συμβολική ‘απεικόνισή’ του Βούδα μέσω του κενού θρόνου συνιστά ενδεχομένως επιβίωση του άδειου θρόνου που συνήθως ετοποθετείτο στα γυμνάσια των ελληνιστικών πόλεων και υιοθετήθηκε ενωρίτερα για την λατρεία των θεοποιημένων Σελευκιδών βασιλέων ή, ακόμη, για να υποδηλώσει τον απουσιάζοντα Μ. Αλέξανδρο![7_166] 

Ο Ήλιος οδηγών τέθριππο (Ιερό της Αθηνάς, Ίλιον, 300 π.Χ.)
Καθήμενος Βούδας Shakyamuni σε διαλογισμό με φλεγόμενους ώμους (περίοδος έξη δυναστειών, Κίνα, τρίτος με τέταρτο αι. μ.Χ., επίχρυσος ορείχαλκος, Arthur M. Sackler Museum)

Gold octadrachm issued by Ptolemy III (r. 246 BC–222 BC)

Apollo with a radiant halo in a Roman floor mosaic (late 2nd century, El Djem, Tunisia)

Αρχαιοελληνικοί θεοί με φωτοστέφανο (οικία του Σερενού, Τρίμιθις, Εσώτερω Όασις, Dakhla - Dakhleh)

Ο Βουδισμός εισαχθείς στην Κίνα απεκλήθη εκεί ‘xiangjiao’ ήτοι εικαστική (ή εικονιστική ή παραστατική) θρησκεία, το γεγονός δε θεωρείται ότι επηρέασε τον τρόπο που οι Κινέζοι έβλεπαν τις θεότητες και κατανοούσαν τον κόσμο![7_167] Οι πρώτες ανθρωπομορφικές παραστάσεις του εν συνεχεία αντλούν στοιχεία από αυτές του Απόλλωνος, σύμφωνα δε με τον Bussagli, καθηγητή του Πανεπιστημίου της Ρώμης ‘Το πιθανότερο είναι ότι ο άγνωστος καλλιτέχνης που δημιούργησε το πρώτο μοντέλο (του Βούδα) υπήρξε Yavana (Έλλην της Ινδίας) καλλιτέχνης και φιλόσοφος, που ανήκε συγχρόνως στην Ελλάδα και στην Ινδία’.[7_168]

Throne of the Buddha (Mathura, 2nd c. - 3rd c. AD (V&Α Museum nr. IS.1039-1883

Η Γανδαρίτιδα απετέλεσε την κατ’ εξοχήν περιοχή όπου πραγματοποιήθηκαν τέτοιες επαφές με Ινδούς ασκητές, τους λεγομένους γυμνοσοφιστές.[7_169] Η εικόνα του ασκητή υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής στην τέχνη της Κεντρικής Ασίας, όπως επιβεβαιώνουν τα αρχαιολογικά τεκμήρια αλλά και η από μέρους του Βούδα ακολουθηθείσα σχετική πρακτική.[7_170] Αναλογίες με τους ασκητές της Ασίας φαίνεται να παρουσιάζει ο Διογένης[7_171] ο οποίος κάλλιστα μπορεί να συγκριθεί με τον ασκητή  από το έμβλημα του Karatepa,[7_172] τον ασκητή από το ανάγλυφο των Ταξίλων[7_173] αλλά και αυτό του Kashyapa όταν συναντάται με τον Βούδα![7_174] Αξιομνημόνευτο είναι εν προκειμένω ότι στην Ασία και μάλιστα στην Ελληνο - Βουδιστική τέχνη η εικόνα του ασκητή φαίνεται να ακολουθεί τις αυτές εικονογραφικές συμβάσεις[7_175] με του Διογένους με την εξαίρεση του κρωβύλου των Ασιατών ασκητών ο οποίος όμως έχει το Αθηναϊκό ανάλογό του![7_176]  

Απόλλων του Belvedere (Μουσείο Βατικανού) φέρων κρωβύλο. Αντίγραφο πρωτοτύπου ορειχάλκινου αγάλματος του Λεωχάρους, 330-320 π.Χ.)

Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται ο Καλανός ή Σνίφης (Pl. Alex. 65.2-3, Strab. 15.1.68 και 15.1.61), ο οποίος - όπως αναφέρεται - με την δική του βούληση ενετάχθη στην ακολουθία του Μεγάλου Αλεξάνδρου και απετέλεσε τον διδάσκαλο πολλών Μακεδόνων. Σύμφωνα με τον ερευνητή Χαλκιά ο Καλανός υπήρξε Βουδιστής, τελείωσε δε τον βίο του αυτοπυρπολούμενος, στα πλαίσια σχετικής Βουδιστικής παραδόσεως η οποία δεν στερείται αναφορών στον Ζωροαστρισμό και στην Ελληνική συνήθεια αποτεφρώσεως των νεκρών, παράβαλε την περίπτωση του Πατρόκλου, Il.23. 49-54.[7_176a1] Η περίπτωση του Καλανού όπως και άλλων γυμνοσοφιστών παρέχει την υλική βάση για την ερμηνεία των ομοιοτήτων οι οποίες έχουν εντοπισθεί μεταξύ Βουδισμού και της διδασκαλίας του Πύρρωνος του Ηλείου. Σημειώνεται ότι ο Πύρρων συμμετείχε στην εσωτερικό κύκλο ακολούθων του στρατηλάτη, παρέμεινε δε στην Ινδική και την Βακτρία επί πέντε χρόνια μαζύ με τον μέντορά του Ανάξαρχο τον Αβδηρίτη, D. L. 9.61. Φαίνεται ότι αυτή η επαφή επηρέασε τον χαρισματικό Ηλείο φιλόσοφο με αποτέλεσμα στην σχολή του Δυτικού Σκεπτικισμού (ή Πυρρωνισμού), την οποία ίδρυσε επανερχόμενος στην Ελλάδα, να απαντώνται στοιχεία ‘Ινδικής’ φιλοσοφίας. Ο Νίτσε έφθασε να τον αποκαλέσει Έλληνα Βούδα, σειρά δε ερευνητών αναγνώρισαν στο λεγόμενο απόσπασμα του Αριστοκλέους ομοιότητες με τον Βουδισμό. Άλλοι ερευνητές προχώρησαν παραπέρα και υποστήριξαν την ύπαρξη του λεγομένου Αρχαίου Έλληνικού Βουδισμού, θεωρώντας ότι, ήδη από τον 2ο αιώνα π.Χ. και πολύ πριν ο Βουδισμός διαδοθεί ανατολικότερα, ο ιδεολογικός πυρήνας του αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα του δυτικού πολιτισμού, ως αποτέλεσμα της συνυπάρξεως, ‘συνδιαλλαγής’ και αλληλεπιδράσεώς του με τον Ελληνισμό![7_176a2] Από τους ίδιους μάλιστα εκτιμάται ότι δεν υπάρχει λόγος οι Δυτικοί να προσβλέπουν στην διδαχή τους με περίεργα Βουδιστικά δόγματα από την Κίνα, το Θιβέτ, την Κορέα ή την Ιαπωνία, δεδομένου ότι αυτά περιέχουν πρόσθετα εξωτικά πολιτιστικά στοιχεία, ξένα προς τον πυρήνα της διδασκαλίας του Śākyamuni![7_176a3] Πρίν προχωρήσουμε ας μας επιτραπεί να σημειώσουμε επιπρόσθετα και εν σχέσει πάντα με τον όποια Ελληνική συνεισφορά στον Βουδισμό ότι η Dharmagupta, μία των 18 ως 20 πρώιμων σχολών του,[7_176a4] ιδρύθηκε από τον Έλληνα (Ίωνα, Yonaka) Dhammarakkhita, η Mahāyāna γεννήθηκε στον Κωφήνα όπου δραστηριοποιούντο Έλληνες,[7_176a4a] ενώ και η υπό τον Nagarjuna θεωρείται ομοίως επηρεασθείσα από την Ελληνική σκέψη. Αξιοσημείωτο είναι ότι και αυτή η yoga εμφανίζεται συσχετιζόμενη με τον Ελλαδικό παράγοντα, αφού τουλάχιστον μία εκδοχή της, η Kundalini yoga, υιοθετεί σχήματα παρόντα και στην Πλατωνική διδασκαλία, Plat. Tim. 77d,[7_176a4aa] ενώ και αυτή η προβεβλημένη χαρακτηριστική στάση διαλογισμού οκλαδόν φαίνεται ότι απαντάται πρώτα σε νεολιθικό αγαλματίδιο από την Κρήτη! Ο Dhammarakkhita αναφέρεται ότι απετέλεσε τον διδάσκαλο του Tissa, αδελφού του Ashoka, ενώ έλαβε μέρος σε σειρά προσηλυτιστικών αποστολών, έως και στην Sri Lanka με αποτέλεσμα τον προσυλητισμό και την χειροτονία χιλιάδων πιστών.[7_176a5]

Το προαναφερθέν απόσπασμα του Αριστοκλέους, περιλαμβάνον στοιχεία της Πυρρωνικής διδασκαλίας, διασώθηκε από τον ομώνυμο Μεσσήνιο φιλόσοφο, όμως προέρχεται από τον απωλεσθέντα διάλογο Πύρρων του Τίμωνος της Φλιούντος, φαίνεται δε να στηρίζει την άποψη ότι κατά την περίοδο της επαφής, περί το 320 π.Χ., ο Βουδισμός διήνυε το αρχικό στάδιό του παραμένοντας μέχρι τότε μια περιθωριακή φιλοσοφική – θρησκευτική τάση αριστοκρατών, δεν είχε δε αρχίσει η διαδικασία εκλαϊκεύσεώς του. Το τετραπλό δίλημμα ή τετράλημμα (catuskoti),[7_177] το οποίο αποτελεί αποφαντικό σχήμα στον πυρήνα του ‘Πυρρωνισμού’, στρέφεται κατά των δογματικών απόψεων, ούτως ώστε κανείς να μην μπορεί να πει με βεβαιότητα για κάθε πρόταση ότι ‘αυτή είναι αληθής’, ή ότι ‘δεν είναι αληθής’. Ή ακόμη, ότι ‘αυτό είναι έτσι και δεν είναι έτσι’, ή ότι ‘αυτό ούτε είναι, ούτε δεν είναι έτσι’, άποψη που εκφράζει παραστατικά ο Ινδός σκεπτικιστής φιλόσοφος Sañjaya,[7_178] ο Βούδας,[7_179] αλλά και ο Πλάτων στην Πολιτεία καθώς και ο Αριστοτέλης.[7_180] Χαρακτηριστικό είναι σχετικό απόσπασμα του Sañjaya:
'Αν με ρωτήσετε αν υπάρχει άλλος κόσμος [μετά θάνατον], αν θεωρούσα ότι πράγματι υπήρχε, θα σας το δήλωνα; Δεν το νομίζω. Δεν νομίζω με αυτόν τον τρόπο. Δεν νομίζω διαφορετικά. Δεν νομίζω το αντίθετο. Δεν νομίζω ούτε το αντίθετο του αντιθέτου. Αν με ρωτήσετε αν δεν υπάρχει άλλος κόσμος ... ούτε υπάρχει ούτε δεν υπάρχει... ...  Δεν νομίζω με αυτόν τον τρόπο. Δεν νομίζω διαφορετικά. Δεν νομίζω το αντίθετο. Δεν νομίζω ούτε το αντίθετο του αντιθέτου.'[7_180a]

Ο Βούδας σε διαλογισμό

Αναφορικά με το ερώτημα ποιός επινόησε το σχήμα του τετραλήμματος καθώς και το γενικότερο θέμα των αλληλεπιδράσεων επί φιλοσοφικών θεμάτων υπάρχουν αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις.[7_181] Έτσι ο McEvilley υποστηρίζει την Ελληνική καταγωγή του λεγομένου δευτέρου είδους της λογικής (βλ. Nagarjuna της σχολής Madhyamika),[7_182] ενώ ο S. C. Vidyabhusana αποδίδει σε Αριστοτελική επιρροή την ανάπτυξη της Ινδικής λογικής πρώτου είδους. Όμως επί του θέματος υπάρχει και αντίλογος, ο οποίος δεν ανήκει στο εδώ εξεταζόμενο πεδίο.[7_183]

Η ένθρονη Κυβέλη των Θηβών (Αρχ. Μουσείο Θηβών)

Έχει ιδιαίτερη σημασία να επαναληφθεί ότι η επαφή Ελληνισμού – Βουδισμού πραγματοποιήθηκε στην Γανδαρίτιδα σε πρώϊμο στάδιο αναπτύξεως του τελευταίου,[7_184] αυτή δε η επαφή πιστεύεται ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην περαιτέρω διαμόρφωση του Βουδισμού,[7_185] καθιστώντας εν συνεχεία δυνατή την ευρεία διάδοσή του στην Κίνα, την ΝΑ Ασία και ευρύτερα. Υποστηρίζεται μάλιστα ότι μερίδα των Ελλήνων της Ινδικής, του Μενάνδρου συμπεριλαμβανομένου, ασπάσθηκε τον Βουδισμό, τα δε σχετικά επιχειρήματα μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν την πυξίδα – λειψανοθήκη του Shilkot με την σχετική επιγραφή,[7_186] αλλά και την πληθώρα αφιερωμάτων χορηγών Yavana σε Βουδιστικά ιερά, μάλιστα δε με Ινδικά ονόματα![7_187] Σημειώνεται ότι η θεοποίηση του Βούδα έχει παραλληλισθεί με την ανάλογη Μακεδονική συνήθεια θεοποιήσεως των βασιλέων ενώ οι Maitreya, Avalokiteshvara και Manjushri μοιάζουν να προέρχονται από τα πρότυπα του Ηρακλέους, της Τύχης και του Διός![7_188] Υιοθετώντας μιάν ελαφρώς διαφορετική προσέγγιση ο Χαλκιάς εκτιμά:[7_189] ‘Ο Βουδισμός αναδύθηκε από το Ινδικό του κουκούλι, αφού συναντήθηκε με την κοσμοπολίτικη ελληνική παιδεία των Μακεδόνων, οι οποίοι ήταν ανοικτοί σε ξένες παραδόσεις και λατρείες και θεωρούσαν, όμοια με τους βουδιστές, τον θάνατο ως ένα πέρασμα σε μία μετέπειτα ζωή’! Άλλωστε κατά τον Coomaraswamy η τέχνη της Gandhara είναι εικονογραφικά μεν εν μέρει, πλαστικά δε σχεδόν συνολικά, μια τοπική φάση Ελληνιστικής προελεύσεως, εφαρμοσμένη όμως σε θέματα Ινδικού ενδιαφέροντος. Κατά τον ίδιο αυτή η τέχνη μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιπροσωπεύει μιαν ανατολική προέκταση του Ελληνιστικού πολιτισμού που αναμιγνύεται με Ιρανικά στοιχεία, από μιαν άλλη δε οπτική ως δυτική προέκταση του Ινδικού πολιτισμού σε δυτικό ένδυμα![7_189a0]

Ο σφικτός εναγκαλισμός του Βουδισμού με τον Ελληνισμό αποδεικνύεται και από την υιοθέτηση ή συγχώνευση της Μεσογειακής ή, μάλλον, Ελληνιστικής υδρίας με το ιερό σκεύος kamaṇḍalu! Πρόκειται για έναν τύπο αγγείου ύδατος με λαβή καλαθιού και στόμιο διαθέτον θηριομορφικά στοιχεία, το οποίο αναπτύχθηκε στην Δύση, συγκεκριμένα στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Ιράν κατά την αρχή της πρώτης χιλιετίας π.Χ. Περίπου τον δεύτερο αιώνα π.Χ. με τις ισχυρές ελληνιστικές σχέσεις του, ο τύπος έφθασε στην Ινδία όπου και συγχωνεύθηκε με το kamandalu.[7_189a1] Ο αναπτυσσόμενος Βουδισμός χρειάστηκε τέτοια αγγεία σε τελετές του και αυτός είναι ο λόγος που το βλέπουμε σε πληθώρα αναγλύφων σκηνών στα ιερά (Bharhut, Sanchi stūpa, Kanganhalli, Nagarjunikonda και Amaravati)![7_189a2] Ενδιαφέρον παρουσιάζει σχετικώς και λίθινη εγχάρακτη επιγραφή σε πρώιμη Brāhmī[7_189a3] που επομένως μεταφέρει την χρονολόγησή μας πίσω στην προ-Κοσσανική περίοδο Sātavāhana, η οποία είναι πράγματι εντόνως συσχετισμένη με την Ελληνιστική παράδοση.[7_189a4] Υδρίες αυτού του τύπου φυλάσσονται στο Μουσείο του Cleveland, στο Metropolitan Museum of Art αλλά και στο Ashmolean,[7_189a5] ο δε Czuma, επιφανής μελετητής της Gandhara, συσχέτισε τα τεκμήρια με άλλα από τα Taxila καθώς και προς Ελληνιστικά αντίστοιχα αγγεία. Το ιερό σκεύος συνοδεύει ως παράφερνο τους Brahma, Shiva, Devi (ως Durga), Vishnu (ως νάνο), τους ασκητές εν γένει (Wikipedia, s.v. Kamandalu), αλλά και τον Bodhisattva Maitreya της Gandhāra.[7_189a6] 

Χαρακτηριστικό της στενής συζεύξεως Βουδισμού – Ελληνισμού αποτελεί χρυσό νόμισμα του πρώτου αι. π.Χ. το οποίο ανευρέθη στον Χρυσό Λόφο (Tillya Tepe, Αφγανιστάν) και φαίνεται νά παρέχει την πρώτη απεικόνιση του Βούδα.[7_190] Στην α’ πλευρά αυτού του σημαντικού νομίσματος απεικονίζεται όρθια μορφή σε ημιπλάγια όψη φέρουσα Ελληνιστική χλαμύδα και Μακεδονικό πέτασο.[7_191] Η μορφή προσομοιάζει στον Ηρακλή, τον Δία ή τον Ερμή,[7_192] εμφανίζεται δε ωθούσα τον οκτάκτινο τροχό του νόμου (Βουδιστικό σύμβολο), ενώ συνοδεύεται από επιγραφή σε Kharosthi[7_192a] αναφέρουσα: ‘αυτός που οδηγεί τον τροχό του νόμου’. Η οπίσθια πλευρά εικονίζει λέοντα εν στάσει με ανασηκωμένο το δεξιό εμπρόσθιο πόδι, παραπέμπει δε εικονογραφικά στους καθήμενους λέοντες που διακοσμούν το εσωτερικό της τελετουργικής ασπίδας του Φιλίππου ΙΙ, οι οποίοι με την σειρά τους παραβάλλονται – πιθανώς – και πρός τις σφίγγες της εισόδου του τύμβου Καστά της Αμφιπόλεως (;). Στα δεξιά του λέοντος έχει τοποθετηθεί κύκλος με τρίαινα, συμβολίζουσα τα τρία πολύτιμα πετράδια του Βουδισμού, συνοδεύεται δε και από την επιγραφή ‘ο λέων έδιωξε τον τρόμο’!

Χρυσό νόμισμα από τον Χρυσό Λόφο (Tillya Tepe)


Ο σφικτός εναγκαλισμός του Βουδισμού με τον Ελληνισμό καθίσταται άλλωστε εμφανής και από το γεγονός ότι η μυθολογία περί την γέννηση του Βούδα φαίνεται να υιοθετεί στοιχεία από τον Ομηρικό Ύμνο εις Απόλλωνα,[7_193] οι ομοιότητες δε, τα δάνεια και η αλληλεπιδράσεις δεν σταματούν εκεί ..

Σφίγγα και λέων στην λαβή του ξίφους - Διπλοί καθήμενοι λέοντες στο εσωτερικό της ασπίδας του Φιλίππου ΙΙ

Νόμισμα του Μενάνδρου Σωτήρος με οκτάκτινο τροχό - cakra
(https://www.britishmuseum.org/research/collection_online/collection_object_details.aspx?objectId=930456&partId=1&images=true, By άγνωστος - Британский музей, Κοινό Κτήμα, https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=7237103)

Αν και μέρος των κοινών πολιτιστικών στοιχείων έχει από μερίδα ερευνητών αποδοθεί στην Ινδο-Ευρωπαϊκή κληρονομιά που μοιράζονται αμφότεροι, υπάρχουν άλλα τα οποία δεν μπορεί να ενταχθούν στο πλαίσιο αυτό, λόγω χρονολογικής ασυμβατότητας. Στην πρώτη κατηγορία αναφέρεται η προσέγγιση του Allen ο οποίος θεωρεί ότι οι εμπειρίες του Βούδα, μεταξύ της αναχωρήσεώς του από την πατρική οικία και την πρώιμη μεταστροφή του, συγκρίνονται με εκείνες του Οδυσσέως καθώς ταξιδεύει από τον οίκο της Κίρκης στης Ναυσικάς.[7_193f1] Κατά τον ίδιο, ακόλουθο της τριλειτουργικής θεωρίας του Georges Dumezil, οι δύο ιστορίες είναι - παρά τις διαφορές τους - αρκετά παρόμοιες ώστε να υποδηλώνουν ότι μεγάλο μέρος της γραπτής αφηγήσεως προέρχεται από την πρώιμη ινδοευρωπαϊκή εποποιία. Βέβαια υπάρχουν και άλλες ομοιότητες οι οποίες καταδεικνύουν την ύστερη χρονικά συσχέτισή τους με τον Ελλαδικό παράγοντα, σε αυτήν δε ανήκει, μεταξύ των άλλων, η ύπαρξη Ελληνικών στοιχείων στις Βουδιστικές παραβολές jataka![7_193f2]

Ένα άλλο στοιχείο που, ενδεχομένως, σηματοδοτεί την ύπαρξη επαφών, οπωσδήποτε όμως την διεθνοποίηση ιδεών, σχετίζεται με την υποτιμητική ή και απορριπτική της καταγραφής του γραπτού λόγου στάση, η οποία φαίνεται να διαπερνά τον Βουδισμό, τουλάχιστον σε πρώιμο στάδιο. Πράγματι ο Βουδισμός, αναπτυχθείς σε περιβάλλον όπου επεκράτη η προφορική παράδοση, απέκτησε στάση υποστηρικτική της απομνημονεύσεως, αφού άλλωστε κατηγορία μοναχών του ήταν επιφορτισμένη με την απομνημόνευση των αρχειακών κειμένων και την διδασκαλία με αυτά των πιστών.[7_193a0]

Σύμφωνα με παρατήρηση του Derrida στην δεύτερη Πλατωνική επιστολή περιλαμβάνεται απόσπασμα όπου ο Σωκράτης εμφανίζεται υποστηρίζων παραπλήσια άποψη (Pl. L. 314.b.7 – 314.c.4):[7_193a1]
Σκεφτείτε αυτά τα γεγονότα και να προσέξετε να μην συμβεί ώστε μερικές φορές να μετανοήσετε για το ότι απερίσκεπτα έχετε δημοσιεύσει τις απόψεις σας. Είναι πολύ πιο ασφαλές να αποστηθίζεις από το να γράφεις ..
Χωρίς την διάθεση να υπεισέλθουμε στο μεγάλο αυτό θέμα προσθέτουμε εδώ μόνον ότι ο Havelock[7_193a2] έφερε επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο οι μελετητές ανέλυσαν τα Ομηρικά έπη υποστηρίζοντας ότι αυτά τα έργα τέχνης όχι μόνο υπήρξαν προϊόντα της προφορικής παραδόσεως, αλλά και ότι οι στερεότυπες εκφράσεις[7_193a3] οι οποίες συχνά απαντούν στο σώμα τους χρησίμευσαν ως μέσον ώστε οι αρχαίοι Έλληνες να επιτύχουν την διατήρηση αυτής της πολιτιστικής γνώσεως επί πολλές διαδοχικές γενιές (New World Encyclopedia, s.v. Oral Tradition (literature).  Η απομνημόνευση, επομένως, και η προφορικότης απετέλεσαν τόσον για τον Ελληνικό κόσμο όσον και γιά τον Βουδιστικό αξίες οι οποίες εξετιμούντο ιδιαίτερα, δεν είναι δε άσχετη η άποψη του Πλάτωνος γιά τον αποκλεισμό των ποιητών από την ιδανική Πολιτεία!

Επιγραμματικά θα επαναλάβουμε την άποψη του Beckwith σύμφωνα με την οποία:[7_194]
Το συμπέρασμα που πρέπει να συναχθεί από τα υπάρχοντα στοιχεία για την σκέψη και την πρακτική του Πύρρωνος είναι ότι αυτός υιοθέτησε μια μορφή Πρώιμου Βουδισμού κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Βακτρία και την Γανδαρίτιδα, συμπεριλαμβανομένων των φιλοσοφικών - θρησκευτικών και πραγματιστικών στοιχείων του, αλλά τον απήλλαξε από το εξωτικό ένδυμά του και τον ανασύστησε ως νέον 'Ελληνικό Βουδισμό' για τον ελληνιστικό κόσμο, τον παρουσίασε δε με τα δικά του λόγια στον Τιμωνα και τους άλλους μαθητές του.

Πυξίδα του Bimaran

Στο βιβλίο του Greek Buddha ο Beckwith έχει υποστηρίξει όχι μόνον ότι ο Βούδας υπήρξε Σκύθης από την Κεντρική Ασία, αλλά και ότι το παλαιότερο αξιόπιστο αρχείο της Βουδιστικής διδασκαλίας βρίσκεται σε κείμενο που αποδίδεται στον Πύρρωνα, τον ιδρυτή του φιλοσοφικού σκεπτικισμού, τον οποίον ανέφερε ο χριστιανός επίσκοπος Ευσέβιος του τρίτου αι.[7_194a] Ο Batchelor έχει προβεί σε επανεξέταση αυτών των ισχυρισμών υπό το πρίσμα επιγραφικών, γραπτών και αρχαιολογικών στοιχείων, έχει δε παράσχει μιαν εναλλακτική περιγραφή της πιθανής γνωριμίας του Πύρρωνος με τις Βουδιστικές ιδέες κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Ινδία ως μέλους της συνοδείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατά τον 4ο αι. π.Χ., ενώ εξετάζει επίσης τον διαμορφωτικό ρόλο που μπορεί να είχε η διδασκαλία του Δημοκρίτου και των οπαδών του στην εξέλιξη της σκεπτικιστικής στάσεως του Πύρρωνος απέναντι στην ζωή.[7_195] Πάντως πρόσθετη υποστήριξη φαίνεται να παρέχεται στην άποψη του Beckwith από το γεγονός ότι ο Gautama Buddha, επονομαζόμενος Śākyamuni δηλαδή 'Θρύλος των Shakyas', φαίνεται να συνδέεται και ονοματικά με τους Σάκες / Σκύθες ή, εναλλακτικά, με την φυλή Sakya της Ινδικής υποηπείρου, η οποία έχει, με την σειρά της, συσχετισθεί με τους Σάκες![7_196]

Τον τέταρτο / τρίτο αι. π.Χ. γράφτηκε στην Κίνα ένα βιβλίο, το οποίο σήμερα είναι γνωστό ως Zhuangzi (Chuangtzu).[7_197] Αναφέρεται σε συλλήψεις και έννοιες παρόμοιες με αυτές του πρώιμου Βουδισμού και του Πυρρωνισμού, αργότερα, αρνούμενο την εγγενή ταυτότητα και την ικανότητα να διαφοροποιήσεως των πραγμάτων. Αξιοσημείωτη κρίνεται εν προκειμένω και η ύπαρξη σε αυτό το θεμελιώδες Ταοϊστικό βιβλίο συλλήψεων οι οποίες έχουν επίσης διατυπωθεί από τον Ελληνο - Σκύθη Ανάχαρση![7_198] Ο Beckwith διατυπώνει την θεωρία ότι το όνομα Laozi (Λάο Τσε), συγγραφέα του Dao De Jing (道德经), μπορεί να αποτελεί την Κινέζικη απόδοση του Gautama. Μάλιστα μετά την συγγραφή του Dao οι Ταοϊστές[7_199] στο βιβλίο Roshi - Kakokio, ή Book of the Conversion of Barbarians, έχουν υποστηρίξει ο Λάο Τσε μετά την μυστηριώδη εξαφάνισή του στην Kwankokukwan ταξίδεψε στην Ινδία όπου μετενσαρκώθη σε Gautama![7_200] Ενώ οι εικασίες για τον Λάο Τσε ανήκουν στην περιοχή των θρύλων, οι ινδικές επιρροές στον Πύρρωνα καταγράφηκαν τον 2ο αι. μ.Χ. με βάση τις διηγήσεις γιά την ζωή του.[7_201] Άλλωστε, κατά την ίδια άποψη, ο κρίσιμος όρο dao δεν είναι παρά μια απλή μετάφραση του (βουδιστικού) dharma, υποδεικνύοντας έτσι - σχεδόν παρεπιμπτόντως - μιαν επανεκτίμηση αυτής καθεαυτήν της ‘κινεζικής’ θρησκευτικής παραδόσεως.

Επιγραφή επί στήλης (5η στήλη, δεξιά σειρά, δωρεά από Yavana ("Ελληνο-Ινδό") ονόματι Vitasamghata

Συμπερασματικά η προκλητική και, πάντως, έντονα αμφισβητούμενη άποψη [7_202] ότι οι Βούδας - Λάο Τσέ αποτελούν ένα και το αυτό πρόσωπο, το οποίο είναι μάλιστα Σκύθης της Κεντρικής Ασίας εισάγει μιάν ισχυρή συσχέτιση μεταξύ Ινδίας - Κίνας, εμβάλλοντάς μας σε σκέψεις γιά μιά δεύτερη πιθανή Ελληνική εμπλοκή στο θέμα, πέραν της ομολογουμένης σχέσεως του Πύρρωνος με τον Βουδισμό! Πράγματι ο Beckwith έχει εντοπίσει ομοιότητα μεταξύ απόψεων του Ανάχαρση επί του λεγομένου Θέματος του Κριτηρίου,[7_203] όπως τις έχει διασώσει ο Sextus Empiricus στο έργο του Adversus Mathematicos, S.E. M. vii, 1, 55– 59,[7_204] και θέσεων εκφραζομένων σε απόσπασμα του Ταοϊστικού κειμένου Zhuangzi (Chuangtzu).[7_205] 

Εντύπωση προκαλεί επίσης το γεγονός ότι, όπως επισημαίνει ο Graham, οι διανοητές της Κίνας αρχίζουν για πρώτη φορά κατά τον τέταρτο αι. π.Χ. την ενασχόλησή τους με την φιλοσοφική αναζήτηση, την ‘μηχανική’ της επιχειρηματολογίας και εξαγωγής συμπερασμάτων καθώς και με τα παράδοξα τα οποία αναφύονται κατά τον κατά γράμμα, κυριολεκτικό χειρισμό της γλώσσας, μάλιστα δε η προσέγγιση γίνεται με τρόπο ανάλογο αυτού των Ελλήνων σοφιστών ομολόγων τους![7_206] Άλλωστε ομοιότητες και θεωρητικά παράλληλα έχουν ομοίως εντοπισθεί ανάμεσα στα έργα των Λάο Τσε, Zhuangzi και Πλάτωνος,[7_207] ενώ και στον Κανόνα Mohist[7_208] σημειώνονται αναλογίες με τα Μηχανικά του Αριστοτέλους,[7_209] παρ’ όλον ότι στον πρώτο παρουσιάζεται κωδικοποιημένη γνώση απουσία αποδείξεων!

Η συσχέτιση των απόψεων του Ελληνο - Σκύθη Ανάχαρση με πρώιμα στρώματα του Βουδισμού / Ταοϊσμού, η βεβαιωμένη επαφή των Σκυθών με τον Ελληνικό πολιτισμό στις Ελληνίδες πόλεις της Μαύρης Θάλασσας και αλλού, η προσωπική επαφή του Ανάχαρση με την Αθήνα, η λειτουργία των Σκυθών νομάδων ως ενός είδους μέσου επικοινωνίας μακρών αποστάσεων της εποχής συνδέοντος την Ελλάδα και την Μαύρη Θάλασσα με την Κίνα.., όλα αυτά θέτουν επί τάπητος και προς περαιτέρω διερεύνηση το θέμα των πιθανών αλληλεπιδράσεων της Ελληνικής φιλοσοφικής σκέψεως με την Ανατολή πολύ ενωρίτερα από την Αλεξανδρινή περίοδο! 

Buddha καθήμενος (Gandhara 1-2 αι. μ.Χ., MET 2003.593.1)


Είναι, άλλωστε, αξιοσημείωτη η παράλληλη αναφορά και η συχνά προβαλλόμενη συσχέτιση των Ανάχαρση[7_210] και Βούδα ήδη από την ύστερη αρχαιότητα και τους πρωτοχριστιανικούς αιώνες. Πράγματι ο Κλήμης Αλεξανδρεύς στους Στρωματείς του, Stromateis 1.13, αφού πρώτα παραθέτει τους επτά σοφούς αναφέρεται στην συνέχεια στους Ανάχαρση και Βούδα, ενώ και σε πρώιμο Μανιχαϊστικό κείμενο (Κεφάλαια, 2Ke 317.19 – 20) υπάρχει ανάλογη αναφορά και συσχέτιση των δύο![7_211] Περιέργως οι δύο άνδρες εμφανίζονται, τόσον στο πρώιμο πατερικό κείμενο όσον και στο Μανιχαϊστικό, ως διαθέτοντες κοινά χαρακτηριστικά: αμφότεροι είναι γνωστοί ως ταξιδευτές και σοφοί και με έντονο ασκητικό χαρακτήρα ενώ και η Σκυθική ονοματολογική συσχέτισή τους εμφανίζεται επίσης εντυπωσιακή.[7_212] Η Σκυθική ταυτότητα του πρώτου υπογραμμίζεται πάντα εμφαντικά ως στοιχείο ταυτότητάς του, ενώ και ο δεύτερος φέρει τίτλο (Śākyamuni) που φαίνεται ομοίως να παραπέμπει στην Σκυθία. Πρόσθετες ενδιαφέρουσες συσχετίσεις μεταξύ Βούδα και Ανάχαρση παραθέτει και σχολιάζει ο Pettipiece.[7_212a] Ο τελευταίος σημειώνει επι λέξει:
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι δεν μπορεί να αποδοθεί καμία άμεση μανιχαϊκή επιρροή εδώ {ΣτΜ: ενν. την αναφορά στον Βούδα στους Στρωματείς, Stromateis 1.13,1.15, του Κλήμεντος Αλεξανδρείας, θανόντος το 220 μ.Χ.}, έχω παρατηρήσει ότι μια αινιγματική, αν και έμμεση, παράλληλη προς αυτήν του Κλήμεντος στον Βούδα μπορεί να βρεθεί σε μια πρώιμη μανιχαϊκή πηγή, δηλαδή στα Κεφάλαια. Πράγματι αμέσως μετά την αναφορά του Αλεξανδρινού θεολόγου στον Βούδα (Βούττα) διαβάζουμε ότι "ο Ανάχαρσις ήταν Σκύθης και έχει καταγραφεί ότι διέπρεψε μαζύ με πολλούς άλλους φιλοσόφους μεταξύ των Ελλήνων (Stromateis 1.15). Μια τέτοια αμήχανη μετάβαση θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη, εκτός από το γεγονός ότι σε ένα κεφάλαιο από τον δεύτερο τόμο των Μανιχαϊκών Κεφαλαίων, ο ίδιος αυτός σοφός, ο Ανάχαρσις, αναφέρεται λίγο μετά την περιγραφή των "Επτά Βούδα". Ένας τέτοιος παραλληλισμός, αν και εντυπωσιακός από μόνος του, γίνεται ακόμα πιο εντυπωσιακός αν θυμηθούμε ότι οι αναφορές του Κλήμεντος τόσο στον ο Βούδας όσον και στον Ανάχαρσι ακολουθούν την από μέρους του απαρίθμηση των "επτά σοφών" της αρχαίας Ελλάδας (Stromateis 1.14). Αυτό σημαίνει ότι σε δύο φαινομενικά ανεξάρτητα κείμενα μπορούμε να παρατηρήσουμε τόσον τον Βούδα όσον και τον Ανάχαρσι να αναφέρονται σε συσχέτιση με μιά σειρά από επτά φωτισμένους προδρόμους!

Ελληνο - Βουδιστικός Άτλας από τα σπήλαια του Zhongshan (δυναστείας Jin)

Κιονόκρανο από το Surth Kotal διαθέτον τον Βούδα στο κέντρο


Χυτό διακοσμητικό προσωπείο του Ωκεανού από το Tepe Sardar (αρ.) και το Mes Aynak (δεξ.)

Buddha probably Sakhyamuni MET 1974.268.8a–c

Πύρρων και Βουδισμός: πρόσθετα σχόλια

    Ο Νίκος Δήμου αποδίδει στον Πύρρωνα τον χαρακτηρισμό του ανθρώπου που:
άλλαξε ριζικά το πρόσωπο της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας μετά τον Αριστοτέλη,[D1] μετέτρεψε την αναζήτηση της γνώσεως, της αλήθειας και της ομορφιάς σε έναν διακριτό γνωστικό κλάδο που επέτρεπε στους ανθρώπους να ξεπεράσουν «πετριές και σαϊτιές μιας άθλιας τύχης»[D2] και εισήγαγε τους όρους αταραξία (αταραξία – ηρεμία) και αλυπία (αλυπία – έλλειψη λύπης) στο φιλοσοφικό λεξιλόγιο![D3] 
Προσέθεσε δε ότι ο Έλληνας φιλόσοφος έγινε μαθητής του Βουδισμού, κατά την επίσκεψή του στην Ινδία ως μέλος της ακολουθίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου... Ο συγγραφέας θεωρεί λοιπόν τον Πύρρωνα ως αυτόν ο οποίος εισήγαγε στην Ελληνική φιλοσοφία όρους και συλλήψεις οι οποίες την άλλαξαν δραστικά, προήρχοντο δε από τον Βουδισμό! Όμως οι όροι αταραξία και αλυπία, και άλλοι που δεν αναφέρονται στο πρωτότυπο πόνημα του Δήμου (απραξίααδιάφορα κ.ά.), εμφανίζονται ενωρίτερα στο Ιπποκρατικόν Σώμα (5/4 αι. π.Χ.;), πιθανώς στον Πλάτωνα, στον Αριστοτέλη κ.α.[D4] Άλλωστε αξίζει να υπομνησθεί ότι τα πλέον πρώιμα Γανδαρινά κείμενα χρονολογούνται περί τους τρείς αιώνες μετά την Αλεξανδρινή εισβολή στην περιοχή,[D5] αφού γραφή δεν υπήρχε στην Ινδική μέχρι περίπου την εμφάνιση του Αλεξάνδρου, ενώ και η αστικοποίηση στην υποήπειρο ευρίσκετο τότε εν εξελίξει και σε πρώιμο στάδιο!

        Η Vogt από το Πανεπιστήμιο Columbia σημειώνει ότι, σύμφωνα με τον Διογένη Λαέρτιο, υπήρξαν πρώιμοι Έλληνες στοχαστές, εκφραστές ιδεών σχετικών με τον Πυρρωνικό σκεπτικισμό, αλλά προγενέστεροι αυτού![D6] Άλλωστε και ο Murray υποστηρίζει ότι "ένα από τα πρώτα χαρακτηριστικά του ελληνικού πολιτισμού ήταν ο σκεπτικισμός"![D7] ενώ και αυτός ο Αριστοτέλης είχε αναφερθεί σε πολλαχώς λεγόμενα, Arist.Top.158b10.[D8] Αξιομνημόνευτο σχετικώς είναι ότι ο Derrida σε δοκίμιό του για τον Πλατωνικό Φαίδρο σχολιάζει την πολυσημία της λέξεως φαρμακός,[D9] ενώ έχει επίσης υπογραμμισθεί η δυνατότητα αναγνώσεως της σχετικής παραβολής κατά πολυεπίπεδο τρόπο, όπου το κάθε ερμηνευτικό σχήμα συνυπάρχει με τα λοιπά, μή ερχόμενο σε αντίθεση με αυτά![D10] Ενδιαφέρον είναι σχετικώς το ακόλουθο απόσπασμα αναφερόμενο στον ίδιο διάλογο:[D11]
H πολυσημία των εννοιών (π.χ. το φάρμακο ως δηλητήριο αλλά και ως θεραπευτική ουσία, ή, ακόμη, ως ερωτικό φίλτρο) και η διπλή λειτουργία των πρωταγωνιστών του Διαλόγου (π.χ. ο Σωκράτης ως φαρμακός, φαρμακεύς και φαρμακεύων ή Έρως, ή ως Μινώταυρος και Θησεύς), κ.λπ. υιοθετούνται καταδεικνύοντας υπόρρητα και αδιόρατα την δυνατότητα των υποκειμένων να δρούν αντιθετικά, αναλόγως της σκοπιάς από την οποία αντιμετωπίζονται: 
α1) η πολιτεία των Αθηναίων καθαίρεται εκτελώντας τον Σωκράτη, τον οποίον αντιμετωπίζει ως άλλον φαρμακό - Μινώταυρο, ευρισκόμενο στην φυλακή – λαβύρινθο,
α2) όμως ο  φιλόσοφος ως φαρμακεύς – Θησεύς καθαίρει τους ‘δὶς ἑπτὰ’ με τον ψυχαναλυτικό – αγχολυτικό λόγο του, ως ευρισκόμενος στον λαβύρινθο – φυλακή του,
β1) Ο Σωκράτης, αν και φυλακισμένος, έχει κατακτήσει την ελευθερία του υπερνικώντας τον φόβο / Μινώταυρο που κρατά ενωμένη την ψυχή με το σώμα / λαβύρινθο – φυλακή, Plat. Phaedo 83d,
β2) ενώ οι ‘δίς επτά’, άν και τύποις ελεύθεροι, είναι οι ίδιοι δέσμιοι των φόβων τους, ο δε φιλόσοφος επιχειρεί να τους βοηθήσει με τον αγχολυτικό λόγο του, ασκώντας φιλοσοφία κατά την επιταγή του Απόλλωνος,
γ1) οι Αθηναίοι εκπληρώνουν ετησίως την υπόσχεσή τους προς τον Απόλλωνα, για την βοήθειά του στην επιτυχή έκβαση της προσπάθειας του Θησέως για απελευθέρωση των ‘δις επτά’,
γ2) ο Σωκράτης εκπληρώνει ομοίως την εντολή του Απόλλωνος να αναζητεί την αλήθεια και να φιλοσοφεί,

Το ίδιο αυτό χαρακτηριστικό της πολυσημίας ή πολλαπλής αναγνώσεως φαίνεται να έχει εφαρμογή στο δράμα[D12] αλλά και στην μυθολογία,[D13] επιβεβαιώνοντας έτσι ότι η αβεβαιότητα και η πολλαπλότητα είναι εγγενείς στην Ελληνική σκέψη. 

Ενδιαφέρον παρουσιάζει σχετικώς το ακόλουθο απόσπασμα - εισαγωγή στα υλικά Συνεδρίου υπό τον τίτλο Strategies of Ambiguity in Ancient Literature που διεξήχθη στο ΑΠΘ:[D14]

Η ασάφεια με την έννοια δύο ή περισσότερων πιθανών σημασιών θεωρείται χαρακτηριστικό γνώρισμα της σύγχρονης τέχνης και λογοτεχνίας. Χαρακτηρίζει το ανοιχτό έργο τέχνης (Eco) και δημιουργείται μέσω τεχνικών αποσυντονισμού της ευταξίας (Wellershoff) και στρατηγικών αναγνωστικής αβεβαιότητας. Μολονότι η έννοια της αμφισημίας θεωρείται χαρακτηριστικό «δείγμα του μοντερνισμού» (Bode), διαπιστώνεται σκεπτικισμός στον σχετικό κριτικό λόγο για την λειτουργία της στα χρόνια που προηγούνται του μοντερνισμού. Άραγε δεν εντοπίζονται ήδη στην αρχαιότητα παραδείγματα στοχευμένης αμφισημίας; Οι χρησμοί και τα αινίγματα, η Παλινωδία του Στησιχόρου και του Σωκράτη (Φαίδρος), οι δισσοί λόγοι της ρητορικής και η αμφισημία της τραγωδίας αποτελούν στο σύνολό τους εξαιρέσεις ή μήπως, αντίθετα, καταδεικνύουν το ενδιαφέρον της αρχαιότητας για τη χρήση της αμφισημίας με λογοτεχνικές και εικαστικές στοχεύσεις;
Στόχος του τόμου είναι η επανεξέταση της υποτιθέμενης «απουσίας αμφισημίας» στην προμοντέρνα εποχή. Δεν είναι δυνατόν να βρεθούν ξεκάθαρα παραδείγματα σκόπιμα χρησιμοποιούμενης (σκόπιμης) ασάφειας στην αρχαιότητα; Οι χρησμοί και τα αινίγματα, η Παλινωδία του Στησιχώρου και του Σωκράτους (Φαίδρος), οι δίδυμοι λόγοι της ρητορικής, οι αμφισημίες των τραγωδιών αποτελούν εξαιρέσεις ή δεν δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την καλλιτεχνική χρήση της αμφισημίας;
Οι εισηγήσεις του συνεδρίου, στις οποίες θα συμμετέχουν μελετητές από διάφορες φιλολογίες, θα συνδυάσουν την προσφυγή σε θεωρητικές έννοιες της επιδιωκόμενης ασάφειας με υποδειγματικές αναλύσεις από τον χώρο της προμοντέρνας τέχνης και λογοτεχνίας. 

Η ασάφεια, λόγω των υιοθετούμενων αμφισημιών (ομωνυμιών), και η αναστροφή, ανατροπή όπως θα την αποκαλούσαμε σήμερα, περιπέτεια όπως την περιέγραψε ο Αριστοτέλης,  Aristot. Poet. 1452a22-23, παρέχουν μια σαφώς ασαφή εικόνα της σύνθετης πραγματικότητας όπως την ζεί ο Σωκράτης, ή ο Οιδίπους στον περίφημο Οιδίποδα Τύραννο.[D15] Ενδεικτικό είναι ότι στον τελευταίο φιλόλογοι έχουν ανακαλύψει πενήντα τρείς περιπτώσεις όπου η γλώσσα μοιάζει να οδηγεί σε πολλαπλές κατευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένων τριάντα οκτώ παραδειγμάτων αμφισημίας![D16] Τα εξιστορούμενα υπόκεινται έτσι σε πολλαπλές αναγνώσεις, μη αποκλειόμενες μεταξύ τους, μοιάζουν δε να λαμβάνουν χώραν κατά τρόπον που προσλαμβάνεται υποκειμενικά από την κάθε πλευρά. Για να περιοριστούμε με την σειρά μας σε ένα πρώτο επίπεδο κατανοήσεως θα σημειώναμε ότι πλέον αναγνωρίζεται η ύπαρξη περισσότερων του ενός νοημάτων για όλα τα πράγματα, κατανοούνται οι αναπόφευκτες συγκρούσεις και αναδεικνύεται η τραγικότητα της ανθρώπινης υπάρξεως.
Επανερχόμενοι στην Vogt σημειώνουμε ότι σύμφωνα με την ανάλυσή της ο Πυρρωνισμός φαίνεται να εντάσσεται στο αδιάσπαστο σύνολο της πρώιμης ελληνικής σκέψεως, άποψη που έρχεται σε σύγκρουση με την πρόταση του Σέξτου, σύμφωνα με τον οποίο ο Πυρρωνικός σκεπτικισμός διαφέρει από όλες τις άλλες σχολές σκέψεως, PH 1.210–41. Αξιοσημείωτη είναι σχετικώς η άποψη του Nathan Tamblyn[D17] ο οποίος συγκρίνει ορισμένα κύρια στοιχεία της φιλοσοφικής σκέψεως του Παρμενίδου (πέμπτος αι. π.Χ.) και του Ινδού φιλοσόφου Nāgārjuna (δεύτερος αι. μ.Χ.). Ο ερευνητής υποστηρίζει ότι υπάρχουν ισχυροί παραλληλισμοί μεταξύ αυτών των δύο φιλοσόφων και των σχολών που συνδέονται μαζύ τους. Διαπιστώνει μάλιστα την ύπαρξη μιας ευρωπαϊκής φιλοσοφικής σχολής που, αναπτυχθείσα ανεξάρτητα από τον Βουδισμό, υποστηρίζει μερικές από τις κύριες ιδέες της βουδιστικής σκέψεως.

Βεβαίως ο Nāgārjuna και η Madhyamaka,[D18] Βουδιστική σχολή της οποίας ηγείτο, έχει από φιλοσοφικής απόψεως θεωρηθεί ως συγγενής του Πύρρωνος και της ομώνυμης σχολής,[D19] υπογραμμίζεται δε ότι ο Πύρρων έχει καταγραφεί ότι σπούδασε με φιλοσόφους στα Τάξιλα, ένα από τα πρώτα μέρη όπου η Madhyamaka ήκμασε αργότερα και τόπος όπου ο Nagārjuna, ιδρυτής της Madhyamaka, μπορεί να έλαβε μέχρι τότε κρυμμένα κείμενα που αποτέλεσαν το θεμέλιο για την σχολή του.

Επανερχόμενοι στην Vogt σημειώνουμε ότι η σπουδαία καθηγήτρια του Columbia υποστηρίζει περαιτέρω ότι η θέση του Πύρρωνος, αποκαλούμενη Πυρρωνική Απροσδιοριστία,[D20] ανήκει σε μια πλούσια παράδοση της αναθεωρητικής μεταφυσικής που περιλαμβάνει τον αρχαίο ατομισμό, την μεταφυσική της ροής,[D21] την ανάλυση της γενέσεως στον Πλάτωνα και τις σύγχρονες συζητήσεις περί απροσδιοριστίας και αοριστίας. Αυτή η παράδοση, σύμφωνα πάντα με την προσέγγιση της ίδιας, αφήνει χώρο για ένα είδος μεταφυσικής που προχωρά με γνωσιολογικούς όρους. Ο ισχυρισμός του Πύρρωνος περί απροσδιοριστίας λέει ότι τα πράγματα είναι απροσδιόριστα στον βαθμό που δεν έχουν χαρακτηριστικά αναφερόμενοι στα οποία να μπορούμε να προσδιορίσουμε ότι είναι τέτοια και τέτοια. Δεν πρέπει να αμφιταλαντευόμαστε ή να έχουμε την τάση να βλέπουμε τα πράγματα με τον ένα τρόπο ή με τον άλλο, αλλά θα πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα και να τα περιγράφουμε ως "όχι περισσότερο 'τέτοια από άλλα'."
    
        Πάντως σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη:[D22]
Η ασάφεια με την έννοια δύο ή περισσότερων πιθανών σημασιών θεωρείται χαρακτηριστικό γνώρισμα της σύγχρονης τέχνης και λογοτεχνίας. Χαρακτηρίζει το «ανοιχτό έργο τέχνης» (Eco) και δημιουργείται από «τεχνικές αποσυντονισμού της ευταξίας» (Wellershoff) και στρατηγικές αναγνωστικής αβεβαιότητας. Μολονότι η έννοια της αμφισημίας θεωρείται χαρακτηριστικό «δείγμα του μοντερνισμού» (Bode), διαπιστώνεται σκεπτικισμός στον σχετικό κριτικό λόγο για τη λειτουργία της στα χρόνια που προηγούνται του μοντερνισμού. Άραγε δεν εντοπίζονται ήδη στην αρχαιότητα παραδείγματα στοχευμένης αμφισημίας; Οι χρησμοί και τα αινίγματα, η Παλινωδία του Στησιχόρου και του Σωκράτη (Φαίδρος), οι δισσοί λόγοι της ρητορικής και η αμφισημία της τραγωδίας αποτελούν στο σύνολό τους εξαιρέσεις ή μήπως, αντίθετα, καταδεικνύουν το ενδιαφέρον της αρχαιότητας για τη χρήση της αμφισημίας με λογοτεχνικές και εικαστικές στοχεύσεις;                                    

Στόχος του τόμου είναι η επανεξέταση της υποτιθέμενης «απουσίας αμφισημίας» στην προμοντέρνα εποχή. Δεν είναι δυνατόν να βρεθούν ξεκάθαρα παραδείγματα σκόπιμα χρησιμοποιούμενης (σκόπιμης) ασάφειας στην αρχαιότητα; Οι χρησμοί και τα αινίγματα, η Παλινωδία του Στησιχώρου και του Σωκράτη (Φαίδρος), οι δίδυμοι λόγοι της ρητορικής, οι αμφισημίες των τραγωδιών αποτελούν εξαιρέσεις ή δεν δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την καλλιτεχνική χρήση της αμφισημίας;

    Από την πλευρά της η Σιστάκου σημειώνει:
Η ασάφεια, δηλαδή η έννοια της «διπλής ή αβέβαιης σημασίας», αποτελεί ζωτικό μέρος της Αλεξανδρινής αισθητικής. 
ανακαλύπτει δε στοιχεία αμφισημίας και πολυσημίας στον Καλλίμαχο:[D23]
.. Πριν ολοκληρώσω, θα αναφερθώ εν συντομία σε ένα βασικό πρόσωπο της (μετα)μοντέρνας αμφισημίας, τον Αργεντινό συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες. Στα πεζογραφήματα του, που κινούνται μεταξύ φιλοσοφίας και λογοτεχνίας, ο Μπόρχες διερευνά την ασάφεια, την αυτοαναφορικότητα, το παράδοξο και μια σειρά από επιστημολογικά και οντολογικά ζητήματα. Διασχίζοντας τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και κειμενικότητας, οι ιδιόρρυθμες μυθοπλασίες του προωθούν την αβεβαιότητα και την πολλαπλότητα του νοήματος. Αλλά τι κάνει την μποργεσιανή ασάφεια κρίσιμη για την κατανόηση του Καλλίμαχου και του αμφιλεγόμενου έργου του 'τα Αἴτια'; Όπως υποστηρίχθηκε παραπάνω, τα 'Αἴτια' δεν διερευνούν έναν συγκεκριμένο τρόπο ασάφειας, αλλά, αμφισβητώντας το γνωστικό υποκείμενο και την φύση της πραγματικότητας, καθίστανται ένα δυναμικό σύστημα πολλαπλών αμφισημιών. Για να αντικατοπτρίσει την πολλαπλότητα του κόσμου και τις κειμενικές του εκδηλώσεις, ο Μπόρχες εισήγαγε τις εικόνες της βιβλιοθήκης (The Library of Babel, 1941), του καθρέφτη (πρβλ. το ποίημα Mirrors), της μάσκας (π.χ. The Mirror and the Mask, 1975) και του λαβυρίνθου (π.χ. The Garden of Forking Paths, 1941). Αν και καμία από αυτές τις μεταφορές δεν αναφέρεται ρητά στο έργο του 'Αἴτια', και οι τέσσερις παρέχουν το κλειδί για την ερμηνεία του. Η βιβλιοθήκη είναι πανταχού παρούσα στα έγγραφα, τα αρχεία και τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται ως πηγές για τις αιτιολογικές ανακατασκευές (βλ. την πολυαναφερόμενη αρχή του Καλλιμάχου 'ἀμάρτυρον οὐδὲν ἀείδω',[D24] ο καθρέφτης είναι σύμβολο των παραμορφωμένων αντανακλάσεων του συγγραφέα και της ιστορικής πραγματικότητας στο κείμενο, ενώ η μάσκα υποδηλώνει τους πολλαπλούς αφηγητές και την προσωπικότητα του συγγραφέα στα 'Αἴτια'. Τέλος, ο λαβύρινθος παραπέμπει στην λαβυρινθώδη διάταξη του ελληνικού κόσμου όπως αναδύεται μέσα από τη διάταξη των αιτιολογιών και των διαφορετικών μονοπατιών που διαθέτει ο αφηγητής για την αφήγηση τους. Η πολλαπλότητα των κόσμων και η αδυναμία υπάρξεώς τους έξω από το κείμενο διαποτίζει τα γραπτά του Μπόρχες και η ίδια υπόθεση βασίζεται στον φανταστικό ελληνικό κόσμο του οποίου οι πραγματικότητες είναι συνυφασμένες με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον στα 'Αἴτια'. Ο Μπόρχες αμφισβητεί την ίδια την ουσία του να είσαι στο Borges and I (1960), ένα διήγημα που θολώνει τα όρια μεταξύ του συγγραφέα, του εαυτού και του έργου του. Το έργο Borges and I ενσωματώνει την διφορούμενη θέση του συγγραφέα μεταξύ της βιογραφικής του υπάρξεως και του λογοτεχνικού εαυτού του. Η τελική φράση «Δεν ξέρω ποιος από εμάς έχει γράψει αυτή τη σελίδα» θα μπορούσε να είχε απευθυνθεί από τον 'Καλλίμαχο' στην φανταστική του προσωπικότητα στα 'Αἴτια'. Το λεγόμενο μποργεσιανό αίνιγμα, δηλαδή το ερώτημα «αν ο συγγραφέας γράφει την ιστορία ή αυτή τον γράφει», είναι η κεντρική ασάφεια και στα 'Αἴτια'. Οι πολυάριθμοι αφηγητές, ορισμένοι από τους οποίους είναι άψυχα αντικείμενα που αφηγούνται την δική τους Αιτία, και τα κείμενα που ξαναγράφουν τον εαυτό τους, όπως τα χρονικά του Ξενομήδη - Xenomedes ή το έπος των Αργοναυτών, αμφισβητούν την ικανότητα του ποιητή «Καλλίμαχου» να δημιουργεί ή και να ελέγχει. την αφήγησή του. Και όταν ο Μπόρχες ισχυρίζεται ότι «η γραφή δεν είναι τίποτα άλλο από ένα κατευθυνόμενο όνειρο», ποιο έργο προσφέρει έναν πιο κατάλληλο παραλληλισμό από τα 'Αἴτια', ένα ποίημα που υποτίθεται ότι γράφτηκε όταν αυτός ο μυθιστορηματικός «Καλλίμαχος» συνομίλησε με τις Μούσες κατά τη διάρκεια ενός ονείρου;
Επιφανειακά, τα ΑΙΤΙΑ ερμηνεύουν τον κόσμο του παρόντος (την αιτία) μέσω της προσφυγής στον κόσμο του παρελθόντος (τις αιτιολογικές εξηγήσεις). Στην πραγματικότητα, παρά το γεγονός ότι υποτίθεται ότι είναι μια καλά τεκμηριωμένη περιγραφή του κόσμου καθώς αναπτύσσεται γραμμικά μέσα από την ιστορία, το έργο ΑΙΤΙΑ προσφέρει μια πληθώρα τοπικών ιστοριών, που διασταυρώνονται ποικιλοτρόπως στον χρόνο και στον χώρο, μέσα από κατακερματισμένες αφηγήσεις και ετερογενείς λόγους. Αντί να είναι αφήγηση, είναι μια μετα-αφήγηση, ένα γλωσσικό και κειμενικό παλίμψηστο που αποτελείται από προηγούμενες αφηγήσεις, συμπεριλαμβανομένου ενός άλλου βιβλίου (το χρονικό του Ξενομήδη)[D25]  στο νέο του βιβλίο (ΑΙΤΙΑ). Αυτή η αφήγηση τοποθετείται διφορούμενα ανάμεσα στην ιστορία και την αφήγησή της. Μέσα στον διακειμενικό κόσμο του ποιήματος, είναι αδύνατο για τον αναγνώστη να διακρίνει μεταξύ της επαληθεύσιμης αλήθειας (η οποία υποστηρίζεται από έγγραφα και δεδομένα) και της αληθοφανούς αλήθειας (που φαίνεται αληθινή αλλά είναι φανταστική). Τα ΑΙΤΙΑ διατηρούν την ασάφεια προκαλώντας δήθεν μια εξωτερική πραγματικότητα, ενώ στην πραγματικότητα παραθέτει και διαμορφώνει μόνο κειμενικούς μετασχηματισμούς αυτής της πραγματικότητας. Σε ποιον κόσμο μπορεί η κώμη της Βερενίκης, η φωνή ενός νεκρού ποιητή ή ένα άγαλμα που μιλάει να γίνουν πράκτορες της ιστορικής πραγματικότητας; Είναι δυνατόν να εντοπίσουμε την Σικελία του Τιμαίου, την Νάξο του Ξενομήδη ή τις αποικίες των Αργοναυτών σε έναν ιστορικό χάρτη; Σε ποιο χωροχρονικό σύμπαν εκτυλίσσονται αυτές οι αιτιολογικές αφηγήσεις; Η ασάφεια στην Αετία πηγάζει από την εφεύρεση ενός αδύνατου «κόσμου» που παρουσιάζεται μέσα από τις άπειρες κειμενικές εκφάνσεις του.52 Πριν ολοκληρώσω, θα αναφερθώ εν συντομία σε ένα βασικό πρόσωπο του (μετα)μοντέρνου ...

Ομοίως η Susan Stephens, αναφερόμενη ιδιαίτερα στην πολυεθνική και πολυπολιτισμική Ελληνιστική Αλεξάνδρεια, υπογραμμίζει στο βιβλίο της Seeing double το γεγονός ότι:[D26]
Αυτό που συνιστά «αλήθεια» ή «ψέμα» μπορεί να διαφέρει θεμελιωδώς αναλόγως με την πολιτιστική προοπτική κάποιου: ένα ελληνικό «ψέμα» μπορεί να είναι μια αιγυπτιακή «αλήθεια» και το αντίστροφο». Οι αναφορές σε κοσμογονικούς μύθους είναι συνυφασμένες, και στους δύο πολιτισμούς, με μύθους κυριαρχίας: σε αυτόν τον ύμνο (ΣτΜ. εννοεί αυτόν του Διός), η Αρκαδία ομοιάζει με την Αίγυπτο ως αρχέγονο τοπίο. Επιπλέον, τα γεγονότα που διαδραματίζονται κατά τη γέννηση του θεού βρίσκουν πολυάριθμους παραλληλισμούς στην αιγυπτιακή κοσμολογία.

Αντί κατακλείδας ας προσθέσουμε δύο ακόμη περιπτώσεις εκπλήσσουσας ομοιότητας φιλοσοφικών ανησυχιών του Βουδισμού με το Ελληνικό πνεύμα.
Σε Βουδιστική πραγματεία του τετάρτου αιώνα μ.Χ. υπάρχει μια πολύ αξιοσημείωτη ιστορία που χρησιμεύει ως ένα πείραμα σκέψεως που μας καλεί να αμφισβητήσουμε την φύση του εαυτού και την ταυτότητα των ανθρώπων.[D27] Άν και η Σανσκριτική εκδοχή της ιστορίας χάθηκε, το απόσπασμα ευτυχώς διατηρείται σε κινεζική μετάφραση, υπό τον τίτλο Dà zhìdù lùn. Σε σχετικό άρθρο τους οι Jing Huang και Jonardon Ganeri παρουσίασαν την πρώτη αξιόπιστη μετάφραση απευθείας από τα κλασικά Κινεζικά και σχολίασαν την φιλοσοφική σημασία της ιστορίας στο ιστορικό και λογοτεχνικό της πλαίσιο. Εκεί τονίσθηκε η φιλοσοφική σημασία της ενσωματώσεως - εντάξεως της ιστορίας στα πλαίσια δύο διηγήσεων και αποδείχθηκε ότι η ιστορία αγγίζει μια σειρά από διαισθήσεις, ή ακόμη και φόβους, σχετικούς με την επιβίωση του εαυτού, οι οποίοι έχουν επίσης παίξει μεγάλο ρόλο στην ιστορία του θέματος στην Δύση, και εξακολουθούν να απασχολούν εντόνως το ενδιαφέρον στην εποχή μας. Η ιστορία έχει θεωρηθεί ως θίγουσα το ερώτημα της ταυτότητος, όντας έτσι - από την άποψη αυτή - παράλληλη του 'παραδόξου του Θησέως'! 
Το πλοίο του Θησέως, επίσης γνωστό ως παράδοξο του Θησέως,[D28] είναι ένα διανοητικό πείραμα το οποίο θέτει το ερώτημα εάν ένα αντικείμενο στο οποίο έχουν αντικατασταθεί όλα τα συστατικά του παραμένει ουσιαστικά το αυτό. Το παράδοξο καταγράφεται κυρίως από τον Πλούταρχο στη ζωή του Θησέως (Βίοι Παράλληλοι) από τα τέλη του πρώτου αι. Ο Πλούταρχος ερωτά αν ένα πλοίο που ανακατασκευάστηκε με αντικατάσταση κάθε ενός από τα ξύλινα μέρη του παρέμεινε το ίδιο πλοίο.
Το παράδοξο είχε συζητηθεί από αρχαίους φιλόσοφους όπως ο Ηράκλειτος, ο Σωκράτης και ο Πλάτων πριν από τα κείμενα του Πλούταρχου και πιο πρόσφατα από τους Thomas Hobbes και John Locke. Διάφορες παραλλαγές είναι γνωστές, όπως το 'τσεκούρι του παππού'. Αυτό το πείραμα σκέψεως συνιστά "ένα υπόδειγμα για τους φιλοσόφους". Μερικοί λένε, "παρέμεινε το ίδιο", κάποιοι λένε, "δεν παρέμεινε το ίδιο".

Το δεύτερο σημείο σχολιασμού αφορά στην Milindapañha και το ζήτημα της Ελληνικής επιρροής,[D40] έχε ληφθεί δε από την Kubica:
Αν και ο πρώτος μεταφραστής του κειμένου του Milindapañha το όρισε ως ιστορικό ειδύλλιο με πρωτίστως διδακτικό στόχο και δήλωσε ότι ο Milinda παίζει δευτερεύοντα ρόλο στο διάλογο (Rhys Davids 1890: xvii), ωστόσο αυτό το κείμενο έχει προσελκύσει την προσοχή των Ευρωπαίων μελετητών των κλασικών σπουδών, οι οποίοι έχουν επικεντρώσει την προσοχή τους κυρίως στην συμμετοχή του Έλληνα ηγεμόνα στον βουδιστικό διάλογο. Ο Weber ήταν ο πρώτος που πρότεινε την ελληνική επιρροή, διατύπωσε δε μια υπόθεση περί συσχετίσεως με τους Πλατωνικούς διαλόγους. Όμως αυτή η άποψη δεν έγινε δεκτή από τους ερευνητές που μελετούσαν το κείμενο. Αντίθετα, ο Garbe, στο βιβλίο του Beiträge zur indischen Kulturgeschichte (1903), δημοσίευσε ένα άρθρο για τον Milindapañha, στο οποίο όριζε το κείμενο ως πολιτιστικό-ιστορικό μυθιστόρημα (ein kulturhistorischer Roman), αλλά δήλωσε ότι θα μπορούσε επίσης να είναι περιγράφεται καλά και ως διδακτικό μυθιστόρημα. Σημείωσε επίσης πολύ λογικά ότι εφόσον το έργο ασχολείται με έναν φανταστικό χαρακτήρα, όπως κάνουν τα περισσότερα βουδιστικά βιβλία, και επιπλέον περιέχει κάποια μίμηση αναπαραστάσεων από παλαιότερα έργα, δεν μπορούμε να περιμένουμε από εδώ μια σημαντική αύξηση της ιστορικής μας γνώσεως. Ο Garbe έθεσε επίσης το ερώτημα εάν οι ελληνικές ιδέες μπορούν να αναγνωριστούν στις ομιλίες του βασιλιά Milinda. Και, απαντώντας σε αυτήν την ερώτηση, είπε ότι αφού διεξήλθε το ενδελεχώς το Milindapañha κατέληξε να απαντήσει αρνητικά. Ο ελληνικός κόσμος των ιδεών είναι προφανώς εντελώς άγνωστος στον συγγραφέα. Οι ομιλίες στο στόμα του βασιλιά έχουν αρκετά ινδικό χαρακτήρα. Ο βασιλιάς δεν χαρακτηρίζεται διαφορετικά από τον Έλληνα (Yonaka) σύντροφό του, καθώς και από το ότι μιλάει και συμπεριφέρεται ως Ινδός. Επίσης, ο Winternitz, του οποίου ο δεύτερος τόμος της Ιστορίας της Ινδικής Λογοτεχνίας δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα αγγλικά το 1920, συμφώνησε με Garbe. Κατά τη γνώμη του, ο Milindapañha αντλεί υποδείγματα στους Ουπανισαδικούς διαλόγους, στην ασκητική ποίηση του Mahaˉbhaˉrata και στην Tripi․taka, οπότε δεν χρειάζεται να αναζητήσετε ένα ελληνικό υπόδειγμα. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Winternitz, δεν υπάρχει ίχνος ελληνικής γλώσσας και ιδεών στον διάλογο. Ο Lamotte στο History of Indian Buddhism (1988),35 όπως ο Garbe και ο Winternitz, αρνήθηκε την ελληνική επιρροή στους Milindapañha. Κατά την γνώμη του (Lamotte 1988: 424), τα προβλήματα που συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια του διαλόγου είναι πανομοιότυπα με εκείνα στον κανόνα γενικά και στον Kathaˉvatthu ειδικότερα. Κατά τη γνώμη του, μόνο το ζήτημα της χρησιμότητας της θρησκευτικής ζωής θα μπορούσε να ενδιαφέρει τον Ινδοέλληνα βασιλιά. Επίσης, ο von Hinüber υποστήριξε ότι "αν και η Milinda είναι Έλληνας, δεν υπάρχει ανιχνεύσιμη ελληνική επιρροή στη μορφή ή το περιεχόμενο του καθαρά ινδικού διαλόγου, που προέρχεται από τις Ουπανισαδικές παραδόσεις". 

Ωστόσο, δεν συμφώνησαν όλοι οι ερευνητές με τις απόψεις που παρουσίασαν οι Garbe και Winternitz. Ο Finot (1923) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Milindapañha μοιάζει περισσότερο με τους σωκρατικούς διαλόγους παρά με τους ινδικούς. Κατά τη γνώμη του, θα μπορούσε κανείς ακόμη και να τείνει να αναγνωρίσει με αυτήν την αρχική και σχεδόν ασυνήθιστη μορφή μιαν ελληνική επιρροή. Ωστόσο, η θεωρία της ελληνικής επιρροής έφτασε στο αποκορύφωμά της στις απόψεις που παρουσίασε ο Tarn, ο οποίος, στο βιβλίο του The Greeks in Bactria and India (1938), δημοσίευσε μιαν λεπτομερή ανάλυση της Milindapañha, στην οποία υποστήριξε ότι αυτός ο βουδιστικός διάλογος είναι προσαρμοσμένος από ένα ελληνικό πρωτότυπο με τίτλο The Questions of Menander. Κατά τη γνώμη του, στο κείμενο υπάρχουν ορισμένα ελληνιστικά στοιχεία, τα οποία δεν μπορούν να δικαιολογηθούν με βάση καμία άλλη υπάρχουσα θεωρία. Επομένως, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι παλαιότερα έπρεπε να υπάρχει ένα σύντομο ελληνικό κείμενο, στο οποίο ο βασιλιάς αμφισβήτησε μια επινοημένη μορφή, τον βουδιστή σοφό Nagasena. Ο Tarn χρησιμοποίησε αυτήν τη θεωρία του ελληνικού πρωτοτύπου για να εξηγήσει ορισμένες ομοιότητες μεταξύ της Milindapañha και της Επιστολής του Ψευδο-Αριστέα, η οποία αφηγείται την ιστορία 72 Εβραίων πρεσβυτέρων που προσκλήθηκαν από τον Πτολεμαίο Β' στην Αλεξάνδρεια για να μεταφράσουν τις Γραφές τους στα ελληνικά. στον οποίο βασίστηκε ο θρύλος για την προέλευση των Εβδομήκοντα. Ο Tarn προσπάθησε να δείξει ότι και τα δύο κείμενα αναφέρονταν στην παράδοση της συνομιλίας του Αλεξάνδρου με τους Ινδούς «γυμνούς φιλοσόφους" (γυμνοσοφισταί, βλ. Κεφάλαιο 1). Υποστήριξε ότι «οι ερωτήσεις του Αλέξανδρου έδειχναν ότι ήταν σωστό για τους μεγάλους βασιλείς να συνομιλούν με ξένους σοφούς». Αλλά κατά τη γνώμη μου, δεν αποδεικνύει την ελληνική καταγωγή των ερωτήσεων της Μιλίντα. Η δημοτικότητα των συζητήσεων μεταξύ μοναρχών και σοφών στις ελληνιστικές χώρες θα μπορούσε πράγματι να είναι εμπνευσμένη από τον Αλέξανδρο, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτού του είδους οι συζητήσεις ήταν επίσης πολύ δημοφιλείς στην Ινδία. Προσωπικά πιστεύω ότι πρέπει να δει κανείς εδώ ανεξάρτητη ανάπτυξη αντί για επιρροή.
Ο Tarn πρότεινε επίσης ότι μπορεί να υπήρχε ένα ευρύτερο σώμα της λογοτεχνίας του Μενάνδρου. Ανέφερε ως αποδεικτικό στοιχείο την παρουσία στην Avadāna[D30] {Sanskrit; Pali: Apadāna) is the name given to a type of Buddhist literature correlating past lives' virtuous deeds to subsequent lives' events} για τον βασιλιά Nanda δύο προτάσεων που μοιάζουν με την ελληνική "ἀπορίαι" (φαινομενικά ανυπέρβλητες δυσκολίες στη λογική συλλογιστική, προσφέροντας αντιφατικές ή αντίθετες λύσεις). Επιπλέον, απέρριψε τη θεωρία της κοινής προέλευσης των Pali και των κινεζικών εκδόσεων χωρίς τη δέουσα αιτιολόγηση. Όπως δήλωσε, «Αυτή η υπόθεση δεν μου επιφυλάσσεται". Είναι ενδιαφέρον ότι ο Ταρν γνώριζε για τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι Γκάρμπε και Γουίντερνιτς, αλλά σύμφωνα με τον ίδιο, είχαν ανεπαρκείς γνώσεις από την ελληνική πλευρά. Ίσως να είχε δίκιο, αλλά από την άλλη δεν είχε επαρκή γνώση από την ινδική πλευρά. Ωστόσο, ανακοίνωσε ότι δεν τον απασχολούσε το βουδιστικό δόγμα και ότι στόχος του ήταν μάλλον να εξετάσει τη σχέση του Μέρους Ι της Μιλινταπάνχα με την ελληνική κυριαρχία στην Ινδία (Tarn 1938: 415). Αυτή η θεωρία διαψεύστηκε από τον Gonda (1949), ο οποίος αντέκρουσε τα επιχειρήματα του Tarn σχετικά με τα ελληνικά στοιχεία στο κείμενο της Milindapañha. Υποστήριξε επίσης ότι ο στόχος του Μενάνδρου για τη διαλεκτική νίκη ήταν κοινός στην Ινδία. Ως παράδειγμα, έδωσε, μεταξύ άλλων, τη δεύτερη ομιλία του Dıgha Nikaya με τίτλο Samaññaphala Sutta, που συχνά συγκρίνεται με τον Milindapañha, η οποία περιέχει την ιστορία της συζήτησης του Ajatasattu με τον Βούδα σχετικά με τους καρπούς της ζωής ως ερημίτης.

 Στη σύνοψη, ο Gonda σωστά επεσήμανε ότι «" Βουδισμός είχε τάση προς τον διεθνισμό, πρόθεση για ιεραποστολική προπαγάνδα και ήταν πρόθυμος να κερδίσει την εύνοια και την υποστήριξη ισχυρών ανδρών". Και κατά τη γνώμη μου, αυτό το συμπέρασμα εφιστά την προσοχή σε μια πολύ σημαντική, αν όχι την πιο σημαντική πτυχή της ανάπτυξης του Βουδισμού, δηλαδή το σύστημα της πατρωνίας - χορηγίας. Για να προσδιοριστεί η λειτουργία του Έλληνα βασιλιά σε αυτόν τον βουδιστικό διάλογο, θα πρέπει να εξεταστεί ένα νέο ερευνητικό ερώτημα, δηλαδή, ποιανού την αιγίδα επιδίωξε ο συγγραφέας του Milindapañha ώστε να κάνει τον Μένανδρο τον κύριο χαρακτήρα του; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα φαίνεται προφανής. Πρέπει να υπήρχε μια ομάδα Ελλήνων με επιρροή που ζούσε στην περιοχή, όπου γράφτηκε για πρώτη φορά ο διάλογος, δηλαδή στην Gandhara, η οποία θα συζητηθεί αργότερα σε αυτό το κεφάλαιο.

Έναν εντελώς διαφορετικό τύπο επιρροής προτείνει ο Blair στο άρθρο του «Answers for Milinda: Hellenistic Influence on the Development of Gandharan Buddhism» (2009), όπου υποστήριξε ότι περί τις αρχές του α' αιώνα μ.Χ., ο Ελληνισμός είχε επηρεάσει τον Βουδισμό, γεγονός που αντικατοπτρίζεται επίσης στη Milindapañha, και «η προσπάθεια του έργου να εξηγήσει τις βουδιστικές διδασκαλίες παρέχει μια ανεκτίμητη εικόνα για τις πεποιθήσεις των λαών της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων της Ινδίας». Κατά τη γνώμη του Blair, "ο ελληνιστικός πολιτισμός άλλαξε σημαντικά την αντίληψη του Βούδα, προωθώντας την πίστη σε έναν ανθρωπόμορφο, θεϊκό Βούδα σε μια περιοχή του Πακιστάν και του Αφγανιστάν που τότε ήταν γνωστή ως Gandhara". Ωστόσο, το πρόβλημα της ελληνικής επιρροής στην αντίληψη και αναπαράσταση του Βούδα ως θεού θα παρουσιαστεί ξεχωριστά στο παρόν βιβλίο ....

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α': ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ NEALE 2014

Υπήρξαν πρόσφατες εκρήξεις ενδιαφέροντος σε δύο πεδία: τους παραλληλισμούς Madhyamaka - Πυρρωνισμού και τον ίδιο τον Πυρρωνισμό, ο οποίος φαίνεται να έχει παρεξηγηθεί και επομένως παραμεληθεί από τη Δύση για τους ίδιους λόγους και με τους ίδιους τρόπους που αυτό συνέβη και για την Madhyamaka τόσον από την Δύση όσον και την Ανατολή. Μεταξύ αυτών των πρόσφατων μελετών υπάρχουν αρκετές που καταδεικνύουν ότι η υιοθέτηση της Madhyamaka, για παράδειγμα, αποκαλύπτει και φωτίζει την σημασία και τις ιδέες των Πυρρωνικών επιχειρημάτων. Επιπλέον, έχει προταθεί ότι από όλες τις ευρωπαϊκές σχολές φιλοσοφίας ο Πυρρωνισμός είναι η πιο κοντινή στον Βουδισμό, και ιδιαίτερα στην σχολή Madhyamaka.[na50] Πράγματι ο Πύρρων έχει καταγραφεί ότι σπούδασε με φιλοσόφους στα Τάξιλα, ένα από τα πρώτα μέρη όπου η Madhyamaka αργότερα άκμασε και ο τόπος όπου ο Nagārjuna, ιδρυτής της Madhyamaka, μπορεί να έλαβε μέχρι τότε κρυμμένα κείμενα που αποτέλεσαν το θεμέλιο για την σχολή του.

Σε αυτήν τη διατριβή διερευνώ πόσο παρόμοια ήταν αυτά τα δύο φιλοσοφικά συστήματα. Αντιμετωπίζω συστηματικά όλα τα επιχειρήματα του Πυρρωνικού επιμελητού Sextus Empiricus «Περιγράμματα του Πυρρωνισμού και κατά των δογματιστών» και τα συγκρίνω με τα πιο παρόμοια επιχειρήματα που υπάρχουν στις πραγματείες Madhyamaka και στα σχετικά κείμενα. Σε αυτήν την βάση, ερωτώ εάν οι Πυρρωνιστές και οι Βουδιστές θα ικανοποιούσαν ο ένας τα κριτήρια αυτοπροσδιορισμού του άλλου ή ποια χαρακτηριστικά θα απέκλειαν τον ένα ή και τα δύο στα μάτια του άλλου. Ερωτώ επίσης ποιες ερωτήσεις προκύπτουν από τα γλωσσικά και ιστορικά στοιχεία για τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ της σχολής των Πυρρωνιστών και της σχολής Madhyamaka και πόσο σίγουροι μπορούμε να είμαστε για τις απαντήσεις. Έμαθε ο Πύρρων τον Βουδισμό στα Τάξιλα; Ήταν ο  Nagārjuna Πυρρωνιστής; Τέλος, φέρνω τις γνώσεις της ζωντανής σχολιαστικής παραδόσεως της σχολής Madhyamaka στις τρέχουσες επιστημονικές διαμάχες στον τομέα του σεξτανικού Πυρρωνισμού και εφαρμόζω τις λεπτές ερμηνείες του τελευταίου που αναπτύχθηκαν στην πρόσφατη μελέτη της Madhyamaka και των διαφόρων ερμηνευτικών δυσκολιών του, διερευνώντας κάθε σχολείο υπό τον φωτισμό του άλλου. Με αυτήν την ελπιδοφόρα διαφωτισμένη άποψη, εξετάζω για παράδειγμα εάν ο Σέξτος ήταν συνεπής, εάν ο ζωντανός Πυρρωνισμός υπαινίσσεται την απραξία, εάν ο Πυρρωνισμός είναι καν φιλοσοφία και αν η σχολή Madhyamaka είναι στην πραγματικότητα μηδενιστική.
p. iii
Οι Dreyfus και Garfield (2011) γράφουν, "Υπάρχουν πολλά να ειπωθούν για την ανάγνωση της Madhyamaka στο πλαίσιο του δυτικού σκεπτικισμού του Πύρρωνος" ενώ επιπρόσθετα αναφέρονται στην "γονιμότητα - παραγωγικότητα - καρποφορία αυτής της συγκεκριμένης διαπολιτισμικής αντιπαραθέσεως και συγκρίσεως". Και: "Μα αυτή η αντιπαράθεση δεν είναι μόνο ένας τρόπος για να κατανοήσετε καλύτερα τη Madhyamaka: Επίσης ρίχνει νέα φως στις πιθανότητες και τις εντάσεις μέσα στον ελληνικό σκεπτικισμό".
p. iii-iv
Ενώ υπάρχει διαμάχη (για να μην αναφέρουμε την εξαιρετική ευαισθησία) σχετικά με μια υποτιθέμενη μετάδοση και ειδικά γιά την κατεύθυνσή της, φαίνεται πολύ βιαστικό να ισχυριστεί κανείς, όπως έκαναν ορισμένοι, ότι οι δογματικοί παραλληλισμοί είναι απλώς τυχαίοι. Ο Πύρρων, ο οποίος, αν και δεν ήταν απαραίτητα ο ιδρυτής του, έγινε σίγουρα ο αναγνωρισμένος αρχηγός του μετέπειτα Πυρρωνισμού, έχει καταγραφεί τελικά ότι σπούδασε με φιλοσόφους, σχεδόν σίγουρα στην Ταξίλα (στο σημερινό Πακιστάν), ένα από τα πρώτα μέρη όπου ο Βουδισμός Mahāyāna, με τον οποίο συσχετίστηκε η σχολή Madhyamaka, αργότερα ήκμασε και ο τόπος όπου ο Nagārjuna, ιδρυτής της Madhyamaka, μπορεί να ήλθε σε επαφή με μέχρι τότες κρυμμένα κείμενα (Η τελειότητα της σοφίας ή Prajñāpāramitā), τα οποία αποτέλεσαν το θεμέλιο για τη σχολή του και για την κατανόηση των οποίων οι πραγματείες της σχολής υποτίθεται ότι αποτελούν την εισαγωγή.

A Tibetan painting with a Prajñāpāramitā sūtra at the center of the mandala
https://en.wikipedia.org/wiki/Prajnaparamita

Ο Conze μπορεί επίσης να παραπλανήθηκε από μια ιδιότυπη αντίληψη των βουδιστικών διδασκαλιών. Πιο πρόσφατες μελέτες δείχνουν μια πιο συνεκτική κατανόηση της Madhyamaka, όπως επισημαίνει ο Jan Westerhoff (2009): "Η βιβλιογραφία που δημοσιεύτηκε τις τελευταίες δεκαετίες δείχνει ότι η μελέτη τού Nāgārjuna καθίσταται πιό ώριμη". Εμπνευσμένος από τον Flintoff (1980), ο Adrian Kuzminski στο 'εργο του Pyrrhonism: How the Ancient Greeks Re-invented Buddhism (2008) μπορεί έτσι να παρουσιάσει την πιο διαρκή και ακριβή έρευνα μέχρι σήμερα, αν και όπως και των προκατόχων του, η αντιμετώπιση είναι μάλλον μη μεθοδική. Όπως ο Conze, χαρακτηρίζει την Madhyamaka "την ανατολική σχολή που ομοιάζει περισσότερο με τον Πυρρωνισμό", αλλά σε αντίθεση με αυτόν βλέπει αυτή την ομοιότητα στον Σέξτο. Εν συνεχεία του βιβλίου του Kuzminski άλλοι, όπως οι Dreyfus and Garfield (2011) έχουν ασχοληθεί με το θέμα των παραλληλισμών Πυρρωνισμού-Madhyamaka, αλλά ακόμη λιγότερο συστηματικά.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β': ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ Sistakou 2021

Borges in Alexandria? Modes of Ambiguity in Hellenistic Poetry
From the book Strategies of Ambiguity in Ancient Literature
Evina Sistakou
In the historical Oxford English Dictionary ‘ambiguous’ is defined as “doubtful, questionable; indistinct, obscure, not clearly defined” or “admitting more than one interpretation, or explanation; of double meaning, or of several possible meanings; equivocal” and ‘ambiguity’ as either “hesitation, doubt, uncertainty” or the “capability of being understood in two or more ways.” Hence, it can denote either anything having more than one interpretation or that which is of uncertain interpretation. Being in itself an ambiguously defined word,1 this term has all the shortcomings a theoretical concept can possibly have: it is broad, vague, fluctuating, clichéd, both timeless and historically specific, an umbrella term applied from linguistics to philosophy and semiotics, used indiscriminately to describe words, ideas, narratives or artistic genres. To these we might add that, although {NEXT PAGE IS 102} 
it is overused in the philological jargon and widespread in bibliography, it is hard to find a defining study dedicated specifically to this concept in literature and art.2 What follows gives an overview of its development in literary theory.

Ambiguity was officially introduced into literary criticism when William Empson published his study Seven Types of Ambiguity in 1930, which placed emphasis on the linguistic aspects of the literary text and the multiple interpretive possibilities open to its readers. A decade later, William Stanford (Ambiguity in Greek Literature, 1939) examined the rhetorical theories on verbal ambiguity in antiquity and then applied this concept to Homer, Pindar and Greek tragedy. Building on the premise of the poetic/symbolic function of language and its multiple meanings, and thereby stressing the active role of the reader in its deciphering, theorists have developed new approaches to ambiguity. Philip Wheelwright (On the Semantics of Poetry, 1940) coined the term ‘plurisignation’ to describe the transcendence of the sole literal meaning through the connotations of poetic language, a concept further developed by Roland Barthes into the notion of the ‘infinite plurality’ of the literary text and its codes produced by the reader (S/Z, 1970; From Work to Text, 1971){ https://www.lkouniv.ac.in/site/writereaddata/siteContent/202004171019385131rbsharma_eng_From_Work_To_Text.pdf }. Umberto Eco represents a break with the linguistically oriented tradition by introducing the notion of the ‘open work’ (Opera aperta, 1962).3 Taking the musical works of Stockhausen as a point of departure, Eco discusses the multiplicity of interpretation that is built in a ‘work in progress’ or a ‘work in movement’ and calls for the contribution of the performer, the viewer or, in the case of literature, the reader to be completed; ambiguity derives from the ‘openness’ of the artwork to its possible performances or readings, to the process of its realization through the plurality of its receptions. A radically different approach is expressed by Shlomith Rimmon (The Concept of Ambiguity. The Example of James, 1977), who makes a distinction between plurality of meaning and the mutually exclusive versions of an ambiguous narrative. More recently, Christoph Bode, in his voluminous monograph Ästhetik der Ambiguität (1988), recasts ambiguity as an aesthetic category of modernism in art and literature; his test cases include atonal music and the works of James Joyce and Samuel Beckett.

With the exception of the now outdated study by Stanford, classical scholarship has ignored this theoretical background. However, both the general terms ‘ambiguous’/‘ambiguity’ as well as the notion of ‘double or uncertain meaning’ as a means of understanding pre-modern poetics have been broadly applied to {NEXT PAGE IS } the study of Graeco-Roman poetry.4 {It was also known to ancient linguistics and rhetorical theory, especially that of the Stoics, see Atherton 1993.} Hellenistic scholars have meticulously examined double meanings and readings in the major works of the Hellenistic poets; in several cases, they have established uncertainty of meaning and the notorious notion of ‘obscurity’ as essential features of Alexandrian aesthetics. The latter is the case in the collective volume Lycophron: éclats d’obscurité,{(Actes du colloque international de Lyon et Saint-Étienne, 18-20 janvier 2007), textes réunis par Christophe Cusset et Évelyne Prioux }[ https://books.google.gr/books?id=D8AVBAAAQBAJ&printsec=frontcover&hl=el#v=onepage&q&f=false] which discusses the linguistic and generic ambiguities inherent in Lycophron’s Alexandra.5 Riddles and puns based on wordplay are a special type of ambiguous discourse in Hellenistic poetry, which apart from Lycophron’s poem include epigrams and technopaegnia.6 Another area where ambiguity is brought into play is the act of narration, first associated with the notions of framing and polyphony by Simon Goldhill with his 1991 monograph The Poet’s Voice.7 Andrew Morrison has argued that there is an ambiguity in the personal and the choral voice in Callimachus’ mimetic hymns and in the function of the narrators and their viewpoints in several idylls of Theocritus.8 A number of scholars have further elaborated on this concept in various genres of Hellenistic poetry: Marco Fantuzzi, who has pointed out numerous cases of ambiguity in Hellenistic epigrams; Michael Tueller, who has also discussed ambiguity in regard to voice in Callimachus’ epigrams; Benjamin Acosta-Hughes, who has seen Hipponax in Iamb 1 as an ambiguous persona of the author; and Ruth Scodel, in her exploration of Callimachean fables as a vehicle for ambiguity.9 The gender ambiguity of the honored goddess Athena and the speaker in Hymn 5 and the instability of gender in The Lock of Berenice demonstrate Callimachus’ penchant for this literary device.10 Building on the wordplay and thematic ambiguity in Callimachus’ hymns as explored by Kenneth J. McKay in the 1960s, Claude Meillier has argued that Callimachus is the poet of ambiguity par excellence.11 Given the intrinsic unpredictability of sea voyages, even a more conventional narrative such as the Argonautica of Apollonius has been seen as conveying an overall sense of ambiguity to the reader through its language, imagery and motifs.12 {NEXT PAGE IS 104}

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

7_147. Partsalaki 2015.
7_148. Ancient History Encyclopaedia, s.v. Cultural links between India & the Greco-Roman world (άρθρο του Sanujit το 2011, βλ.  <https://www.ancient.eu/article/208/cultural-links-between-india--the-greco-roman-worl/>). Βλ. επίσης Shumaila et al. (Shumaila, Yu and Xu 2017, p. 196, n. 5).
7_148a1. Panini, 4.1.49. Αναφέρεται από τον Narain (Narain 1957, p. 1). Σημειώνεται ότι ο Panini αναγνωρίζεται από τον γλωσσολόγο De Saussure ως πηγή εμπνεύσεως σημαντικών ιδεών του.
7_148a2. Batchelor 2010, p. 125; Payer 2008. Τα Τάξιλα φαίνεται ότι διέθεταν Πανεπιστήμιο ήδη από τον έκτο / πέμπτο αι. π.Χ., μεταξύ δε των καθηγητών τους συμπεριελαμβάνοντο οι Panini (Ινδός γραμματικός), Charaka (πατέρας της Ινδικής ιατρικής), Chandragupta (Σανδρόκοττος) και Kautilya (ή Chanakya) μέντωρ του Chandragupta, πρώτου βασιλέα της Ινδίας και σύμβουλός του, συγγραφέας της πολιτικής πραγματείας Arthasastra. Στο πανεπιστήμιο συνέρρεαν μαθητές από μακρυνά μέρη σύμφωνα δε με τον Φιλόστρατο το επεσκέφθη και ο Απόλλων ο Τυανεύς (15-100 μ.Χ.).
7_149. Vassiliades 2004, p. 134.
7_150. Vassiliades 2004, pp. 136, 141, n. 23. Αναφορά σε Ελληνική πολιτική οντότητα Yona στην Ινδική γίνεται και από τον Ashoka στο 13ο διάταγμά του. Ο ίδιος ο Ινδός ηγεμών υποστηρίζεται ότι είχε και Ελληνικό αίμα (Kiilerich 1988, p. 143)!
7_151. КУЗЬМИНА / Kuzmina 1976.
7_152. Aston 2004, pp. 321-322; Vassiliades 2004, pp. 153-154, nn. 69-72. 
7_153.  Duncan and Derrett 1992, p. 49, n. 13. Για την κυκλοφορία στοιχείων του Τρωϊκού κύκλου στην Ασία και ιδιαίτερα στην Gandhara βλ. και Mairs (Mairs 2016, pp. 888-895, fig. 9.5.2).
7_154.  Ο Πλούταρχος αναφερόμενος στον Αλέξανδρο, Plut. Alex. 72.1, ο οποίος είχε αφιχθεί στα Εκβάτανα, αναφέρεται στην άφιξη 3000 ηθοποιών εκεί:  ὡς δὲ ἧκεν εἰς Ἐκβάτανα τῆς Μηδίας καὶ διῴκησε τὰ κατεπείγοντα, πάλιν ἦν ἐν θεάτροις καὶ πανηγύρεσιν, ἅτε δὴ τρισχιλίων αὐτῷ τεχνιτῶν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος ἀφιγμένων.
7_155. Rapson 1922, p. 646; Halkias 2014, p. 69, n. 9; Stoneman 2019, p. 409, n. 15.
7_156. Free 1981, p. 82; Κίτσου 2013. Το έργο έχει διασωθεί σε πάπυρο (P.Oxy. 413) και αφορά στην διαφυγή Ελληνίδας κόρης από τα δεσμά Ινδών απαγωγέων.
7_157. Ο Αθήναιος στους Δειπνοσοφιστές, Ath. 13.50, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να πρόκειται για έργο του ιδίου του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος – σημειωτέον – υπήρξε λάτρης του Ευριπίδου, Plut. Alex. 10.4, 53.2, 3, βλ. Carney (Carney 2015, p. 195).  
7_158.   Li Qiang. 2019, p. 749, n. 40
7_159. O’Brien 1992, p. 178, n. 90; Hecke, pp. 213, 220; Sutton 1980; Kotlinska-Toma 2015, pp. 935-936. Το έργο ύπηρετούσε σαφείς πολιτικούς στόχους μπορεί δε να θεωρηθεί ώς εισάγον ένα νέο θεατρικό είδος. Από την άποψη αυτή η Sutton έχει αμφισβητήσει ότι το έργο γράφτηκε από τον Πύθωνα, έναν άσημο δραματουργό (Kotlinska-Toma 2015, n. 212).
7_160. Stoneman 2019, pp. 406-407.
7_161. Λίθινος λατρευτικός θρόνος φυλάσσεται στο Victoria and Albert Museum (100-200 μ.Χ., Museum no. IS 1039-1883), < http://collections.vam.ac.uk/item/O25076/throne-of-the-buddha-sculpture-unknown/>.
7_162. Koch Piettre 2001, pp. 212-213. 
7_163. Bachvarova 2016, p. 229, n. 48.
7_164. Revire 2016, pp. 71-73, n. 11. 
7_165. Platt 2011, p. 102, n. 93, fig. 2.7. 
7_165a1. Webb 1996, pp. 47-49. Ο Ήλιος με ακτινοβολούν φωτοστέφανο (ἇλως - halo, nimbus) οδηγεί το άρμα του (Ίλιον, τέταρτος αι. π.Χ. Μουσείο Περγάμου). Μαρμάρινο ανάγλυφο από το ΒΔ αέτωμα του ναού της Αθηνάς στο Ίλιον (Τροία). Μεταξύ του πρώτου τετάρτου του 3ου αιώνα π.Χ. και του 390 π.Χ. Μάρμαρο, 85,8 x 86,3 cm. Βρέθηκε κατά τη διάρκεια των ανασκαφών με επικεφαλής τον Heinrich Schliemann το 1872, τώρα δε ευρίσκεται στο Μουσείο της Περγάμου στο Βερολίνο, <https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/6/67/Architrave_with_sculpted_metope_depicting_the_Sun_God_Helios_in_quadriga%2C_from_the_Temple_of_Athena_at_Ilion-Troy_%28Schliemann%27s_excavation_1872%29%2C_300-280_BC%2C_Altes_Museum_%2814145626535%29.jpg>.
Σημειώνεται ότι ο Όμηρος περιγράφει την ύπαρξη υπερ - φυσικού φωτός περί την κεφαλή των ηρώων στην μάχη, Il. 5.4ff, 18.203.
7_165a2. Καθήμενος Buddha Shakyamuni σε διαλογισμό με ακτινοβολούντες ώμους (China, Gandharan style, περλιοδος των έξη δυναστειών, τρίτος – τέταρτος αι. μ.Χ., επιχρυσωμένος ορείχαλκος, Arthur M. Sackler Museum, Harvard University), <https://fr.wikipedia.org/wiki/Fichier:Seated_Buddha_Shakyamuni_in_Meditation_with_Flaming_Shoulders,_China,_Gandharan_style,_Six_Dynasties_period,_3rd_to_early_4th_century_AD,_gilt_bronze_-_Arthur_M._Sackler_Museum,_Harvard_University_-_DSC00886.jpg>. Σημειώνεται εν προκειμένω ότι οι ακτινοβολούντες ώμοι παραβάλλονται ενδεχομένως προς τις περίεργες προεξοχές από την περιοχή των ώμων της Μητέρας Θεάς / Κυβέλης, (βλ. σημ. 4_43) παρέχοντας ακόμη μία περίπτωση ενδεχόμενης συσχετίσεως με τον Κυβελικό θρόνο με τις προεξοχές!
Το φωτοστέφανο ενσωματώθηκε στην παλαιοχριστιανική τέχνη κάπου τον 4ο αιώνα με τις πρώτες εικόνες του Χριστού, αρχικά τη μοναδική μορφή που εμφανίζεται με μία (μαζί με το σύμβολο του, τον Αμνό του Θεού). Αρχικά το φωτοστέφανο θεωρήθηκε από πολλούς ως αναπαράσταση του Λόγου του Χριστού, της θεϊκής του φύσης, και ως εκ τούτου σε πολύ πρώιμες (πριν από το 500) απεικονίσεις του Χριστού πριν από το βάπτισμά του από τον Ιωάννη τείνει να μην εμφανίζεται με ένα φωτοστέφανο, θέμα συζήτησης εάν ο Λόγος του ήταν έμφυτος από τη σύλληψη (η Ορθόδοξη άποψη) ή αποκτήθηκε στο Βάπτισμα (η Νεστορική άποψη). Σε αυτήν την περίοδο εμφανίζεται επίσης ως παιδί ή νέος στους Βαπτισμούς, αν και αυτό μπορεί να είναι ιερατικό χαρακτηριστικό και όχι παράσταση που σχετίζεται με την ηλικία.
7_166. Christopoulos 2012, p. 56, n. 96; Syndicus 1962 p. 151; Palagia 2018, pp. 25-26, n. 26. Σχετική αναφορά υπάρχει και στον Κούρτιο: Curt. 10.6.4-9, 15.
7_167. Zheng Yan 2016.
7_168. Ταρζί 2013, σελ. 200; Jaffar 2009, p. 44.
7_169. Abdullaev 2015, pp. 134-138.
7_170. Abdullaev 2015, p. 128.
7_171. Abdullaev 2015, pp. 131-132, fig. 4, n. 10. Πρόκειται για ανάγλυφο από την Έπαυλη Albani.
7_172. Abdullaev 2015, pp. 128-129, fig. 2, n. 3.
7_173. Abdullaev 2015, p. 130, fig. 2, n. 10.
7_174. Abdullaev 2015, p. 130, fig. 3, n. 12.
7_175. Abdullaev 2015, p. 130. Ο ασκητής εμφανίζεται ως μισόγυμνος και αδύνατος γέρων, συνήθως γενειοφόρος με μακρά κόμη διαμορφωμένη με είδος κόμβου στην κορυφή της κεφαλής (κρωβύλο), καθήμενος σε χαμηλό κάθισμα.
7_176. Grünwedel and Burgess 1999, pp. 86-87, 153; Galiana 2019, p. 189; Kumar 2018. Για τον κρωβύλο στην αρχαία Ελληνική τέχνη παράβαλε το γλυπτό αριστούργημα του Απόλλωνος του λεγομένου Belvedere, αντιγράφου έργου του Λεωχάρους (Μουσείο Βατικανού, < http://www.museivaticani.va/content/museivaticani/en/collezioni/musei/museo-pio-clementino/Cortile-Ottagono/apollo-del-belvedere.html>).
7_176a1. Το σχετικό απόσπασμα της Ιλιάδος, Il.23. 49-54, έχει ως εξής:
‘οὐ μὰ Ζῆν᾽, ὅς τίς τε θεῶν ὕπατος καὶ ἄριστος,
οὐ θέμις ἐστὶ λοετρὰ καρήατος ἆσσον ἱκέσθαι
45πρίν γ᾽ ἐνὶ Πάτροκλον θέμεναι πυρὶ σῆμά τε χεῦαι
κείρασθαί τε κόμην, ἐπεὶ οὔ μ᾽ ἔτι δεύτερον ὧδε
ἵξετ᾽ ἄχος κραδίην ὄφρα ζωοῖσι μετείω.
ἀλλ᾽ ἤτοι νῦν μὲν στυγερῇ πειθώμεθα δαιτί:
ἠῶθεν δ᾽ ὄτρυνον ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγάμεμνον
50ὕλην τ᾽ ἀξέμεναι παρά τε σχεῖν ὅσσ᾽ ἐπιεικὲς
νεκρὸν ἔχοντα νέεσθαι ὑπὸ ζόφον ἠερόεντα,
ὄφρ᾽ ἤτοι τοῦτον μὲν ἐπιφλέγῃ ἀκάματον πῦρ
θᾶσσον ἀπ᾽ ὀφθαλμῶν, λαοὶ δ᾽ ἐπὶ ἔργα τράπωνται.

Γιά λόγους συγκρίσεως παρατίθεται και η ανέμπνευστη απόπειρα 'μεταφράσεως' του εδαφίου από τους Καζαντζάκη - Κακριδή:
Μάρτυς μου ο Δίας, απ᾿ τους αθάνατους ο πιο τρανός κι ο
κάλλιος,
πρεπό δεν είναι το κεφάλι μου με το νερό να σμίξει,
πριν βάλω στην πυρά τον Πάτροκλο και του σηκώσω μνήμα,
και κόψω τα μαλλιά μου᾿ μέσα μου καημό σαν τούτον άλλο
πια δε θα νιώσω, όσο θα χαίρομαι το φως του Απάνω Κόσμου.
Μα τώρα ας κάτσουμε και το άχαρο τούτο ας γευτούμε δείπνο'
και την αυγή ταχιά, Αγαμέμνονα ρηγάρχη, βγάλε διάτα
να κουβαλήσουν ξύλα, δίνοντας κι ό,τι ταιριάζει ακόμα
να 'χει ο νεκρός μαζί, στ᾿ ανήλιαγα σκοτάδια ως κατεβαίνει.
Κι έτσι η φωτιά θα κάψει η αδάμαστη τούτον εδώ, απ᾿ τα μάτια
να μας χαθεί, καί το άλλο ασκέρι μας θα σύρει στις δουλειές του.
7_176a2. Ancient Greek Buddhism (Institute for Realational Buddhism), (http://relationalbuddhism.org/ancient-greek-buddhism/).
7_176a3. Ancient Greek Buddhism (Institute for Realational Buddhism).
7_176a4. Chinese Buddhist Encyclopedia, s.v. Dharmaguptaka.
7_176a4a. Li Qiang. 2019, p. 5. Για τον Κωφήνα βλέπε το εδάφιο 5.2.2. Για την συσχέτιση του κλάδου Mahayana με το Ελληνικό στοιχείο βλ. επίσης Desnanot (Desnanot 2020) και Ancient Greek Buddhism (Institute for Realational Buddhism), (http://relationalbuddhism.org/ancient-greek-buddhism/).
7_176a4aa. Κονιδάρης 2021a.
7_176a5. Bhikkhu Sujato 2012, pp. 120-133.
7_177. Stanford Encyclopaedia of Philosophy, s.v. LNC and the Buddhist Tetralemma.
7_178. Sanjaya Belatthiputta (Sañjaya Belaṭṭhiputta: κατά κυριολεξία σημαίνει τον ‘Sanjaya της φυλής Belattha’), ο οποίος αναφέρεται και ως Sanjaya Vairatiputra.  Πρόκειται γιά Ινδό δάσκαλο - ασκητή που έζησε κατά τον έκτο αι. π.Χ. στην περιοχή του Magadha. Υπήρξε σύγχρονος με τον Mahavira, Makkhali Gosala και τον Βούδα, και ήταν ένας υποστηρικτής της σκεπτικιστικής σχολής σκέψεως του Ajñana. Παράβαλε το σχετικό τμήμα του Αποσπάσματος του Αριστοκλέους: .. περὶ ἑνὸς ἑκάστου λέγοντας ὅτι οὐ μᾶλλον ἔστιν ἢ οὐκ ἔστιν ἢ καὶ ἔστι καὶ οὐκ ἔστιν ἢ οὔτε ἔστιν οὔτε οὐκ ἔστιν. ..
7_179. Bett 2000, p. 171. Στην πρώτο λόγο της Digna Nikaya, δηλαδή στην Brahmajala Sutta, ο Βούδας περιγράφει έναν τύπο που οι περισσότεροι από εμάς έχουμε συναντήσει κάποια στιγμή: πρόκειται για αυτόν τον ανθρώπινο τύπο (Eel-Wriggler) ο οποίος αποφεύγει να απαντά, και ξεγλυστρά σαν το χέλι.., βλ. <http://obo.genaud.net/dhammatalk/bd_dhammatalk/dhamma_talk/eel_wriggling.htm#fn1>. Αναφορικά με την χρονολόγηση της ζωής του Βούδα υπάρχει μεγάλη διχογνωμία, σήμερα δε η αποδεκτή περίοδος κυμαίνεται μεταξύ 490 και 370 π.Χ. (Douglas 2017, p. 1), με τον θάνατό του να τοποθετείται περί το 400 π.Χ. (Bronkhorst 2011, pp. 3-4). Σχετικώς βλ. και Beckwith (Beckwith 2015, pp. 5-6, 12).
7_180. Το σχήμα του τετραλήμματος χρησιμοποιεί ο Γλαύκων στην Πολιτεία, του απαντά δε ο Σωκράτης. Αναλόγως το ίδιο σχήμα αναφέρεται από τον Αριστοτέλη όταν αυτός επιχειρηματολογεί κατά αυτών οι οποίοι  αρνούνται τον νόμο της αντιφάσεως (Metaph IV 3 1005b19–20). Υποστηρίζεται ότι το σχήμα αναφέρεται και στο Chuangtzu (βιβλίο που φέρει το όνομα του συγγραφέα του και είναι ένα από τα θεμελιώδη κείμενα του Ταοισμού, του τετάρτου έως τρίτο αι. π.Χ.), βλ. Beckwith (Beckwith 2015, p. 40).
7_180a. Halkias 2015, p. 167-168, n. 13. Sāmaññaphala-sutta (DN 2), translated from Pāli by Thanissaro Bhikkhu (1997). Online access: <http://www.accesstoinsight.org/tipitaka/dn/dn.02.0.than.html>.
7_181. Blair 2009.
7_182. McEvilley 2002, pp. 499-505.
7_183. Aston 2004, p. 262. Ο Burnet εκτιμά ότι η Ινδική φιλοσοφική σκέψη αναπτύχθηκε υπό την Ελληνική επιρροή (Vassiliades 2004, p. 155, n. 75).
7_184. Vassiliades 2004, p. 134; Beckwith 2015, p. 54, n. 125. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με την λίθινη επιγραφή Yavanarajya (Mathura Museum GMM 88.150) ανευρευθείσα στην Mathura η τελευταία φαίνεται να ανήκε στην επικράτεια του Ινδο – Ελληνικού βασιλείου μέχρι περίπου το 70 π.Χ., βλ. < https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Yavanarajya_inscription.jpg>. Άλλωστε το αστρολογικό έργο Garga Samhita (गार्गी संहिता) φαίνεται να επιβεβαιώνει το γεγονός (Chakrabarti 2014, p. 6).
7_185. Douglas 2017. Άλλωστε έχει υποστηριχθεί ότι ο ίδιος ο Buddha δεν σκόπευε να δημιουργήσει μια νέα θρησκεία, ενώ δεν διαφοροποιούσε το πιστεύω του από τις δημοφιλείς λατρείες της εποχής του (David-Neel 1939, p. 128; Bapat 1956, p. ix; Shumaila, Yu and Xu 2017, p. 198). Αξιοσημείωτο είναι ότι οι τελευταίοι χαρακτήρισαν την Βουδιστική θρησκευτική σκέψη ως ‘Ελληνο – Ινδική’.
7_186. Upadhyaya 1956, p. 198. Σύμφωνα με τον Ινδό ερευνητή η επιγραφή της λειψανοθήκης του Shilkot (σημ. 10_129) αποδεικνύει πέρα από κάθε αμφιβολία ότι ο Μένανδρος βοήθησε στην διάδοση του Βουδισμού στην περιοχή μεταξύ του Hindukush και του Sindh. Για την Ταπροβάνη βλ. § 10.2.2 και σημ. 10_114. 
7_187. Έλληνες περιλαμβάνονται μεταξύ των χορηγών βουδιστικών ιερών του δυτικού Deccan (Brancaccio 2011, p. 81, n. 27). Ο Bhandarkar αναφέρεται σε Έλληνες δωρητές: δύο από την Dhenukakata στα ιερά των σπηλαίων Karla, τρείς στα σπήλαια Junnar, ένας στα σπήλαια Nasik, μάλιστα ο τελευταίος υπήρξε κάτοικος της πόλεως Dattamitra ιδρυθείσας από τον Δημήτριο (Bhandarkar 1989, p. 60). Σε πυλώνα από τα σπήλαια Karla προέρχεται αναθηματική επιγραφή ονόματι Vitasamghata (Epigraphia Indica 18, p. 326, Inscription No 1). Πληθώρα Ελλήνων χορηγών αναφέρεται επίσης σε επιγραφές από τα ιερά των σπηλαίων Pandavleni ή Manmodi.
7_188. Ancient Greek Buddhism (Institute for Realational Buddhism), (http://relationalbuddhism.org/ancient-greek-buddhism/). Οι Έλληνες θεοί Ηρακλής, Τύχη και Ζεύς μετασχηματίσθηκαν στους Maitreya (αγάπη - ευγένεια), Avalokiteshvara (συμπάθεια) and Manjushri (σοφία) αντιστοίχως.
7_189. Χαλκιάς 2013, σελ. 225.
7_189a0. Coomaraswamy 1965, p. 52; Kumar 2018, p. 122. Διαφοροποιημένη εμφανίζεται η θέση της Filigenzi (Filigenzi 2012).
7_189a1. Falk 2012, p. 49.
7_189a2. Falk 2012, pp. 50-51.
7_189a3. Falk 2012, p. 51. Στην επιγραφή υπάρχει η αναφορά: a yuvarāja vāsiṣṭhīputra śivaghoṣa. 
7_189a4. Brancaccio 2005. Μεταξύ των τεκμηρίων που συνδέουν την Ινδία της περιόδου Sātavāhana και την Ελληνιστική Αίγυπτο και Κύπρο περιλαμβάνονται διάφορα κεραμεικά, μεταξύ αυτών τα θαυμάσια της Βαυβούς. Σημειώνεται ότι η Βαυβώ υπήρξε θεότητα ή δαίμων, ακόλουθος της Δήμητρας την οποία επέτυχε να ανακουφίσει από τον πόνο για την απώλεια της Περσεφόνης, αποκαλύπτοντας τα γεννητικά όργανά της (Hesch., s.v. Βαυβώ). Για περαιτέρω ανάλυση του μύθου βλ. Arans (Arans 1988). Ο χαρακτήρας της διαθέτει ενδεχομένως συσχέτιση, εννοιολογική είτε μορφολογική, με τον παριστάμενο από Νεολιθικά ειδώλια τοκετού, επί παραδείγματι από την Μαγούλα Πανάγου και τον Αχίλλειο Θεσσαλίας,.. Οι ενδιαφερόμενοι παραπέμπονται και στο ενδιαφέρον ιστολόγιο: https://kostasvakouftsis.blogspot.com/.../baubo-la-vulve όπου γίνεται παρουσίαση ( .. Mε λένε Βαυβώ και σας δείχνω το πουλάκι μου. Άλλωστε, το όνομά μου αυτό σημαίνει. Και επειδή ξέρω ότι σε όλους αρέσουν τα γυναικεία πουλάκια, εκτός από τους αρρενολάτρεις και τους ανέραστους, σηκώνω συχνά το χιτώνα μου, κάνω δηλαδή "ανάσυρμα"), βλ. κεραμεικό αγαλματίδιο Ελληνιστικής περιόδου φυλασσόμενο στο Ägyptisches Museum (Universität Leipzig, 3634). Ο χαρακτήρας της Βαυβούς απαντά και στο Amaravati (Sengupta (undated), Context in Greco-Buddhist Art and Culture, fig. 1.28).
7_189a5. Cleveland Museum of Art, acc. no. John L. Severance Fund 1982.66 (https://www.clevelandart.org/art/1982.66); Metropolitan Museum of Art (ΜΜΑ acc. nr. 2004.59) αλλά και στο Ashmolean (EA 2000.116). Η τελετουργική υδρία απεικονίζεται και σε αργυρό τετράδραχμο του Τηλέφου (BAΣIΛEΩΣ EYEOΓETOY / THΛEΦOY), βασιλέως (75-70 π.Χ.) του Ελληνο – Ινδικού βασιλείου.
7_189a6. Katsumi Tanabe 2008.  Ο Bodhisattva Maitreya διαθέτει, όμως, και πρόσθετα σαφώς Ελληνιστικά ‘παράφερνα’: τον Ηράκλειο κόμβο στην μέση, το Ελληνιστικό κήτος αλλά και τον έρωτα στα δύο άκρα του περιδεραίου του, τα χρυσά οκταγωνικά κιβωτίδια λειψάνων ή φυλακτών με σχήμα διαθέτον βαθύ συμβολισμό στον Ελληνικό κόσμο της ύστερης αρχαιότητος κ.α.
7_190. Miyaji 2008, p. 26. Βλ. επίσης https://wikivisually.com/wiki/Tillya_Tepe_Buddhist_coin. Πάντως άλλοι αποδίδουν την σχετική χρονολογική πρωτοπορία στην πυξίδα του Bimaran, εκτελεσμένη με έντονη την Ελληνιστική επίδραση, όπου ο Βούδας απεικονίζεται περιστοιχιζόμενος από τους Brahma και Indra.
7_191. Ο Ερμής εθεωρείτο ως ψυχοπομπός στην μετά θάνατον ζωή, μεσολαβητής μεταξύ των θνητών και των θεών. Εκτός από τις ομοιότητες των μεταφυσικών ρόλων Βούδα και Ερμή, παρατηρείται ομοιότητα μεταξύ των ονομάτων των μητέρων τους, Maya και Μαίας, καθώς και μεταξύ των μύθων για την γέννησή τους (Schuon 2003, p. 148).
7_192. Vassiliades 2004, pp. 147-148. Ο Βασιλειάδης θεωρεί ότι ο οκτάκτινος τροχός ο απεικονιζόμενος σε νομίσματα του Μενάνδρου προσομοιάζει με το αστρικό σύμβολο της Μακεδονικής δυναστείας.
7_192a. Τα παλαιότερα Βουδιστικά χειρόγραφα είναι γραμμένα σε κυλίνδρους με την γραφή Kharosthi, έχουν δε δημοσιευθεί από τον Salomon (Salomon 1999). Ο ίδιος θεωρεί ότι οι κύλινδροι της Γανδαρίτιδος (συμπεριλαμβανομένων εκείνων στην Βρετανική Βιβλιοθήκη) προέκυψαν ως απομίμηση, ή μάλλον ως προσαρμογή, των ελληνικών κυλίνδρων από πάπυρο που πρέπει να ήταν γνωστοί στους κατοίκους της περιοχής (Fumio 2000, p. 163).
7_193. Vassiliades 2004, p. 153, n. 69; Duncan and Derrett 1992, pp. 51-55.
7_193f1. Allen 2000.
7_193f2. Κονιδάρης 2021c; 2021d.
7_193a0. Σημειώνεται η άποψη του Nagy ότι τα Ομηρικά Έπη κατέστησαν ‘γραφή / αρχειακά στερεότυπα’ (scripture) μόνον κατά την Αλεξανδρινή περίοδο, αφού αποχωρίστικαν μερικώς από την δημόσια εκτέλεσή τους από αοιδούς (Yatsuhashi 2010, p. 34, n. 54; Nagy 1996, pp. 112, 187).
7_193a1. Derrida 1972, pp. 212–213.
7_193a2. Havelock 1963; New World Encyclopedia, s.v. Oral Tradition (literature), βλ. <https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Oral_tradition_(literature)>.
7_193a3. Κονιδάρης, υπό έκδοση β'. Τα επικά στερεότυπα σχήματα ονομάζονται επίσης στιχουργικοί τρόποι (formula) ή λογότυποι. Τον λογότυπο ο Parry ορίζει ως “ομάδα λέξεων η οποία υιοθετείται τυπικά υπό τις ίδιες μετρικές συνθήκες με σκοπό την απόδοση δεδομένης στοιχειώδους ιδέας – συλλήψεως. Αναλόγως ο Nagy σημειώνει (σε ελεύθερη μετάφραση): Το στιχουργικό στερεότυπο είναι μία φράση η οποία παράγεται διαχρονικά από το θέμα το οποίο εκφράζει, ενώ προσαρμόζεται συγχρονικά από το μέτρο εντός του οποίου περιέχεται. Ο Ruijgh αναφέρεται σε ‘απολιθωμένα στερεότυπα’ εντός των επών καθώς και για ‘κληρονομηθείσες προσυντεθειμένες ομάδες λέξεων’, ενώ ο Καστοριάδης ομιλεί για ‘ρυθμικά κύτταρα’.
7_193a4. Βλ. και  Hatab 2007.
7_194. Beckwith 2015, pp. 54-55.
7_194a. Castagnoli 2013, p. 3 (499).
7_195. Batchelor 2016.
7_196. Πρόκειται γιά άποψη του M. Witzel, βλ. Atwood (Attwood 2012).
7_197. Beckwith 2015, p. 113.
7_198. Beckwith 2015, p. 113, n. 11. Ο Ανάχαρσις είχε Ελληνίδα μητέρα όπως αναφέρει ο Διογένης Λαέρτιος, D. L. 8.103, και Σκύθη πατέρα, κατά δε τις αρχές του έκτου αι. π.Χ. είχε επισκεφθεί την Ελλάδα και ειδικώτερα την Αθήνα.
7_199. Stanford Encyclopedia of Philosophy, s.v. Daoism. Ο Ταοϊσμός αποτελεί μαζί με τον Κομφουκιανισμό ένα από τα δύο μεγάλα θρησκευτικά / φιλοσοφικά συστήματα της Κίνας. Παραδοσιακά συνδεόμενος με τον μυθικό Laozi 'Παλαιό Φιλόσοφο', ο Φιλοσοφικός Ταοϊσμός οφείλει περισσότερα στον 'φιλόσοφο Ζουάνγκ' (Ζουάνγκζι) (4ος αι. π.Χ.). Ο Ταοϊσμός αποτελεί μια ομπρέλα που καλύπτει μια σειρά παρόμοιων δογμάτων. Ο όρος 'Ταοϊσμός' συνδέεται επίσης με ποικίλες φυσιοκρατικές ή μυστικιστικές θρησκείες. Μερικές φορές ο όρος 'Φιλοσοφία του Λάο-Ζουάνγκ' χρησιμοποιείται για να διακρίνει το φιλοσοφικό από το πιο θρησκευτικό μέρος της στέλεχος της Ταοϊστικής σκέψεως "Χουάνγκ-Λάο" (Κίτρινος Αυτοκράτορας - Λάο Τσε).('Huang-Lao').
7_200. Kazuko Okakura [1905] 1970, p. 46.
7_201. https://www.amazon.com/Greek-Buddha-Pyrrhos-Encounter-Buddhism/dp/0691166447. Σχόλιο του dmiguer.
7_202. Johnson and Shults 2018.
7_203. Το πρόβλημα του κριτηρίου θεωρείται από πολλούς ως θεμελιώδες πρόβλημα της επιστημολογίας. Έτσι ο Chisholm ισχυρίζεται ότι το πρόβλημα του κριτηρίου είναι ‘ένα από τα πιο σημαντικά και πιο δύσκολα από όλα τα προβλήματα της φιλοσοφίας’. Μια δημοφιλής μορφή του προβλήματος του κριτηρίου προκύπτει εάν επιχειρήσουμε να απαντήσουμε στα ερωτήματα: Τι γνωρίζουμε; Πώς πρέπει να αποφασίσουμε σε κάποια συγκεκριμένη περίπτωση αν έχουμε γνώση; Φαίνεται ότι πριν μπορέσουμε να απαντήσουμε στο πρώτο ερώτημα θα πρέπει να έχουμε ήδη μια απάντηση στο δεύτερο ερώτημα, ενώ και το αντίστροφο μοιάζει επίσης λογικό (Internet Encyclopaedia of Philosophy, s.v. The Problem of the Criterion).
7_204. Beckwith 2015, p. 113, n. 11.
7_205. Beckwith 2015, pp. 4-5, n. 9; Trowbridge 2004, pp. 94-113.
7_206. Shankman 2013, p. 78, n. 8.
7_207. Shankman 2013.
7_208. Stanford Encyclopedia of Philosophy, s.v. Mohist Canons. Ο Κανών Mohist αποτελεί ένα σύνολο σύντομων δηλώσεων σχετικών με μια πληθώρα φιλοσοφικών και άλλων θεμάτων από ανώνυμα μέλη της σχολής Mohist, ένα επιβλητικό φιλοσοφικό, κοινωνικό και θρησκευτικό κίνημα της περιόδου των Αντιμαχομένων Κρατιδίων (479-221 π.Χ.).
7_209. Boltz, Renn and Schemmel 2003.
7_210. Ο Ανάχαρσις απασχόλησε εν εκτάσει τον Ηρόδοτο, όπως και ο ομόλογός του Σκύλης, Hdt. 4. 76 κ.ε. (Braund 2019; Agnolon 2020; Hinge 2008). Επιβίωση της γοητείας του πρώτου μπορούμε να διαπιστώσουμε και στο βιβλίο “Περιήγησις του Νέου Αναχάρσιδος εις την Ελλάδα” (Voyage du jeune Anacharsis en Grèce του J. J. Barthélemy, 1789), έργο το οποίο μετέφρασε και παρουσίασε στην Ελληνική ο Ρήγας Βελεστινλής.
7_211. Pettipiece 2009, pp. 137-138.
7_212. Gardner 2020, p. 25, n. 8.
7_212a. Pettipiece 2009, pp. 137-138.

[D1]. Dimou 2022, p. 79.
[D2]. Η έκφραση 'to suffer the slings and arrows of outrageous fortune' προέρχεται από τον Άμλετ του Shakespeare (πράξη 3, σκηνή 1), η δε δοθείσα ανωτέρω μετάφραση προέρχεται από τον Κοσμά Πολίτη: 
ΑΜΛΕΤ: Να ζει κανείς ή να μη ζει, αυτό είναι το ζήτημα∙
τι δείχνει πιο γενναία ψυχή, να υποφέρεις
πετριές και σαϊτιές μιας άθλιας τύχης,
ή να παίρνεις τ’ άρματα ενάντια σ’ ένα πέλαγο από βάσανα
κι αντιβγαίνοντάς να τους δίνεις τέλος;
Με την ευκαιρία σημειώνεται το ακόλουθο απόσπασμα  (UKEssays. (November 2018). How is Hamlet Character Influenced by Greek Philosophy?. Retrieved from https://www.ukessays.com/essays/english-literature/hamlet-character-influenced-greek-7592.php?vref=1):
Ο Άμλετ, πρωταγωνιστής της ομώνυμης τραγωδίας του Σαίξπηρ, είναι ένας από τους πιο διφορούμενους και αινιγματικούς χαρακτήρες της ιστορίας της λογοτεχνίας. Είναι στοχαστής και εξαιρετικά φιλοσοφημένος, στοχαστικός και καχύποπτος, πράγματι, σκέφτεται πάντα μια ερώτηση αλλά χωρίς να δίδει απάντηση. Οι μονόλογοί του είναι πολύ σύγχρονοι, γιατί αφορούν ψυχολογικά ερωτήματα που δεν έχουν ακόμη λυθεί. Ο χαρακτήρας του επηρεάζεται έντονα από την φιλοσοφία και, ιδιαίτερα, από την ελληνική φιλοσοφία. Μπορούμε να καταλάβουμε ότι ο Άμλετ ενδιαφερόταν για τον ελληνικό πολιτισμό από τις πολυάριθμες αναφορές του στην ελληνική μυθολογία και από τα κύρια θέματα των μονόλογών του: οι συγκρούσεις μεταξύ σωστού και λάθους, σκέψεως και πράξεως, ζωής και θανάτου και η σημασία του νου και των σκέψεων ενός ατόμου. Όλα αναφέρονται σε σημαντικές φιλοσοφικές έννοιες της ελληνικής φιλοσοφίας, όπως ο σχετικισμός, ο σκεπτικισμός και ο ουμανισμός, που έχουν τις ρίζες τους στις σκέψεις και τις μελέτες των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων.
[D3]. Dimou 2022, p. 79.
[D4]. LSJ: The Online Liddell-Scott-Jones Greek-English Lexicon, s.v. ἀτᾰρ-αξία & ἀλῡπ-ία. Για την απραξία και τον Πυρρωνισμό βλ. Neale 2014, p. i.
[D5]. Beckwith 2015, p. 13; Johnson and Shults 2018, p. 5, n. 3.
[D6]. Vogt 2015, p. 9, n. 15; Warren  2015.
[D7]. Herbert Abel 1954, p. 127.
[D8]. Golitsis 2021.
[D9]. Σχολιάζοντας την Πλατωνική παρουσίαση του Σωκράτους στον Φαίδρο η Chloe Balla (Chloe Balla 2019, p. 4) σημειώνει:
Η χρήση της ασάφειας μπορεί να σημειωθεί σε σχέση με τη χρήση όρων (η μερίδα του λέοντος αφορά στο φάρμακον), την δραματική δράση («αλλαγή ρόλου» μεταξύ των συνομιλητών), την επιχειρηματολογία (Σωκρατική ειρωνεία, πρακτική της «αντιλογίας», αλλά και την σκόπιμη χρήση. της πλάνης), και, τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, χαρακτηρισμός και περιγραφή ιστορικών προσώπων..
[D10]. Κονιδάρης 2020, σελ. 237-246; May-Hobbs 2023. Σύμφωνα με τον δεύτερο: Ο διάλογος Φαίδρος του Πλάτωνα αφορά στους λόγους και την ομιλία, καθώς και άλλα θέματα. Σε αυτόν τον διάλογο, ο Σωκράτης βγαίνει στην ύπαιθρο με τον Φαίδρο, ο οποίος φέρει ένα αντίγραφο ομιλίας του Λυσία για τον έρωτα που μόλις είχε ακούσει στην Αθήνα. Το δοκίμιο του Derrida το 1972 για τον Φαίδρο, "Plato’s Pharmacy", συζητά την αμφιθυμία της ελληνικής λέξεως "φαρμακός" ως υποδειγματική περίπτωση πολυσημίας: την ύπαρξη πολλαπλών σημασιών σε μία μόνο λέξη. Ο Derrida αντιτάσσει την πολυσημία του γραπτού λόγου – που απορρίπτεται στο διάλογο ως παραπλανητική ηχώ του λόγου – στη λογοκεντρική φιλοσοφική παράδοση που εμπνέεται από τον Πλάτωνα, ο οποίος αντιμετωπίζει τον προφορικό λόγο (ή τον λόγο εν γένει) ως το κατάλληλο υπόστρωμα της φιλοσοφίας και του νοήματος.
[D11]. Κονιδάρης 2020, σελ. 237-246, σημ. 10_148-10_152.
[D12]. Βλ. επί παραδείγματι την άποψη ότι:  Αμφότεροι ο Zhuangzi και το έργο Βάκχαι προσκαλούν μιαν εγκατάλειψη της σταθερής γνώσεως και απεικονίζουν μιαν ανθρώπινη φύση που είναι αδύναμη και υπόκειται στην αλλαγή (Harte 2018). Για την πολλαπλότητα στην αντιγόνη επί παραδείγματι βλ.: Steiner 1986; Κονιδάρης 2024a. 
[D13]. Παράβαλε επί παραδείγματι τον αντιφατικό χαρακτήρα του Ηρακλέους (Nelson 2015), ο οποίος φθάνει να προσεγγίζει και αυτόν του Διονύσου (https://dnkonidaris.blogspot.com/2022/03/dionysus-heracles-as-character-of.html).
[D14]. Vöhler, Fuhrer and Frangoulidis 2021.
[D15]. Κονιδάρης 2020, σελ. 279.
[D16]. Κονιδάρης 2020, σημ. 10_153. Η ανάλυση αποδίδεται στον Ελβετό Hug (Guay 2005).
[D17]. Nathan Tamblyn 2013.
[D18]. Internet Encyclopedia of Philosophy, s.v. Madhyamaka Buddhist Philosophy (https://iep.utm.edu/madhyamaka-buddhist-philosophy/); Stanford Encyclopedia of Philosophy, s.v.
Madhyamaka (https://plato.stanford.edu/ENTRIES/madhyamaka/).
[D19]. Neale 2014, pp. i-iv; Jing Huang and Jonardon Ganeri 2021, n. 9.
[D20]. Vogt 2021, p. 57 f.e.
[D21]. Κατά τον Ηράκλειτο: (1) όλα αλλάζουν συνεχώς και (2) τα αντίθετα πράγματα είναι πανομοιότυπα, έτσι ώστε (3) όλα είναι και δεν είναι ταυτόχρονα. Με άλλα λόγια, η καθολική ροή και η ταυτότητα των αντιθέτων συνεπάγονται την άρνηση του νόμου της μη αντιφάσεως!
[D22]. Vöhler, Fuhrer and Frangoulidis 2021.
[D23]. Sistakou 2021.
[D24]. ΣτΜ: δηλ. «δεν τραγουδάω τίποτε που να μην είναι τεκμηριωμένο», fr. 612 Pf, Βλ.: https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/encyclopedia/hellenistic/page_082.html.
[D25]. ΣτΜ: ο Καλλίμαχος, επί παραδείγματι, στα Αἴτια αναφέρεται σε κάποιον Ξενομήδη ως ενδεχόμενη πηγή για την ιστορία του Ακοντίου και της Κυδίππης (Καλαφάτης 2019, σελ. 34, σημ. 70) .
[D26]. Barbantan 2003, n. 4; Stephens 2003, p. 113.
[D27]. Jing Huang and Jonardon Ganeri 2021.
[D28]. Κονιδάρης 2024b.
[D29]. Kubica 2021, pp. 145-147.
[D30]. Sanskrit; Pali: Apadāna είναι το όνομα που δόθηκε σε έναν τύπο βουδιστικής λογοτεχνίας που συσχετίζει τις ενάρετες πράξεις προηγούμενων ζωών με τα επόμενα γεγονότα.
[D31]. https://iep.utm.edu/madhyamaka-buddhist-philosophy/ & https://plato.stanford.edu/ENTRIES/madhyamaka/}.[D31]

ΕΙΚΟΝΕΣ

Καθήμενος Βούδας Shakyamuni σε διαλογισμό με φλεγόμενους ώμους (περίοδος έξη δυναστειών, Κίνα, τρίτος με τέταρτο αι. μ.Χ., επίχρυσος ορείχαλκος, Arthur M. Sackler Museum)
Seated Shakyamuni Buddha in meditation with hands in pensive gesture and with flaming shoulders (Gandhara type), gilt bronze, presumably from Hebei Province. Six Dynasties period, ca. 3 00. F x 24 x 13 cm. Arthur M. Sackler Museum, Harvard University Art Museums (object number 1943.53.80.A).
https://harvardartmuseums.org/collections/object/204074
https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Seated_Buddha_Shakyamuni_in_Meditation_with_Flaming_Shoulders,_China,_Gandharan_style,_Six_Dynasties_period,_3rd_to_early_4th_century_AD,_gilt_bronze_-_Arthur_M._Sackler_Museum,_Harvard_University_-_DSC00886.jpg

Χυτό διακοσμητικό προσωπείο του Ωκεανού από το Tepe Sardar (αρ.) και το Mes Aynak (δεξ.) (Stein et al. 2017, fig. 63)

Buddha probably Sakhyamuni MET 1974.268.8a–c
https://www.metmuseum.org/art/collection/search/61820


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Kuzminski, Α. 2008. 
Pyrrhonism: How the Ancient Greeks Reinvented Buddhism, Lexington Books.

Beckwith, C. I. 2015. Greek Buddha: Pyrrho's Encounter with Early Buddhism in Central Asia, Princeton University Press.

Winter, F. 2017. Rev. of C. I. Beckwith, Greek Buddha: Pyrrho's Encounter with Early Buddhism in Central Asia, in Reading Religion: A Publication of the American Academy of Religion, < http://readingreligion.org/books/greek-buddha> (13 October 2019).

Blomqvist, J. 2016. Rev. of C. I. Beckwith, Greek Buddha: Pyrrho's Encounter with Early Buddhism in Central Asia, in Bryn Mawr Classical Review 2016.02.32. (http://bmcr.brynmawr.edu/2016/2016-02-32.html)

https://www.academia.edu/16650758/review_of_Greek_Buddha_by_C._Beckwith
Neale, M. 2016. Rev. of C. I. Beckwith, Greek Buddha: Pyrrho's Encounter with Early Buddhism in Central Asia, Bulletin of SOAS 79/1. 

Batchelor, S. 2016. Rev. of C. I. Beckwith, Greek Buddha: Pyrrho's Encounter with Early Buddhism in Central Asia, in Contemporary Buddhism: An Interdisciplinary Journal 17 (1), pp. 195–215.

Attwood, J. 2012. "Possible Iranian Origins for the Śākyas and Aspects of Buddhism," Journal of the Oxford Centre for Buddhist Studies 3, pp. 47-69.

Johnson, M. R. and B. Shults. 2018. “Early Pyrrhonism as a Sect of Buddhism? A Case Study in the Methodology,” Comparative Philosophy 9 (2), pp. 1-40.

Kazuko Okakura. [1905] 1970. The Ideals of the East with Special Reference to the Art of Japan, Tokyo.

Bett, R. 2000. Pyrrho, His Antecedents, and His Legacy, Oxford.

Trowbridge, J. 2004. “Scepticism and Pluralism. Ways of Living a Life of Awareness as Recommended by the Zhuangzi” (diss. Univ. of Hawai).

Halkias, G. T. 2015. "The Self-immolation of Kalanos and other Luminous Encounters Among Greeks and Indian Buddhists in the Hellenistic World," Journal of the Oxford Centre for Buddhist Studies 8, pp. 163-186.

Lane Fox, R. 2011. “The first Hellenistic Man,” in Creating a Hellenistic World,  ed. A. Erskine and Lloyd Llewellyn-Jones, Swansea, pp. 1-30.

Fowler, D. 1999. The mathematics of Plato’s academy, Oxford.

Pettipiece, T. 2009. "The Buddha in Early Christian Literature," in Millennium 6/2009. Yearbook on the Culture and History of the First Millennium C.E., Berlin / New York, pp. 133-143.

https://oi.uchicago.edu/preserving-cultural-heritage-afghanistan
Stein, G. J., M. T. Fisher, A. Hafiz Latify, N. Popal, and N. Hatch Dupree, eds. 2017. Preserving the Cultural Heritage of Afghanistan, The Orienta Institute, Chicago.

https://www.jstor.org/stable/44362247
Fumio, E. 2000. Rev. of R. Salomon, Ancient Buddhist Scrolls from Gandhara: The British Library Kharosthi Fragments, in The Eastern Buddhist (New Series) 32 (1), pp. 157-166.

Salomon, R.  1999. Ancient Buddhist Scrolls from Gandhara: The British Library Kharosthi Fragments, University of Washington Press. 

Bhikkhu Sujato 2012. Sects & Sectarianism, the origins of buddhist schools, Taiwan.

https://books.google.gr/books?redir_esc=y&hl=el&id=lTS2zl10EHYC&q=Helios#v=snippet&q=Helios&f=false
https://museum.classics.cam.ac.uk/collections/casts/temple-athena-ilion-helios-metope
Webb, P. A. 1996. Hellenistic Architectural Sculpture: Figural Motifs in Western Anatolia and the Aegean Islands, Wisconsin University Press. 

Schulz, D. 2015. “Colors in the oases: The Villa of Serenos,” Egyptian Archaeology 46, pp. 22-26.

Cribiore, R., and P. Davoli. 2013. “New Literary Texts from Amheida, Ancient Trimithis (Dakhla Oasis, Egypt),” Zeitschrift für Papyrologie und Epigraphik 187, pp. 1-14.

Shevchenko, T. 2019. “Attributes of the Mother of the Gods on Terracottas from Olbia Pontike and Asia Minor,” ADALYA 22, pp. 201-221.

Carus, P. 1908. “Greek Sculpture: The Mother of Buddhist Art,” The Open Court, pp. 307-315.
https://opensiuc.lib.siu.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=2230&context=ocj

Derrida, J. 1972. La dissémination, Paris.

https://thecjbs.org/wp-content/uploads/2019/07/Feb-22_Buddhism-and-Orality_Li.pdf
Jingjing Li. 2019. “Buddhism and Orality, A Talk by Dr. Caley Smith at McGill University, ” Canadian Journal of Buddhist Studies 14, pp. 103-105.

Havelock, E. A. 1963. Preface to Plato I: A History of the Greek Mind, Massachusetts.

Κονιδάρης, Δ. υπό έκδοση β'. Αιγαιακοί Μύθοι, Έπος και Ελληνική Εθνογένεση, Αθήναι.

Hatab, L. J. 2007. "Writing Knowledge in the Soul: Orality, Literacy, and Plato’s Critique of Poetry," Epoché 11 (2), pp. 319–332.

McEvilley, T. 2002. The Shape of Ancient Thought: Comparative Studies in Greek and Indian Philosophies, New York.

https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/Conatus/article/view/25939/24627?fbclid=IwAR0QK26SdTvZreHRh2hC2InAYO34gXZmd0bnluu6YRjJznNTQnxYBp90eHw
Dimou, N. 2022. "The Two 'Greek Buddhas'," Conatus 7 (2), pp. 79-86. 

https://scholarworks.sjsu.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=1246&context=comparativephilosophy&fbclid=IwAR0sFAdeom1x9RzgHor5WnZQ9HsmLoKmbxl_8OYiTLcnMAW9g551XUiyiDk
Johnson, M. R. and B. Shults. 2018. "Early Pyrrhonism as a Sect of Buddhism? A Case Study in the Methodology of Comparative Philosophy," Comparative Philosophy 9 (2), pp. 1-40.

Beckwith, C. I. 2012. Warriors of the Cloisters: The Central Asian Origins of Science in the Medieval World, Princeton University Press.

https://viewer.content-select.com/pdf/viewer?ip=94.66.136.224&id_type=isbn&identifiers=9783161564307&signature=43073a37b57d882016204d66614492c322f7bb14&frontend=1&language=eng&fbclid=IwAR2AuNUsk98qMj2J-x5XEqQxPd4_7B0FhBb9-Rb5NPn0Ef5_clmAOPzq3Wg
Vogt, K. M., ed. 2015. Pyrrhonian Skepticism in Diogenes Laertius: Introduction, Text, Translation, Commentary and Interpretative Essays (SAPERE XXV), Germany.

Warren, J. 2015. "Precursors of Pyrrhonism: Diog. Laert. 9.67–73," in Pyrrhonian Skepticism in Diogenes Laertius: Introduction, Text, Translation, Commentary and Interpretative Essays (SAPERE XXV), ed. K. M. Vogt, Germany, pp. 105-122.

Beckwith, C. I. 2012. Warriors of the Cloisters: The Central Asian Origins of Science in the Medieval World, Princeton University Press.

https://katjavogt.github.io/selected-papers/
Vogt, K. M. 2021. "No More This Than That: Pyrrhonian Indeterminacy," Midwest Studies in Philosophy 45, pp. 57-76.

https://www.degruyter.com/document/doi/10.1515/9783110715811/html?fbclid=IwAR0DcsYhcNvqtB60U-ZVXA9_VYbU1oKWHyc-sxCnFdU-A2SysUH-kDhuqYo#contents
Vöhler, M., T. Fuhrer and S. Frangoulidis, eds. 2021. Strategies of Ambiguity in Ancient Literature (Trends in Classics - Supplementary Volumes 114), Berlin / Boston.

Sistakou, E. 2021. "Borges in Alexandria? Modes of Ambiguity in Hellenistic Poetry," in Strategies of Ambiguity in Ancient Literature (Trends in Classics - Supplementary Volumes 114), ed. M. Vöhler, T. Fuhrer and S. Frangoulidis, Berlin / Boston, pp. 101-122.

https://dnkonidaris.blogspot.com/2020/12/blog-post.html
Κονιδάρης, Δ. Ν. 2023. "ΠΟΛΥΣΗΜΙΑ & ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΞΕΛΛΗΝΙΣΜΕΝΗ ΑΝΑΤΟΛΗ: ΜΙΑ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ SENGUPTA & ΟΧΙ ΜΟΝΟΝ ..," στην ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ, <https://dnkonidaris.blogspot.com/2020/12/blog-post.html> (20 Ιουνίου 2023).

https://www.facebook.com/permalink.php?story_fbid=pfbid02s9TNEDrZi3zpr6uGkiySaiLVbd7WuLQS1Uu4ZrFAoHz7iVYuWctL33Pc5jNWhxbSl&id=100052896971032&__cft__[0]=AZUP1xseMlcYcaD3lNGL6Tc137SMI1o5UZptUJfuL35HrxE2E3soOo10RsAc8Uqxjr57_zMcNEsPPZCvsAp2jKn-lgzP-FG76CaZOAC6rnOVvMOWhQZ58FfbwwogGVoBn3M&__tn__=%2CO%2CP-R
Katsumi Tanabe. 2008b. “A Study of the Buddha’s Coffin in Gandharan Art,” in Scripta antiqua III. Ancient History, Philology, Arts and Material Culture. E. V. Rtveladze Felicitation Volume, Moscow, pp. 641-653.

https://ikee.lib.auth.gr/record/307731/files/GRI-2019-25632.pdf?fbclid=IwAR0-3yp8b4N8I4Ge5VcwW-25lkFiDVGlCb5BiFzV_kHVWqIQD0yBIJmyalk
Καλαφάτης, Ι. 2019. "Οι Οβιδιακοί Fasti και η παράδοση της διδακτικής ποίησης" (διπλ. εργ. ΑΠΘ).


http://www.diva-portal.org/smash/get/diva2:164388/fulltext01.pdf
Karlsson, K. 1999. Face to Face With the Absent Buddha: The Formation of Buddhist Aniconic Art (Historia Religionium 15), Uppsala.

http://library.navoiy-uni.uz/files/marylin%20martin%20rhie.%20early%20buddhist%20art%20of%20china%20and%20central%20asia.%20vol.1.pdf
Rhie, M. M. 1999. Early Buddhist Art of China and Central Asia I: Later Han, Three Kingdoms and Western Chin in China and Bactria to Shan-shan in Central Asia, Brill, Leiden / Boston.

https://dokumen.pub/qdownload/early-buddhist-art-of-china-and-central-asia-volume-2-the-eastern-chin-and-sixteen-kingdoms-period-in-china-and-tumshuk-kucha-and-karashahr-in-central-asia-9004114998-9789004114999.html
Rhie, M. M. 2002. Early Buddhist Art of China and Central Asia II: The Eastern Chin and Sixteen Kingdoms Period in China and Tumshuk, Kucha and Karashahr in Central Asia, Brill.

https://books.google.gr/books?id=ivE2mpfbNR0C&printsec=frontcover&hl=el#v=onepage&q&f=false
Rhie, M. M. 2010. Early Buddhist Art of China and Central Asia III: The Western Ch’in in Kansu in the
Sixteen Kingdoms Period and Inter-relationships with the Buddhist Art of Gandhāra, Brill, Leiden / Boston.

https://www.jstor.org/stable/3292495
Herbert Abel, D. 1954. "Euripides' Deus ex Machina: Fault or Excellence," The Classical Journal 50 (3), pp. 127-130.

https://www.jstor.org/stable/24049433
Juhyung Rhi. 2009. "The Garuḍa and the Nāgī/Nāga in the Headdresses of Gandhāran Bodhisattvas: Locating Textual Parallels," Bulletin of the Asia Institute (New Series) 23, pp. 147-158.

https://www.thecollector.com/platos-pharmacy-jacques-derrida/
May-Hobbs, M. 2023. "Plato’s Pharmacy: Derrida on Speaking, Writing, and Plato," The Collector, <https://www.thecollector.com/platos-pharmacy-jacques-derrida/> (10 Nov. 2023). 

Κονιδάρης, Δ. Ν. 2020. Οι Χετταίοι και ο κόσμος του Αιγαίου, Αθήνα.

https://journals.calstate.edu/jet/article/view/2336/2109
Harte, R. J. 2018. "Comparison as Poetry: Reading Euripides’ Bacchae and the Zhuangzi," East-West Thought 8 (3), pp. 31-58.

https://www.academia.edu/11828742/Civilisation_at_what_Cost_Heracles_and_the_Ambiguities_of_Progress_in_Hellenistic_Poetry
Nelson, T. J. 2015. "Civilisation at what cost? Heracles and the Ambiguities of Progress in Hellenistic Poetry," presented at Progress in Ancient Literature, AMPAL 2015, <https://www.academia.edu/11828742/Civilisation_at_what_Cost_Heracles_and_the_Ambiguities_of_Progress_in_Hellenistic_Poetry>.  

Barbantan, S. 2003. Rev. of. Susan A. Stephens, Seeing Double. Intercultural Poetics in Ptolemaic Alexandria (Hellenistic Culture and Society 37), in BMCR 2003.06.43, <https://bmcr.brynmawr.edu/2003/2003.06.43/> (18 Nov. 2023).

https://www.jstor.org/stable/10.1525/j.ctt1pp8md
https://books.google.gr/books?id=L2wlDQAAQBAJ&pg=PA113&lpg=PA113&dq=What+constitutes+%E2%80%98truth%E2%80%99+or+%E2%80%98lies%E2%80%99+may+differ+fundamentally+with+one%E2%80%99s+cultural+perspective:+a+Greek+%E2%80%98lie%E2%80%99+can+be+an+Egyptian+%E2%80%98truth%E2%80%99+and+vice-versa&source=bl&ots=aGZU9LRohD&sig=ACfU3U1WdZ7OwdwymcRaPj-1oX4xEHuDdQ&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwi9yfbqx4SEAxVYhP0HHTt4BokQ6AF6BAgvEAM#v=onepage&q=What%20constitutes%20%E2%80%98truth%E2%80%99%20or%20%E2%80%98lies%E2%80%99%20may%20differ%20fundamentally%20with%20one%E2%80%99s%20cultural%20perspective%3A%20a%20Greek%20%E2%80%98lie%E2%80%99%20can%20be%20an%20Egyptian%20%E2%80%98truth%E2%80%99%20and%20vice-versa&f=false
Stephens, S. A. 2003. Seeing Double: Intercultural Poetics in Ptolemaic Alexandria (Hellenistic Culture and Society), University of California Press.

https://www.routledgehandbooks.com/pdf/doi/10.4324/9781315108513-22
Kubica, O. 2021. "Reading the Milindapañha," in The Graeco-Bactrian and Indo-Greek World, ed. R. Mairs, pp. 430-445.

Κονιδάρης, Δ. Ν. 2023. "Ο Διόνυσος - Ηρακλής ως Μορφή της Ελληνίζουσας Οικουμένης από την Αρχαιότητα ως την Αναγέννηση και μέχρι σήμερα .." ΑΝΑΖΉΣΗ, <https://dnkonidaris.blogspot.com/2022/03/dionysus-heracles-as-character-of.html> (30 Ιαν. 2024).

https://joaocamillopenna.files.wordpress.com/2018/03/steiner-antigones_-how-the-antigone-legend-has-endured-in-western-literature-art-and-thought-1986.pdf
https://epdf.tips/queue/antigones-how-the-antigone-legend-has-endured-in-western-literature-art-and-thou.html
Steiner, G. 1986. How the Antigone Legend has Endured in Western Literature, Art, and Thought, Oxford Paperbacks.

Κονιδάρης, Δ. Ν. 2024. "Η διάρρηξη της αφελφικής σχέσεως Αντιγόνης - Ισμήνης στον Σοφοκλή," ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ, <https://dnkonidaris.blogspot.com/2019/05/blog-post_25.html> (21 Φεβ. 2024).

http://jocbs.org/index.php/jocbs/article/view/47/75
Nathan Tamblyn. 2013. "Parmenides and Nāgārjuna: A Buddhist Interpretation of Ancient Greek Philosophy," Journal of the Oxford Centre for Buddhist Studies 2013 (4), pp. 134-146.

Κονιδάρης, Δ. Ν. 2024b. "Το παράδοξο του πλοίου του Θησέως," ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ<https://dnkonidaris.blogspot.com/2021/07/the-paradox-of-theseus-ship.html> (21 Φεβ. 2024).

https://philpapers.org/archive/HUAITM-2.pdf
Jing Huang and Jonardon Ganeri. 2021. “Is this me? A story about personal identity from the Mahāprajñāpāramitopadeśa / Dà zhìdù lùn,” British Journal for the History of Philosophy 29 (5), pp. 739-762. 

https://ora.ox.ac.uk/objects/uuid:347ed882-f7ac-4098-908f-5bb391462a6c/files/mb97d8ea5c5fe4835af1be555411739ff
Neale, M. J. 2014. "Madhyamaka and Pyrrhonism: Doctrinal, Linguistic and Historical Parallels and Interactions between Madhyamaka Buddhism and Hellenic Pyrrhonism" (diss. Univ. of Oxford).

https://www.lit.auth.gr/sites/default/files/13th_trends_in_classics-titles_and_abstracts-final.pdf
Balla, C. 2019. "Intended Ambiguity in Plato’s Representation of Socrates in the Phaedo," 13th Trend in Cassics International Conference, Indented Amiguity, p. 4 (abstract).

https://books.google.com/books/about/Strategies_of_Ambiguity_in_Ancient_Liter.html?id=QTcYEAAAQBAJ
Vöhler, M., T. Fuhrer and S. Frangoulidis, eds. 2021. Strategies of Ambiguity in Ancient Literature (Trends in Classics - Supplementary Volumes 114), ed. Martin Vöhler, M., T. Fuhrer and S. Frangoulidis, De Gruyter.

Golitsis, P. 2021. "Aristotle on Ambiguity," in Strategies of Ambiguity in Ancient Literature (Trends in Classics - Supplementary Volumes 114), De Gruyter, pp. 11-28.

Sharpe, M. J. and L. S. Davis. 2018. "Notes towards a comparison of Buddhism and Stoicism as Lived Philosophies," academia, Deakin University, Melbourne, <https://www.academia.edu/13037452/Notes_towards_a_comparison_of_Buddhism_and_Stoicism_as_Lived_Philosophies?fbclid=IwY2xjawEb1llleHRuA2FlbQIxMQABHbEfUmqPFdM72wKkR5w01jfp5AEUQRe13OgBp_BMaBeJsu5R6b35mNShMQ_aem_U8gLML_85v_MQOLf90lTHQ> (4 Aug. 2024).

Uday Dokras. nd . "Anthromorphic Image of Lord Buddha and the Greek Contribution," Academia,  <https://www.academia.edu/109560445/Anthromorphic_Image_of_Lord_Buddha_and_the_Greek_Contribution?fbclid=IwY2xjawE0-M1leHRuA2FlbQIxMAABHaM3T_T9xvZMGUembEWwqLmwKwd3rFUvLYg0BRFAd1wOLEOZXJ2EoPPbLA_aem_N7A5ClJX7L8a6Tr8ICWMXw> (23 Aug. 2024).

ΜΙΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ: ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ Payasi Sutta .. ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΙΣ!

εμπλουτισμένο απόσπασμα από το βιβλίο Ο ΚΙΝΕΖΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ, Αθήναι 2020, ISBN: 978-618-84901-0-9

https://www.ceu.edu/sites/default/files/attachment/event/22112/aklandissertationbookletfinal.pdf
Katalin Aklan, A. 2018. "Wandering Lotuses: Parallel Philosophical Illustrations in Late Antique Greek and in Indian Philosophies" (diss. Central European University, Budapest).

https://citeseerx.ist.psu.edu/document?repid=rep1&type=pdf&doi=7e232a33e3f98a475fa03b9fac1bd6cdd4157ae1
Staal, J. F.2008. "Advaita and Neoplatonism. A Critical Study in Comparative Philosophy. University of
Madras, Madras.

p. 236-238:
Almost none of the (mainly French) scholars who based their investigations upon the famous thesis of Bréhier seem to know that the main points made by Bréhier were convincingly refuted by Armstrong. We have therefore grouped the two together.
Armstrong correctly summarized the main arguments for Bréhier's thesis that Plotinus must have undergone influence from Indian thought and particularly from the Upaniṣads, as follows. There are two elements in Plotinus which cannot be explained against the Greek background: (1) the infinity of the One and of the intelligible world, which contradicts the traditional Greek, rationalistic idea of the world as a closed and well defined cosmos;
(2) the absence of a clear distinction and separation of the individual ego from the divine principle, connected with the identification of subject and object in the level of the nous. Both doctrines occur in the Upaniṣads. Influence, which is on historical grounds possible, is therefore likely.
Armstrong has criticised these arguments as follows:
(1)  (a) Anaximander's principle of everything was already called ápeiron, ‘the in(de)finite’.

(b) Heraclitus deals with this topic in the following fragment: ‘You will not be able to find the boundaries (peírata) of the soul, whateverbway you go; such a deep lógos she has’, - ‘Here we have something remarkably like the infinite self of Plotinus’.
(c) In V.7. 3 the infinity of the intelligible world is connected with the doctrine that there are also forms of individuals. This is related to the individualism of the Stoa.
(2) (a) The Pre-Socratics did not attribute clear-cut boundaries to the soul.
(b) In the noûs khōristós of Aristotle (De Anima III 5) and in the daímōn ektòs ōn of Plutarch (De genio Socratis 591 e) the idea is expressed that the highest part of the human soul is independent, supra-personal and identical for all human beings...

https://link.springer.com/article/10.1007/s10781-024-09572-w

DOI: 10.13140/RG.2.2.25998.74561

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ - ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: 260424


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου