Πόθεν και πότε οι Έλληνες, σχολιασμός
Το βιβλίο, ο συγγραφέας, η υποδοχή ..
Το ερώτημα Πόθεν και πότε οι Έλληνες δηλαδή "από πού και πότε αυτοί έφθασαν στην χερσόνησο της νοτιοανατολικής Ευρώπης που αποκαλούμε σήμερα μητροπολιτική Ελλάδα"[1] αποτελεί το θέμα που επιχειρεί να πραγματευτεί και απαντήσει ο Θεόδωρος Γιαννόπουλος στο εδώ σχολιαζόμενο βιβλίο του. Έχοντας ολοκληρώσει τι βασικές σπουδές στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών ο συγγραφέας συνέχισε στο Πανεπιστήμιο Χαιδελβέργης όπου εκπόνησε διδακτορική διατριβή σχετική με την τελευταία χρονικώς ομάδα αριστοκρατών της Μυκηναϊκής εποχής, αυτήν της Αχαῒας.[2] Ο συγγραφέας έχει συμμετάσχει σε ανασκαφές υπό τους Maran, Ντούμα κ.ά. ενώ έχει δραστηριότητα επίσης ως μεταφραστής στις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης κ.α. Το βιβλίο φανερώνει την επιμέλεια, σοβαρότητα, ευρυμάθεια και σχολαστικότητα του συγγραφέα, γεγονός αναμενόμενο δεδομένου ότι αυτός εδέχθη την επίδραση και του εκ των κορυφαίων πανεπιστημίου Χαιδελβέργης καθώς και των καταξιωμένων καθηγητών Maran[3] και Χανιώτη[4]. Επίσης άξια αναφοράς είναι και η γλωσσική αρτιότητα του έργου, πλήν ελαχίστων ατελειών - αβλεψιών,[5] καθώς και η πληθώρα των παρατιθέμενων πληροφοριών, που - όμως - κάποιες φορές μοιάζει να συσκοτίζει την εκάστοτε προβαλλόμενη κεντρική ιδέα και την εστίαση κάθε εδαφίου. Ήδη ο συγγραφέας έχει ενταχθεί στο διδακτικό προσωπικό του κρατικού Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου, όπου - μεταξύ των άλλων - διευθύνει τμήμα το οποίο μελετά τις "Ελληνο-Τουρκικές διαφορές"![6]
Το θέμα του βιβλίου έχει από μακρού απασχολήσει την επιστημονική κοινότητα, ίσως όσο δεν έχει γίνει γιά κανέναν άλλο λαό (!), τα δε συμπεράσματα φαίνεται διαχρονικά να σύρονται, με κάποια δυσκολία είναι η αλήθεια, πρός όλο και πιό πρώιμες χρονολογήσεις .. Πράγματι η χρονολογία της 'αφίξεως των Ελλήνων' αρχικώς προσδιορίζετο αρχικώς περί το 1100 π.Χ., κατά την λεγομένη 'κάθοδο' των Δωριέων, όμως μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β΄' αυτή η χρονολογία μετατοπίστηκε στις αρχές της Μυκηναϊκής περιόδου, περί το 1650 π.Χ. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η τότε λήξασα Μεσο-ελλαδική περίοδος ακολουθηθείσα από την Ύστερο-ελλαδική δεν θεωρείται ότι συνοδευόταν από χαρακτηριστικά πολιτιστικής διακοπής .. Από τον Coleman το 2000 αυτή η χρονολόγηση της εισόδου των Ελληνοφώνων στον Αιγαιακό χώρο μετατέθηκε περαιτέρω πρός τα οπίσω, ήτοι στα τέλη της τετάρτης χιλιετίας π.Χ. με το θέμα να ευρίσκεται μέχρι σήμερα υπό διερεύνηση και να συνοδεύεται από πολλές ανατροπές! [7]
Το βιβλίο προβλήθηκε ιδιαίτερα με σειρά ανακοινώσεων, άρθρων και συνεντεύξεων στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, ενώ η τηλεοπτική προβολή από την κρατική τηλεόραση και όχι μόνον, υπήρξε έντονη. Σημαντικές προσωπικότητες δραστηριοποιήθηκαν για την δημοσιοποίηση και προβολή του βιβλίου και των απόψεών του, σε ιδιωτικούς αλλά και δημόσιους χώρους (Μουσεία), μεταξύ αυτών δε ο γνωστός αρχαιολόγος Ντούμας και ο ακαδημαϊκός διεθνούς εμβέλειας Χανιώτης, γνωστοί άλλωστε του συγγραφέα, από τον επιστημονικό χώρο. Μάλιστα το έργο είχε την τιμή να περιληφθεί στα εκδιδόμενα από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σε σειρά ευθύνης του Χανιώτη, παλαιού ακαδημαϊκού διδασκάλου του συγγραφέα στην Γερμανία. Το βιβλίο βραβεύθηκε εν συνεχεία από την Ακαδημία Αθηνών και μάλιστα εντός μηνών από την κυκλοφορία του, αποδεικνύοντας έτσι την ταχύτητα με την οποίαν φαίνεται κάποτε να αντιδρά το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας .. Άν δεν φοβούμην μην περιληφθώ στους θιασώτες αντιλήψεων συνωμοσιολόγων - που τόσον έντονα καταδικάζονται στον πρόλογο του βιβλίου[8] - θα τολμούσα να διατυπώσω την υπόθεση για την ύπαρξη πίσω από αυτήν την εκπλήσσουσα προβολή κάποιας Αόρατης Χειρός - ενορχηστρωτού ή απλώς κοινωνικών διασυνδέσεων!
Σύμφωνα, πράγματι, με το οπισθόφυλλό του βιβλίου το έργο διαθέτει γενικότερη, πολιτική στόχευση, αφού επιχειρεί να επηρεάσει - διαμορφώσει τις απόψεις μας για το παρελθόν μας ως έθνους, απειλώντας και αναθεωρώντας στοιχεία της κοινοτικής (εθνικής) μνήμης και ταυτότητος .. Το έργο δηλώνει ότι επιχειρεί απαντήσεις "μακριά από επικίνδυνες υπεραπλουστεύσεις και ακραίες ιδεοληψίες, από μυθομανείς 'ερευνητές' χονδροειδούς ερασιτεχνισμού ή ενίοτε και αμφίβολης ψυχοπνευματικής ισορροπίας"[9] ενώ στον πρόλογο του επιμελητή της σειράς διακηρύσσεται η εναντίωση και καταδίκη "της ζεύξης της ιστορίας στο άρμα της πατριδοκαπηλίας" γίνεται δε και μνεία σχετικά με "Τα αναρίθμητα παραεπιστημονικά περιοδικά και οι φωνακλάδες τηλεπαπαρολόγοι με τις ειδικές και μοναδικές προσφορές των αποκαλυπτικών βιβλίων τους φροντίζουν για τη διάδοση αυτής της παραεπιστήμης..."[10] Η επιθετική φρασεολογία που συμπληρώνεται και με στοιχεία γκουλάγκ, θα μπορούσε ίσως να φοβίσει τους τυχόν αντιδρώντες προς τα συμπεράσματα της νέας επιστήμης, τοποθετώντας τους στην αλλόκοτη πλευρά προς αποφυγήν, άν όχι και στην χορεία των πνευματικώς νοσούντων και ανισορρόπων![11] Είναι χαρακτηριστική η διάθεση του βιβλίου και των παραγόντων εκδόσεώς του να στραφούν εναντίον στοιχείων της κοινοτικής (εθνικής) μνήμης των Ελλήνων, όταν σε διεθνή κλίμακα οι κλασικές σπουδές δέχονται ευρεία και άμεση επίθεση, με το πρόσχημα του αντι-αποικισμού ή, πρόσφατα, του κινήματος η 'ζωή των μαύρων μετρά' και του 'ακυρωτικού / αναθεωρητικού πολιτισμού' (cancel culture).[12]
Χαρακτηριστικό του κλίματος υποδοχής του βιβλίου, που έτσι ενισχύει τις ανησυχίες μας για την ύπαρξη πολιτικής στοχεύσεώς του, είναι άρθρο των Νέων της 18.11.2013,[13] σχετικό με την παρουσίαση του έργου όπου μεταξύ κορώνων κατά ακροδεξιάς[14] κλπ. αναφέρονται τα εξής:
Όμως για τον συγγραφέα Θεόδωρο Γιαννόπουλο, ο πολυχρησιμοποιημένος όρος 'ινδοευρωπαϊκός' είναι απλώς δηλωτικός μιας ομάδας με κοινά γλωσσικά χαρακτηριστικά.
«Μήπως μπορείτε να μας πείτε γιατί σε αυτήν την περιοχή αναπτύχθηκαν αυτός ο εκλεκτός πολιτισμός και η Δημοκρατία;», η ερώτηση του θεατή, συμπύκνωνε, μια θέση που συχνά ακούμε τελευταίως.
Ο κ. Ντούμας δεν άφησε περιθώρια:
"Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως σε κάθε κοινωνία υπάρχουν κύκλοι ακμής και παρακμής. Να πω εδώ ότι η Δημοκρατία γεννήθηκε από τις συνθήκες που λειτούργησαν στον νησιωτικό κόσμο, στον οικισμό της Πολιόχνης στη Λήμνο ας πούμε έχουμε αίθουσα συναθροίσεων για θρησκευτικούς ή πολιτικούς λόγους. Η Δημοκρατία (ως εξέλιξη) είχε σπέρματα στα νησιά όπου δεν είχαμε αγροτικά πλεονάσματα, και άρα έχουμε συγκέντρωση εξουσίας, αλλά ναυτιλία και εμπόριο".
Έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί εδώ η διάθεση του Ντούμα να αποσυσχετίσει, άν και υπόρρητα και με περίσσειαν αιδώ, τον Ελληνικό παράγοντα από την Δημοκρατία, θεωρώντας την ως αυτόματη αντανάκλαση των υλικών συνθηκών, και συσχετίζοντάς την με την ίσως μη Ελλαδική (;) Λήμνο.
Χεττιτική, Ελληνική, Κινεζική γλώσσα ...
Εσφαλμένη φαίνεται η άποψη του Θ. Γιαννόπουλου ο οποίος στο βιβλίο του 'Πόθεν και πότε οι Έλληνες;' του 2012 υποστηρίζει (στην σελ. 99):
"τα πιο πρώιμα χεττιτικά κείμενα, χρονολογούμενα στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ., αντιπροσώπευαν (και ακόμη αντιπροσωπεύουν) τα αρχαιότερα γραπτά ίχνη της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας", συμπληρώνοντας (στην σελ. 358):
“Σε αυτή την πόλη [Kültepe] .. έχουν βρεθεί τα πρωιμότερα ίχνη της χεττιτικής γλώσσας..”
Η αναφορά βασίζεται στην παρατήρηση του Watkins[15] ότι σε Ασσυριακό κείμενο του Kültepe, χρονολογούμενο στον 19/18 αι. π.Χ., περιέχεται τουλάχιστον μία Χεττιτική λέξη (išḫiul ήτοι συμβόλαιο)! Το εξαιρετικά τραβηγμένο αυτό συμπέρασμα ‘βασίζεται’ λοιπόν στην ανεύρεση μίας Χεττιτικής λέξεως (;) σε Ασσυριακό κείμενο για να καταλήξει στην πρόταξη της Χεττιτικής ως της πρώτης μαρτυρούμενης Ινδο-ευρωπαϊκής γλώσσας, όταν οι Χετταίοι κάνουν την εμφάνισή τους στο ιστορικό προσκήνιο μόλις το 1650 π.Χ. περίπου, σύγχρονοι με τους Μυκηναίους! Εκπλήσσουσα εμφανίζεται, άλλωστε, η άνευ αποτελέσματος προσπάθεια - διάθεση του συγγραφέα να αναζητήσει ίχνη της Χεττιτικής ακόμη και την τρίτη χιλιετία, χωρίς όμως το μάταιον του εγχειρήματος να αποθαρρύνει τον ερευνητή μας.[15a]
Σχετικώς σημειώνουμε την ύπαρξη της σφραγίδας του Beycesultan στην Λουβιανή από τις αρχές της δευτέρας χιλιετίας π.Χ., αλλά και των Κρητικών ιερογλυφικών επιγραφών, οι οποίες από τον Woudhuizen θεωρήθηκαν επίσης ως Ινδο-ευρωπαϊκές και οι οποίες είναι ακόμη παλαιότερες![16] Αξιοσημείωτο είναι, τέλος, να αναφέρουμε ότι η Μυκηναϊκή Γραμμική Β' μαρτυρείται από τον 17/15 αι. π.Χ.,[17] με συνεχή και ευρεία παρουσία, χωρίς όμως η ύπαρξή της να αξιολογείται σχετικώς!! .. Επίσης δεν γίνεται αναφορά στην πιθανολογούμενη χρήση μέσων γραφής από τους Μυκηναίους, τα οποία λόγω της φύσεώς τους δεν κατέστη δυνατόν να διατηρηθούν, αφήνοντας όμως σημαντικά ίχνη![18]
Δίπτυχο από το ναυάγιο της Αντιφέλλου: το 'πρώτο' βιβλίο του κόσμου
Υπογραμμίζεται σχετικώς η διαφαινόμενη διάθεση του συγγραφέα να επιμηκύνει προς το παλαιότερον την ιστορία της Χεττιτικής γλώσσας,[19] στηριζόμενος προς τούτο σε ανεπαρκή και σποραδικά στοιχεία. Σημειώνεται εδώ παρεπιμπτόντως ότι ο Κεμάλ Ατατούρκ είχε την επιθυμία να συνδέσει τεχνητά τους Τούρκους με το Χεττιτικό παρελθόν και να εφοδιάσει το νέο έθνος με μιάν ιστορία που θα τους έδινε περηφάνια δείχνοντας ότι αποτελούσαν ένα αρχαίο και πολιτισμένο έθνος.[20] Ενώ λοιπόν το εδώ σχολιαζόμενο βιβλίο εμφανίζεται να συνοδοιπορεί με τις παραπάνω Κεμαλικές θέσεις,[21] χωρίς την απαραίτητη αρχαιολογική θεμελίωση, στα αφορώντα στην Ελληνική γλώσσα εμφανίζεται με διάθεση περιορισμού του χρονικού εύρους της, ενώ δεν διστάζει, υπόρρητα, να θέσει υπό αμφισβήτηση την Ελληνικότητα της Μακεδονικής διαλέκτου,[22] αντίθετα προς τα υπάρχοντα στοιχεία.
Όμως η προδιάθεση του συγγραφέως να μειώσει χρονικά και να υποβαθμίσει εν γένει τον πολιτισμό του Αιγαίου εμφανίζεται και αλλού. Υπακούων προφανώς στο "σύμπλεγμα του 3000 π.Χ." και την "φοβία της Ανατολής"[23] φθάνει να δηλώσει:[24]
Περί το 3000 π.Χ, ενόσω στην Αίγυπτο λάμβανε χώρα η μετάβαση από την Προδυναστική φάση στην πρώιμη φαραωνική περίοδο και στην Μεσοποταμία η αντίστοιχη από την ύστερη φάση του πολιτισμού Ουρούκ στην εκεί Πρώιμη Δυναστική, στο Αιγαίο η Εποχή του Λίθου έδινε την θέση της σε αυτήν του Χαλκού.
Τα υποστηριζόμενα στο ανωτέρω απόσπασμα αναφορικά με τον Αιγυπτιακό και τον Αιγαιακό πολιτισμό θεωρούμε ότι απηχούν σαφή προκατάληψη η οποία στηρίζεται σε παραμορφωμένη εικόνα της πραγματικότητας.Οι νεολιθικοί οικισμοί στην Αίγυπτο εμφανίζονται στο (προ-) ιστορικό προσκήνιο περίπου δύο χιλιετίες αργότερα από τους αντιστοίχους του Αιγαίου - της Κρήτης συμπεριλαμβανομένης - όπως άλλωστε έχει τονίσει ο Θεοχάρης, δηλώνοντας επί λέξει:[25]
"…η Νεολιθική στην Ελλάδα άρχισε δύο χιλιάδες χρόνια περίπου νωρίτερα από ό,τι στην Αίγυπτο!"
Είναι αξιοσημείωτο, άλλωστε, ότι η αστικοποίηση έλαβε χώραν στο Αιγαίο παλαιότερα αλλά και σε πιό έντονο βαθμό από ό,τι στην Αίγυπτο,[26] ενώ η Εποχή του Χαλκού στο αρχιπέλαγος χρονολογείται πλέον από το 3500 π.Χ.[27]. Πράγματι τα παλαιότερα χάλκινα αντικείμενα (πελέκεις) στον Ελλαδικό χώρο χρονολογούνται πρίν το τέλος της Νεολιθικής,[28] ενώ η εκμετάλλευση των ορυχείων Θορικού εκτιμάται ότι είχε ήδη αρχίσει περί το 3000 π.Χ.[29]
Άξια αναφοράς εδώ είναι και η παρατήρηση του Γιαννόπουλου στο ίδιο βιβλίο του σύμφωνα με την οποία (σελ. 124-125):
"Με αυτόν τον τρόπο, η ελληνική γλώσσα γινόταν η δεύτερη αρχαιότερη καταγεγραμμένη γλώσσα της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας (μετά την χεττιτική) και, μαζί με την κινεζική, η παλαιότερη καταγεγραμμένη γλώσσα στον κόσμο που ομιλείται συνεχώς μέχρι σήμερα."[30] Σημειώνεται παρενθετικά ότι στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η Ευθυμίου η οποία, μεταξύ άλλων σε σχετικό μάθημά της, αναφέρεται στην παλαιότητα της κινεζικής γλώσσας, λέγοντας επί λέξει: "Από τις 6500 γλώσσες που ομιλούνται στη γή, κατά την Unesco σήμερα, μόνο δύο γλώσσες έχουν το χαρακτηριστικό που θα σας πώ, δηλαδή είναι ζωντανές μέχρι σήμερα, ομιλούνται δηλ. μέχρι σήμερα και τις παρακολουθούμε γραπτά επί τουλάχιστον 3500 χρόνια.."[30a] Όμως και επ' αυτού υπάρχουν ενστάσεις. Πράγματι οι μαντικές επιγραφές επί οστών ή οστράκου (καυκάλου) χελώνας περιελάμβαναν σύντομα μαντικά κείμενα, χρονολογούντο δε από το 1300/1200 π.Χ. περίπου.[31] Πέραν του ότι χρονικώς φαίνεται να ακολουθούν τα σωζόμενα κείμενα Γραμμικής Β', δεν αποτελούν γραπτή έκφραση της ΄κινεζικής' γλώσσας, μιάς και τέτοια (΄κινεζική' γλώσσα) δεν υπάρχει ούτε στην σύγχρονη εποχή, ούτε - πολύ περισσότερο - κατά την περίοδο της δυναστείας Shang βασιλεύουσας άλλωστε σε μικρό τμήμα της σύγχρονης Κίνας.[32] Μάλιστα η Κινεζική δεν συνιστά γλώσσα αλλά οικογένεια γλωσσών (Σινοθιβετιανή), της οποίας οι κλάδοι είναι μη κατανοήσιμοι μεταξύ των ομιλητών τους ... Επισημαίνεται επιπρόσθετα ότι οι προαναφερθείσες σύντομες μαντικές επιγραφές περιλαμβάνουν ιδεογράμματα συσχετιζόμενα μεν με τα σύγχρονα, αλλά ελάχιστες πληροφορίες δίδοντα για την γλώσσα καθ' εαυτήν όντας κυρίως σύμβολα γραφής και όχι μέσα ηχητικής απεικονίσεως γλώσσας. Η φωνητική αναπαραγωγή της 'παλαιάς κινεζικής' παραμένει σήμερα προβληματική, η δε γλώσσα υπέστη από τότε σημαντικές τροποποιήσεις, ώστε η αντιμετώπισή της ως της αυτής γλώσσας διαχρονικά να καθίσταται το ολιγότερον προβληματική![33] Σημειώνεται, τέλος, ότι η Κίνα ως πολιτιστική και πολιτική κοινότητα ή συλλογικότητα αναδύεται - μορφοποιείται μετά την εγκατάσταση της δυναστείας των Qin και την έναρξη και ωρίμανση της διαδικασίας ομογενοποιήσεως διακριτών πληθυσμών. Έτσι όταν χρησιμοποιείται ο όρος ‘εθνικότητα’ ή ακόμη και ο όρος ΄Κίνα’ πρίν από αυτήν την περίοδο θα πρέπει να γίνεται αντιληπτός διασταλτικά ως αντιστοιχών σε μια πραγματικότητα που διαμορφώθηκε αργότερα, ή ως απλά γεωγραφικός / περιγραφικός.
Η διαμόρφωση του Ελληνικού έθνους ...
Ο συγγραφέας διακηρύσσει την απομέρους του αποδοχή της θέσεως ότι Οι συνθήκες που οδήγησαν στην δημιουργία των Ελλήνων ως ομάδας ανθρώπων με σαφή αντίληψη κοινής ταυτότητας μπορούν να εντοπισθούν για πρώτη φορά επιστημονικά μόλις την 1η χιλιετία π.Χ.,[34] εντασσόμενος έτσι στην χορεία των αμφισβητούντων την ύπαρξή του παλαιότερα[35] .. Αξιοσημείωτο είναι εδώ ότι ο Γιαννόπουλος αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να αποκαλυφθούν στο μέλλον τεκμήρια πιστοποιούντα την παλαιότητα που αμφισβητεί, όμως κατά την άποψή μας πρόκειται για ελιγμό αθωώσεώς του .. Πρός υποστήριξη της σχετικής απόψεώς του ο συγγραφέας παραπέμπει κατά βάσιν στον Lund. Ο τελευταίος υπήρξε Δανός κλασικός φιλόλογος, Λατινικής και Νέας Ελληνικής, με σπουδές στο Lund, το ΑΠΘ και το Ρωσσικό Καλίνινγραντ, διετέλεσε δε επισκέπτης λέκτωρ σε ερευνητικά ιδρύματα και πανεπιστήμια όπως η Ακαδημία Επιστημών της ΛΔΓ στο Βερολίνο.[36] Έχει την σημασία του να σημειώσουμε ότι ο ίδιος Lund, αρνούμενος στους Έλληνες την συνείδηση εθνικής ταυτότητος πρίν την πρώτη χιλιετία π.Χ.,[37] σε άλλο έργο του ερευνά,[38] χωρίς δεύτερη σκέψη, άν "Υπάρχουν ενδείξεις λατρευτικών ανδρικών ενώσεων των πρώτων γερμανικών λαών στην 'γερμανία' του Τάκιτου;", ήτοι την περίοδο 56-120 μΧ., άν και Γερμανική γλώσσα μαρτυρείται γραπτώς μόλις από τον τέταρτο αι.! Ο ίδιος λοιπόν που διερευνά στοιχεία Γερμανικής ταυτότητος στην αυγή της μεταχριστιανικής εποχής, υιοθετεί επίσης χωρίς να ενοχλείται τον όρο 'Ινδο-Γερμανικός' αντί του φυλετικώς ουδέτερου 'Ινδο-ευρωπαϊκός' χωρίς ούτε αυτό να φαίνεται να ενοχλεί τον συγγραφέα μας ...
Πρίν κλείσουμε την παρούσα συνοπτική αναφορά σε ένα μεγάλο θέμα σημειώνουμε επιπρόσθετα:
(α) Οι Έλληνες, ή έστω σημαντική πληθυσμιακή συνιστώσα τους, αποκαλούνται κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (ΥΕΧ) από τους Χετταίους με το συλλογικό όνομα Αχιγιάβα - Αχαιοί,[38a] όρος ο οποίος ενδέχεται να περιελάμβανε και την Κρήτη, δεδομένης της εκεί επικρατήσεως των Μυκηναίων, η δε εδαφική επικράτειά τους τότε εμφανίζεται συγκρίσιμη με αυτήν του πυρήνα της Χεττιτικής αυτοκρατορίας,
Προσεγγιστική απεικόνιση Μυκηναϊκής επικράτειας (όπως αυτή εγίνετο αντιληπτή από τους Χετταίους) και πυρήνας Χεττικού κράτους[39]
Κρατίδια της Δυτικής Μικράς Ασίας[40]
(β) Σε πληθώρα πινακίδων της ΥΕΧ και της Εποχής του Σιδήρου (ΕΣ) υπάρχουν επίσης ονοματικές αναφορές με βάση την ρίζα 'Αχαιός' (Que, Hiyava, Kawa, Qawe, Quwe, Que, Hiyawa ή Hume)[41] ή 'Δαναός' (Dnnym),[42] σε κάποιες δε περιπτώσεις η χρήση φαίνεται να υπονοεί ισοδυναμία των όρων Δαναοί - Αχαιοί. Οι αναφορές απαντώνται στην Φοινικική, Λουβιανή αλλά και την ιερογλυφική Αιγυπτιακή,
(γ) βεβαίως και η συλλογική ονομασία των Μινωιτών Κρητών[43] - Κεφτιού είναι επιβεβαιωμένη από πολλές πλευρές, ενώ σχετικές αναφορές υπάρχουν για τους εκ Κρήτης Παλαισάτι (Walastin, Palastin) ..
(δ) Οι Ίωνες αναφέρονται ήδη στα Ομηρικά έπη ως Ἰάονες ἑλκεχίτωνες, Il.13.685 κ.ε., υπάρχουν δε και σχετικές αναφορές σε τουλάχιστον δύο θρυμματισμένες πινακίδες από την Κνωσσό (KN B 164, Xd 146.4), χρονολογούμενες περί το 1400 π.Χ. Μάλιστα πιθανόν αρχαιότερη είναι και αναφορά στην Yman (‘Iωνία’;) σε θρησκευτικά κείμενα της Ευαγορίτιδος. Άλλωστε, σε ύστερη περίοδο ήτοι κατά τον έννατο αι. π.Χ., αναφέρεται ότι ο Ασσύριος Shalmaneser III εκτόπισε από την πόλη τους Jm’an (Ίωνες), Khur (Χούριους) και όλους τους ξένους, συμπεριλαμβανομένου του βασιλέα Nikmed, ο οποίος έτσι φαίνεται να ανήκει σε σειρά (δυναστεία) βασιλέων με το ίδιο όνομα.[44]
Το φαινόμενο Cetina και η έλευση των Ελλήνων...
Ο Muhly και άλλοι ερευνητές έχουν υποστηρίξει την άφιξη των Χετταίων στην Ανατολία κατά τα τέλη της τρίτης χιλιετίας π.Χ.,[45] στα πλαίσια του ίδιου μεταναστευτικού κύματος το οποίο οδήγησε τους 'Ελληνοφώνους' στον Ελλαδικό χώρο .. 'άν και επ' αυτού δεν υπάρχουν αποδείξεις' - όπως χαρακτηριστικά αναφέρει - παρά μόνον, ίσως, η διάθεση μερίδας επιστημόνων να δώσουν ιστορικό βάρος στους Χετταίους .. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην σχετική αναφορά του, μη εδραζόμενη σε υλικά τεκμήρια, ο Muhly ομιλεί για Ελληνόφωνους ή, το πολύ, για Πρωτο-Έλληνες, όταν οι μή υπάρξαντες τότε Χετταίοι αποκαλούνται απλώς με το 'εθνικό' όνομά τους .. Στο ίδιο μήκος κλίματος στο εδώ σχολιαζόμενο βιβλίο η Χεττιτική γλώσσα αναζητείται ήδη στην τρίτη χιλιετία, πλήν ματαίως .. Μήπως αυτό προκύπτει από την διακηρυγμένη διάθεση εκπροσώπων του δυτικού - και όχι μόνον - κόσμου να χαϊδέψουν τα αυτιά των Τούρκων που, ως μή ώφειλε, έχουν επιχειρήσει την σύνδεσή τους με τον αρχαίο λαό ..; Δεν είναι άνευ σημασίας, με την ευκαιρία της αναφοράς μας στον Muhly, να σημειώνουμε εδώ ότι ο προβεβλημένος αρχαιολόγος, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής εκδόσεων του περιοδικού της Βιβλικής Αρχαιολογικής Εταιρείας και πρώην διευθυντής της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα (1997-2002), έχει εκτεθεί με σειρά ανθελληνικών και αντιεπιστημονικών τοποθετήσεών του, οι οποίες αποκαλύπτουν υπερβάλλουσα κακότητα και προκατάληψη ..[46] Η περίπτωσή του όπως και αυτή του Boardman,[47] βαθέως γνώστη της τέχνης των Ελλήνων, αποδεικνύουν ότι ο υπερβολικός όρος 'τηλεπαπαρολόγοι' θα μπορούσε να χαρακτηρίσει όχι μόνον πράγματι υπάρχοντες αμόρφωτους ερασιτέχνες ερευνητές του Ελληνικού τηλεοπτικού τοπίου αλλά και προβεβλημένους επιστήμονες της εποχής μας, ίσως την φορά αυτή άνευ του πρώτου συνθετικού τηλέ!
Αγγείο από το αψιδωτό κτίριο ΙΙ Ολυμπίας (ρυθμού Cetina ή Θερμής Λέσβου ;)[48]
Ο Maran από την πλευρά του το 1998 υποστήριξε την πιθανότητα οι φορείς της (προγονικής έστω μορφής της) Ελληνικής γλώσσας[49] να μετανάστευσαν στο νότιο άκρο της Χερσονήσου του Αίμου κατά την διάρκεια της από αυτόν χαρακτηρισθείσας σκοτεινής τετάρτης π.Χ. χιλιετίας,[50] ενώ πιό πρόσφατα (2012) με βάση την κατά τον ίδιο ύπαρξη αρχαιολογικών μαρτυριών για διείσδυση πληθυσμών από τα δυτικά Βαλκάνια στον νότιο ελλαδικό χώρο κατά την ύστερη τρίτη χιλιετία π.Χ., διατύπωσε το ερώτημα άν αυτές οι πληθυσμιακές ομάδες υπήρξαν φορείς της ελληνικής γλώσσας. ..[51] Πάντως αναφορικά με 'αυτό που έχει αποκληθεί πολιτισμός Cetina'[52] θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι τα διατιθέμενα τεκμήρια για την χρονολόγησή του είναι ελάχιστα και, μάλιστα, τα πλείστα εκτός της κοιτίδας τους και από τοπική πρώτη ύλη,[53] σε κάθε δε περίπτωση η χρονολόγηση που προτείνεται από τον Γερμανο-Εβραίο καθηγητή για την παρουσία του ίχνους τους στον Ελλαδικό χώρο τοποθετείται στην Πρωτο-Eλλαδική (ΠΕ) ΙΙΙ.[54]
Σημειώνεται πάντως εν παρόδω ότι ο όρος κεραμεική Cetina συχνά αποκαλείται Thermi ware.[55] Ο όρος 'κεραμεική της Θερμής (Λέσβου)' επινοήθηκε από τον Trump[56] επί τη βάσει ομοιοτήτων (παχέα χείλη κ.λπ.) οι οποίες διαπιστώθηκαν μεταξύ κεραμεικών της Μάλτας και αυτών της Τροίας Ι και Θερμής. Ο όρος θεωρείται αναχρονιστικός από μερίδα ερευνητών[56] αφού υποστηρίζεται ότι υπάρχει μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ του γνήσιου ρυθμού Θερμής, των αρχών της τρίτης χιλιετίας, και των παραλλήλων του στην Μάλτα, Ιταλία κ.α. του τέλους (;) της ίδιας χιλιετίας. Σημειώνεται ότι οι Cazzella and Recchia υποστηρίζουν ότι το υπόδειγμα για την συγκεκριμένη κατηγορία Μαλτέζικων αγγείων δεν έφθασε στην νήσο (και την κεντρική Μεσόγειο) απευθείας από την Θερμή αλλά από την Πελοπόννησο,[57] αρχική δε πηγή του ρυθμού υπήρξε ο πολιτιστικός κύκλος Τροίας - Θερμής - Πολιόχνης!
Διανομή φιαλών παχέως χείλους & αναγλύφων ανάγλυφων οστέϊνων πλακιδίων στο Αιγαίο και την κεντρική Μεσόγειο[58]
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ακόλουθη σχετική αναφορά των Pacciarelli et al. αναφορικά με την διάχυση του προτύπου στην κεντρική Μεσόγειο:[59]
Εδώ (ενν. σε μικρή νήσο πλησίον των Συρακουσών) πιθανότατα υπήρχε οικισμός ναυτικής κοινότητας, πολιτισμικά διαφορετικής από αυτή του Castelluccio, που χρησιμοποίησε κεραμική με υφολογικές συγγένειες με εκείνη της Μάλτας, της Ολυμπίας, της Λέσβου και άλλων βαλκανικών και αιγαιοπελαγίτικων τοποθεσιών. Οι Cazzella και Recchia πιστεύουν ότι η κεραμεική 'Thermi Ware' (κυρίως κύπελλα με παχύ χείλος, συχνά διακοσμημένα) πιθανότατα μεταφέρθηκε στα νησιά της Μάλτας από μικρές ομάδες ανθρώπων που επεχείρησαν το ταξίδι από την Πελοπόννησο στην κεντρική Μεσόγειο. Τα εγχάρακτα θραύσματα από το Castelluccio και μερικά από αυτά της Ognina πιθανώς να ανήκουν σε αυτήν την φάση, η οποία εκτιμάται ότι εκτείνεται περίπου από το 2300 π.Χ. έως το 2100 π.Χ.
Σημειώνεται επιπρόσθετα σχετική παρατήρηση του Maran και άλλων μελετητών για την πιθανή ύπαρξη επαφών μεταξύ Χερσονήσου του Αίμου και Λέσβου ήδη από το 3000 π.Χ. περίπου,[60] ενώ από τα μέσα της τρίτης χιλιετίας ή και παλαιώτερα χρονολογείται Αιγαιακού τύπο λόγχη με δύο σχισμές ευρεθείσα στο Monte Veneretta - Taormina Σικελίας και πληθώρα άλλων Αιγαιακών ευρημάτων![61] Αξιοσημείωτο είναι, πάντως, ότι η εμφάνιση της 'κεραμεικής του τύπου της Θερμής' στην Μάλτα, αλλά και στην νότια Ιταλική χερσόνησο, φαίνεται να συνοδεύεται από το πέρασμα της νήσου - και της ευρύτερης περιοχής εν γένει - από την νεολιθική στην πρώιμη Eποχή του Xαλκού![62]
Φιάλες από την Μάλτα & Ιταλία του τύπου Cetina / Θερμής[63]
Αναφορικά λοιπόν προς την κεραμεική Cetina / Θερμής, και τα εξ αυτής συμπεράσματα, από μέρους μας υπογραμμίζουμε ότι αυτή φαίνεται να οφείλει χαρακτηριστικά της στην κεραμεική της Θερμής, ενώ οι Δαλματικές ακτές μοιάζουν να αντιπροσωπεύουν έναν από τους προορισμούς / στάδια της διεθνοποιήσεως προτύπων του βορείου Αιγαίου![57] Υποστηρίζεται ότι αυτή η διάχυση προτύπων, αλληλεπίδραση ή και η ενδεχόμενη μετακίνηση πληθυσμών,[64] ίσως συνδέεται με σημαντικό κλιματικό γεγγονός του τέλους της τρίτης χιλιετίας, θα έπρεπε δε μάλλον να συσχετισθεί με την αρχική πηγή - αφετηρία της παρά με έναν από τους προορισμούς όπου εξακτινώθηκε!
Σημειώνεται, πάντως, ότι αψιδωτά κτίρια εμφανίζονται στην ηπειρωτική Ελλάδα ήδη από την Τελική Νεολιθική (4500-3200 π.Χ.),[64a] ενώ στον βορειο-ελλαδικό χώρο αψιδωτά πασσαλόπηκτα κτίρια απαντώνται από την Πρώιμη Χαλκοκρατία (Kαστανάς, Σιταγροί). Στην νότια Ελλάδα χρησιμοποιούνται εντατικά κατά την ΠΕ ΙΙΙ. H χρήση τους κατά την περίοδο αυτή σε οικισμούς, η αρχιτεκτονική συνέχεια των οποίων σημαδεύτηκε από πυρκαγιές περιορισμένης ή ευρύτερης κλίμακας στο τέλος της ΠΕ ΙΙ (Λέρνα ΙΙΙ), αποτέλεσε παλαιότερα για τους ερευνητές ένδειξη αφίξεως νέων πληθυσμών - των 'πρώτων ινδοευρωπαϊκών φύλων' - στην νότια ηπειρωτική Ελλάδα. Η σύγχρονη όμως έρευνα υπογραμμίζει τη χρήση τους ήδη από την ΄Yστερη ΠΕ ΙΙ περίοδο (π.χ. Λέρνα ΙVA, Τίρυνς- φάση 9, Ζυγουριές, Aθήνα). Παράλληλα σημειώνει ότι παρά την προτίμηση κατά την ΠΕ ΙΙΙ στα αψιδωτά, η χρήση ορθογώνιων στενόμακρων κτισμάτων δεν εγκαταλείπεται.[65] Άλλωστε το αφήγημα για την άφιξη στον Ελλαδικό χώρο κατά το τέλος της ΠΕ ΙΙ ινδο-ευρωπαικού φύλου φαίνεται να δέχθηκε ισχυρό πλήγμα από την ανασκαφή του τύμβου στο Αμφείον, ο οποίος εκτιμάται πλέον ότι ευρίσκετο εν χρήσει από την ύστερη ΠΕ Ι ή, έστω, την πρώιμη ΠΕ ΙΙ![66]
Ιταλική χερσόνησος: Θέσεις κλειδιά της τρίτης χιλιετίας με ευρήματα ενδεικτικά Αιγαιακής ή πιθανώς Αιγαιακής συσχετίσεως. A. Camaro (ειδώλια); B. Casone San Severo (διακοσμημένοι οστέινοι αυλοί); C. Grotta Cappuccini (φυλακτό από Spondylus); D. Monte Venere (αιχμή); E. Bingia`e Monti (χρυσό σύρμα με παρλληλα από την Τροία & Πολιόχνη); F. Villafranca Veronese (αργυρά κοσμήματα); G. San Biagio della Valle (εγχειρίδιο); H. Palagonia (εγχειρίδιο)[67]
Εν κατακλείδι από πλευράς μας στο παρόν εδάφιο αποπειραθήκαμε να δώσουμε μιάν εικόνα των αλληλεπιδράσεων στον χώρο της ανατολικής και κεντρικής Μεσογείου σύμφωνα με τις τελευταίες σχετικές έρευνες. Η εικόνα αυτή μακράν απο του να είναι λεπτομερειακή και πλήρης πάντως δεν φαίνεται να δίδει σαφείς και οριστικές απαντήσεις για το θέμα πληθυσμιακών μετακινήσεων της τρίτης χιλιετίας, σαφήνεια που, όμως, υπάρχει στις σχετικές περί Cetina αναφορές του εδώ σχολιαζόμενου βιβλίου! Αξιομνημόνευτο είναι ότι η Maria Hielte έχει υποστηρίξει ότι κατά την εξεταζόμενη περίοδο στην ευρύτερη περιοχή της Χερσονήσου του Αίμου υπήρχαν τμήματα του πληθυσμού μερικώς νομαδικά,
[68] ενώ ο Άκης Τσώνος έχει αναγνωρίζει την διαμόρφωση μιάς
Δυτικής Ηπειρωτικής Κοινής περιλαμβάνουσας τον Δ. Ελλαδικό χώρο μέχρι και την επικράτεια της σημερινής Αλβανίας.
[69] Επισημαίνεται επίσης ότι, κατά την εδώ σχολιαζόμενη περίοδο, έχει διατυπωθεί η υπόθεση για την ύπαρξη στην Ελίκη πλανόδιων 'εγγράμματων' κατασκευαστών πίθων, κατ' αναλογίαν με ότι έχει ήδη προταθεί αναφορικά με την περίπτωση των πλανόδιων τεχνιτών κεραμεικής στην Αργολική πεδιάδα και στην Μινωική Κρήτη κατά την ίδια περίοδο,
[70] αυτή δε η κινητικότητα θα μπορούσε να αποτελεί γενικώτερο φαινόμενο μιάς εποχής έντονων αλληλεπιδράσεων μεταξύ απομακρυσμένων περιοχών! Προσθέτουμε επίσης ότι η Ballan σε πρόσφατη εργασία της απέκλεισε οποιαδήποτε εισβολή στον Ελλαδικό χώρο κατά τα τέλη της τρίτης χιλιετίας,
[71] ενώ η κεντρική θέση του πόλου Τροίας - Πολιόχνης - Θερμής έχει υποστηριχθεί εμφατικά.
[72]
Παρ' όλα αυτά στο εδώ σχολιαζόμενο βιβλίο η 'προώθηση (και εν τέλει κατάπλευση [«κάθοδος»]) προς νότον των φορέων του πολιτισμού Cetina στα τέλη της 3ης χιλιετίας' θεωρείται 'αρχαιολογικώς τεκμηριωμένη' μάλιστα δε διατυπώνεται η εκτίμηση ότι αυτή η «κάθοδος» ... επρόκειτο να διασωθεί με παρεφθαρμένο τρόπο στην μυθολογική παράδοση περί της Καθόδου των Δωριέων'!![73]
Καταληκτικές παρατηρήσεις ..Μιά ενδελεχής παρουσίαση των σημείων διαφωνίας μας και ανασκευή των, κατά την άποψη του γράφοντος, εσφαλμένων απόψεων θα απαιτούσε πολύ χρόνο και δεν θα ολοκληρωθεί εδώ. Έτσι εν κατακλείδι θα αναφερθούμε σε λίγα ακόμη σημεία διαφωνίας, τα οποία ίσως φωτίζουν περαιτέρω την στάση του συγγραφέα απέναντι στην Αιγαιακή (προ-) ιστορία.
Με περισσή ευκολία και βεβαιότητα υποστηρίζεται ότι ο Renfrew έθεσε τέλος στην άποψη για την ύπαρξη επαφών μεταξύ των Μυκηναίων και του κύκλου Wessex, αποδίδοντας στον δεύτερο χρονολόγηση πρωιμότερη του πρώτου κατα 300 έτη περίπου.[74] Αυτή η χρονολόγηση όμως αμφισβητήθηκε έντονα εν συνεχεία, συρρικνωθείσα ήδη στον ένα αιώνα,[75] ενώ η φάση Wessex ΙΙ άνθισε ακόμη και μετά το 1400 π.Χ., όπως απεδέχθη άλλωστε και ο ίδιος ο Renfrew[76] Σημειώνεται άλλωστε ότι τα πλείστα ταυτοποιήσιμα εγχειρίδια και εγχειρίδια – μαχαίρια προέρχονται από την φάση Wessex II[77] παρέχοντας έτσι άνετη την δυνατότητα αλληλεπιδράσεων οι οποίες άλλωστε τεκμηριώνονται πολλαπλώς! Πρόσφατη έρευνα υποστηρίζει ότι οι Μυκηναίοι, μετά την υποχώρηση των Μινωιτών, ανέλαβαν το εμπόριο κασσιτέρου χρησιμοποιώντας ως πηγή τα ορυχεία της Κορνουάλης και ως αποδέκτη την Συρο - Παλαιστίνη .. [78] Σε αντίθεση με τους Μινωίτες, οι Μυκηναίοι έπλευσαν δυτικά και δημιούργησαν αρκετούς εμπορικούς σταθμούς - λιμένες στην Ν. Ιταλία, την Σικελία, την Σαρδηνία και τη Ν. Ιβηρική, οι οποίοι χρησίμευσαν ως πύλες για νέες εμπορικές οδούς προς την Βρετανία και το εσωτερικό της Ευρώπης.
Όμως εντύπωση προκαλεί και η άκριτη υιοθέτηση ξεπερασμένων απόψεων οι οποίες έχουν την τάση να υποβαθμίζουν το χρονικό εύρος και την παλαιότητα οικίσεως των νήσων του Αιγαίου, συνδέοντας την νεολιθικοποίηση του Αιγαίου με την Ανατολία. Έτσι διακηρύσσεται:[79]
'Η απουσία πρώιμων νεολιθικών οικισμών στα νησιά του Αιγαίου υποδηλώνει ίσως πως οι εικαζόμενες μετακινήσεις πληθυσμών υπήρξαν εξαρχής στοχευμένες, με απευθείας προορισμό τις εύφορες πεδιάδες του ελλαδικού χώρου και κυρίως της Θεσσαλίας, αλλά και της Κρήτης (Κνωσός).'
σε πλήρη συμφωνία με ανάλογη άποψη του Ντούμα[80]. Όμως ήδη η αρχαιολογική έρευνα έχει οδηγήσει σε επανεξέταση των ανωτέρω απόψεων οι οποίες στο παρελθόν χαρακτήριζαν την νησιωτική περιοχή ως ‘κενή’ ή ‘στάσιμα νερά’[81] δίδοντας έμφαση στoν ενδoγενή και αυτόχθονα χαρακτήρα αναπτύξεως του Νεολιθικού πολιτισμού στο Αιγαίο,[82] ενώ ο χρονικός ορίζων οικήσεως των νήσων του αρχιπελάγους μετατοπίζεται διαρκώς σε όλο και παλαιότερες περιόδους. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά απόσπασμα των συμπερασμάτων της Κατσαρού - Τζεβελέκη:[83]
Ως γενικό συμπέρασμα, η νέα εικόνα η οποία αναδύεται στην Α. Μεσόγειο της πρώιμης Ολοκαίνου είναι αυτή με ενεργούς πληθυσμούς οι οποίοι εκμεταλλεύονται παρθένους οικοτόπους, αυτή δε η άποψη έχει αντικαταστήσει την παλαιώτερη των κενών νήσων. Στο ίδιο μήκος κύματος ευρίσκονται τα συμπεράσματα των Carter et al.,[84] αλλά και τα ευρήματα του έγκριτου Σάμψων κ.α.[85]!
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ A' - ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΝΒ-ΟΜ-ΚΑΘ ΠΑ
Πέμ 2 Φεβ στις 7:51 μ.μ.
Διάβασα τρέχοντας το άρθρο σας για τον Γιαννόπουλο, έχει πολλά χρήσιμα στοιχεία. Δεν νομίζω όμως πως μπορούμε να ξεπεράσουμε την επίσημη ακαδημαϊκή ιδεολογία, που σε μεγάλο βαθμό βασίζεται στην αγγλο-αμερικανική ιδεολογία.
Χαρακτηριστική είναι κατά τη γνώμη μου η πορεία του L. Colin Renfrew, περιοδικά αλλάζει ύφος καθώς προσπαθεί να μείνει στο προσκήνιο == δεσπόζει στην academia η άποψη του πως στο Αιγαίο η νεολιθική εποχή ήρθε από την Μικρασία (Ανατολή), αυτός όπως στη συνέχεια διατείνεται ότι στο Αιγαίο οι εξελίξεις είναι ενδογενείς ..... Δεν μπορώ να έχω γνώμη για την κάθοδο των Ινδοευρωπαίων μέχρι νεωτέρων αντικειμενικών ανακαλύψεων, παρατηρώ όμως μια γεωγραφική γλωσσική διάδοση αριθμών 100 και kinship όρων (Θυγατέρα) που για μένα πρέπει να συνδέονται με το εμπόριο που χρειάζονται μέτρηση και συγγενικά δίκτυα όπως γίνεται ακόμα και σήμερα με το σύστημα Hawala. Οι δεσπόζουσες ακαδημαϊκες ιδεολογίες δεν αγαπούν το εμπόριο που το καταδικάζουν τόσο διαφορες "καλβινιστικές" (και άλλες θρησκείες) όσο και οι μεγάλοι δυτικοί επιστήμονες με θρησκευτικές και μαρξιστικές ιδεοληψίες. Ασχολήθηκα τελευταίως (βλεπε στο διαδίκτυο) βγάζοντας τέσσερις ψηφιακούς τόμους για τα νησιά του Ειρηνικού Ωκεανού (νησιά έχει και το Αιγαίο). Στην περιοχή της Ινδονησίας οι άνθρωποι ταξίδευαν στη θάλασσα πριν από 40.000 χρόνια (βλέπε Wallacea) και ο περίπλους του Ινδικού Ωκεανού ήταν ακόμα αρχαιότερος.
Αυτά όμως δεν τα παίρνουν ακόμα υπ' όψη του; οι θεωρητικοί της δικής μας αρχαιολογίας, παρ' όλον ότι είναι πια δεδομένο ότι οι Νεάντερταλ ήρθαν πρώτοι στο Αιγαίο, στη Μάνη και στα παράλια του Ιονίου (Κόπακα, Νάξος, Μεγανήσι). Γράφω αυτή την εποχή μια συμβολή στην αρχαιολογία της νησίδος Χριστιανή της Θάσου και συναντώ τις ίδιες δυσκολίες να βάλω στη σειρά τα διάφορα στοιχεία. Τέλος ενδιαφέρον έχει το αν η Ακαδημία αναγνώρισε το βιβλίο του Γιαννόπουλου, επί κυρίας Μαλτέζου και ποιοί διαγράφουν άρθρα από το διαδίκτυο......
φιλικά
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ B' - ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΟ FACEBOOK
https://www.facebook.com/theodoros.giannopoulos.16/posts/pfbid0ErvwCVWMJpZFgVeDjrbY5qo8FpdzMtZHx2ZDHSi1r3RUrtJFo2JN6YhuG4P3E6ckl?__cft__[0]=AZWsChD40FCHI7cMZXYXuQmSc1EjcZ4mHqAmA8XyuLo1-u4bUyA8hcQpXk57qHj3OFyPOmeI2uANlrGoXJhyOU02LtGW9NasQCN5dvf6RjaCZGPRSbghFKrhI3Z3pZ1ZCyHpZsx67UhslDD5KRirWWf1k8Af7xWFkgnONDOPC6Oi7w&__tn__=%2CO%2CP-R
Αν και ο Πέτρος Θέμελης συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με την αρχαία Μεσσήνη, αξίζει να τονιστεί ότι σπουδαία υπήρξε η συμβολή του και στην προϊστορική αρχαιολογία. Υπήρξε, μεταξύ άλλων, ο ανασκαφέας μίας από τις σημαντικότερες προϊστορικές θέσεις του ελλαδικού χώρου που βρίσκεται και αυτή στη Μεσσηνία, στα Ακοβίτικα κοντά στην Καλαμάτα. Εκεί, στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Π. Θέμελης ανέσκαψε δύο πρωτοελλαδικά μέγαρα που ανήκουν στον τύπο των «Κτηρίων με Διαδρόμους», δηλαδή των τεράστιας σημασίας μνημειακών κτισμάτων, ενδεχομένως «πρωτο-ανακτόρων», που εμφανίζονται σε αρκετά σημεία της νότιας Ελλάδας στα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ. (Πρώιμης Εποχής του Χαλκού), περίπου 1000 χρόνια πριν τα μυκηναϊκά ανάκτορα και 2000 χρόνια πριν την αρχαία Μεσσήνη.
Ο λόγος που το όνομα του Π. Θέμελη συνδέεται στην κοινή συνείδηση πολύ περισσότερο με τη Μεσσήνη παρά με τα Ακοβίτικα δεν είναι μόνο τα πιο εντυπωσιακά κατάλοιπα της πρώτης και το αξεπέραστο, πολυετές και πολυεπίπεδο ανασκαφικό και αναστηλωτικό έργο που επιτέλεσε εκεί ο μεγάλος αρχαιολόγος. Σχετίζεται και με την παραδοσιακή θεωρία για το ινδοευρωπαϊκό πρόβλημα και την «έλευση των Ελλήνων» που έχει σαν αποτέλεσμα να εντάσσεται η 3η χιλιετία π.Χ. σε ένα ομιχλώδες, προελληνικό παρελθόν της προϊστορίας του ελλαδικού χώρου, αποκομμένο γλωσσικά και πολιτισμικά από τις μεταγενέστερες εποχές. Κι όμως, αυτή ακριβώς την ιδιότυπη «απομόνωση» του πρωτοελλαδικού πολιτισμού είχε την τόλμη να αμφισβητήσει ο Π. Θέμελης, όταν στο πλαίσιο της δημοσίευσης του Μεγάρου Α των Ακοβίτικων στα Αρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ Αθηνών του 1970 παρατήρησε πως αυτό παρουσίαζε αρχιτεκτονικές ομοιότητες με το περιγραφόμενο στην Οδύσσεια ομηρικό μέγαρο (παραλλήλισε π.χ. εύστοχα τους «διαδρόμους»/«corridors» με τις ομηρικές «λαύρες»). Με αφετηρία τις παρατηρήσεις αυτές προχώρησε στη διατύπωση των παρακάτω σκέψεων:
«Είναι λοιπόν τυχαία και τελείως συμπτωματική η αντιστοιχία του Πρωτοελλαδικού πρός το ομηρικόν μέγαρον; Μήπως το ηρωικόν έπος είχεν αρχίσει να διαμορφούται κατά την Μεσοελλαδικήν εποχήν, διά να ψάλει το μεγαλοπρεπέστερον παρελθόν της Πρωτοελλαδικής περιόδου, κατ’ ανάλογον τρόπον, όπως η ομηρική ηρωική ποίησι υμνεί το λαμπρόν μυκηναϊκόν παρελθόν; Και είναι δυνατόν κατάλοιπα του Μεσοελλαδικού τούτου έπους να διετηρήθησαν μέχρι της εποχής του Ομήρου; Μήπως οι δημιουργοί του Πρωτοελλαδικού και όχι του Μεσοελλαδικού πολιτισμού πρέπει να θεωρηθούν ως οι πρώτοι Έλληνες; Τα ερωτήματα ηχούν ίσως απλοϊκά και φαιδρά εις τα ώτα των ειδικών, οι όποιοι ασχολούνται επί σειράν ετών με την λύσιν των σχετικών προβλημάτων».
Πρωτοπόρες σκέψεις ενός σπουδαίου ερευνητή που πλέον δεν ηχούν ούτε απλοϊκές ούτε φαιδρές, τουλάχιστον εις τα ώτα αρκετών εξ ημών. Ακολουθεί ένα σύντομο βίντεο ξενάγησης στον αρχαιολογικό χώρο των Ακοβίτικων από την αρχαιολόγο Μαρία Τσουλάκου, ενώ στο πρώτο σχόλιο παραθέτουμε την ιστορικής σημασίας δημοσίευση του Πρωτοελλαδικού Μεγάρου Α από τον Πέτρο Θέμελη στα Αρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ Αθηνών του 1970.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Γιαννόπουλος 2020 [2012], σελ. 15. Βεβαίως η μητροπολιτική Ελλάδα καλύπτει τμήμα μόνον της Ελληνικής χερσονήσου ή χερσονήσου του Αίμου.
[2]. Giannopoulos 2008. Η διδακτορική διατριβή έχει τύχει σημαντικής προβολής, παρουσιασθείσα και στον ιστότοπο του Αιγέως.
[3]. Σημειώνεται ότι ο Ιωσήφ Maran έχει τεθεί επικεφαλής επιτροπής German - Israeli Cooperation με αντικείμενο την αρχαιολογία. Από πλευράς Ισραήλ στην επιτροπή δραστηριοποιείται το Bar-Ilan-Universität (BIU) με εστίαση στις Εβραϊκές σπουδές και τις φυσικές επιστήμες. Σύμφωνα με την σχετική ιστοσελίδα (https://www.cogeril.de/de/568.php): Το BIU θέλει να προσφέρει στους ευσεβείς Εβραίους ένα χώρο εκμάθησης όπου αισθάνονται άνετα κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. "Όταν βρίσκεστε εδώ, θα διαπιστώσετε ότι οι μη θρησκευόμενοι συμφοιτητές σας είναι επίσης καλοί άνθρωποι", λέει ο φυσικός Χάβλιν κλείνοντας το μάτι. Φοράει κιπά ο ίδιος. "Οι πιστοί και οι άπιστοι Εβραίοι δεν έχουν πολλά μέρη για να αλληλεπιδράσουν. Το πολύ ο στρατός, πριν πάνε στο σχολείο, είναι επίσης χωρισμένοι." Το ποσοστό των θρησκευτικών μαθητών είναι μόνο περίπου το 40 τοις εκατό. Άλλωστε, το τρία τοις εκατό των φοιτητών είναι Άραβες και η πρώτη γυναίκα αραβας καθηγήτρια μόλις ανέλαβε τη διεύθυνση του σεμιναρίου για την αγγλική λογοτεχνία και γλώσσα.
[4]. Από μέρους του υπογράφοντα σχολιασμός απόψεων του Χανιώτη έχει συμπεριληφθεί στην ανάρτηση: Απλός φύλαρχος ο Μένιος (καθ' ημάς Αγαμέμνων ..), όπου παραπέμπω.
[5]. Σημειώστε την χρήση του όρου 'ντιφουζιονισμός' (Γιαννόπουλος 2020 [2012], σελ. 161), 'Σκοτεινός Αιών' αντί 'Σκοτεινή Χιλιετία' (σελ. 279), καθώς και την ανωτέρω σημείωση 1. Η φράση 'μέσω των λάθος μεσαζόντων' είναι επίσης προβληματική (σελ. 351). Η υιοθέτηση του όρου 'αστική επανάσταση' ως μεταφράσεως του urbanization δεν θεωρείται ιδιαίτερα επιτυχής, θα προτιμούσαμε τον όρο 'ραγδαία αστικοποίηση' (σελ. 280). Ο όρος 'εκνεολιθισμός' (κεφ. VII) πιθανόν αποδίδεται ορθότερα ως 'εκνεολιθικοποίηση'. Ο συγγραφέας φαίνεται να κατανοεί τον όρο 'κάθοδος των Δωριέων' ως μεταναστευτική κίνηση, όμως κάθοδος στην αρχαία σημαίνει και την επιστροφή στα πατρώα εδάφη, βλ. LSJ, s.v. κάθοδος (σελ. 543 κ.α.). Την επιμέλεια του κειμένου είχε ο Δ. Ραπτάκης.
[6]. Ο Γιαννόπουλος τυγχάνει Ακαδημαϊκός Υπεύθυνος του ΜΠΣ της ΠΝΥΚΑΣ του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου (170620, https://erroresgraecorum.wordpress.com/), η οποία - μεταξύ των άλλων - διοργάνωσε πρόσφατα Κύκλο δημόσιων τηλε-διαλέξεων για τις 'ελληνοτουρκικές διαφορές' (όμως η Ελλάδα δεν δέχεται την ύπαρξη τέτοιων πλην αυτής του καθορισμού ΑΟΖ μεταξύ των, όλα τα λοιπά είναι μονομερείς διεκδικήσεις ..).
[7]. Hielte 2004, pp. 32-33.
[8]. Γιαννόπουλος 2020 [2012], σελ. xiv (πρόλογος Χανιώτη).
[9]. Γιαννόπουλος 2020 [2012], βλ. οπισθόφυλλο.
[10]. Γιαννόπουλος 2020 [2012], σελ. xiv (πρόλογος Χανιώτη).
[11]. Γιαννόπουλος 2020 [2012], σελ. 10 (εισαγωγή του συγγραφέα): Εντούτοις, τόσο η μετατροπή του παρελθόντος σε πεδίο εκτόνωσης πνευματικών ή και ψυχικών νόσων όσο και η αναχρονιστική επιβίωση στον 21ο αιώνα ιστορικών ιδεοληψιών του 19ου ή και προηγούμενων αιώνων γνωρίζουν στην χώρα μας μια διόλου ευκαταφρόνητη, ενίοτε ανησυχητική απήχηση.
[12]. Βλ. δηλώσεις Χανιώτη για την κατάργηση των Αρχαίων Ελληνικών από την ύλη του Πρίνστον (Παμπουχίδου 2021). Στο ίδιο κλίμα ανήκει και η αντικατάσταση του Διευθυντού του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών (Center for Hellenic Studies) του Harvard .. από τον Nagy στον Mark Schiefsky (CHS, News. 2021).
[13]. https://www.tanea.gr/2013/11/18/lifearts/pothen-oi-ellines-oi-nees-ereynes-gia-to-simeio-miden-toy-ellinikoy-politismoy/. Συγγραφέας του άρθρου είναι ο κ. Μανιάτης, συνήθως ασχολούμενος με τα της Κουμουνδούρου ..
[14]. Ο ίδιος ο συγγραφέας εμφανίζεται να απορρίπτει επιστημονικές θεωρήσεις βασιζόμενος επί παραδείγματι στο ότι ο κατακρινόμενος υπήρξε μαθητής της 'ναζιστικού παρελθόντος Ilse Schwidetzky' (Γιαννόπουλος 19.07.2014 στο ιστολόγιο:
https://erroresgraecorum.wordpress.com/2014/07/19/%CF%80%CF%8C%CE%B8%CE%B5%CE%BD-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%80%CF%8C%CF%84%CE%B5-%CE%BF%CE%B9-%CE%AD%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B5%CF%82-%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF/).
[15]. Watkins 2008, p. 6. Από την άλλη στο Kanišite Hittite ο Alwin Kloekhorst συζητά την εθνογλωσσική σύνθεση του Kanes στην Κεντρική Ανατολία (σημερινή Kültepe), του σημαντικότερου εμπορικού κέντρου της Ανατολίας κατά την περίοδο του kārum (περίπου 1970-1710 π.Χ.), όταν οι Ασσύριοι έμποροι κυριάρχησαν στην εμπόριο στην Ανατολία. Βασιζόμενος στην ανάλυση των προσωπικών ονομάτων ντόπιων ατόμων που πιστοποιούνται σε παλαιά έγγραφα της Ασσυρίας από το Kanes, ο Alwin Kloekhorst υποστηρίζει ότι η κύρια γλώσσα που ομιλείτο εκεί ήταν μια διάλεκτος των Χετταίων που ήταν στενά συνδεδεμένη αλλά παρόλα αυτά διακριτή από τη Χεττιτική γλώσσα, όπως ομιλούνταν στο μεταγενέστερο Χεττιτικό Βασίλειο. Το βιβλίο προσφέρει έναν πλήρη απολογισμό όλου του ομοματικού υλικού και άλλων γλωσσικών δεδομένων της Χεττιτικής του Kanes, το οποίο υποστηρίζεται ότι αποτελεί την παλαιότερη βεβαιωμένη καταγραφή - μαρτυρία οποιασδήποτε ινδοευρωπαϊκής γλώσσας (Kloekhorst, A. 2019). Ανάλογη αναφορή γίνεται από τον Mallory & Stainer (Mallory 2003, p. 273, n. 7; Steiner 1981): "G. Steiner (1981) has suggested that the Hittites were already well-settled in Kanes when the Assyrians arrived, and as the dominannt population of one of the most important trading outposts their language served as a lingua franca across central Anatolia, coming to serve as the chancellery language of the Hatti. According to Steiner, the Hittites of the Old Kingdom were not primarily 'Hittites' but rather of Hattic stock which had adopted the new lingua franca".
[15a]. Είναι άξιον αναφοράς ότι η Özyar ορίζει την Χεττιτική τέχνη ως το έργο τεχνιτών της Ανατολίας από το δεύτερο ήμιση της τρίτης χιλιετίας (!) .. γιατί έτσι της αρέσει ..(Özyar 2006, p. 125). Η ίδια χαρακτηρίζει ως Χεττιτικές τοιχογραφίες εμφανούς Αιγαιακού ύψους στην Χεττιτική πρωτεύουσα! (Özyar 2006, fig. 4).
[16]. Κονιδάρης 2019, σελ. 304-305, σημ. 1294, 1295. Σημειώνεται πάντως ότι κατά τον Ilya Yakubovich η Λουβιανή μαρτυρείται γραπτώς από τον 15 αι. π.Χ. (Yakubovich 2015, p. 1).
[17]. Κονιδάρης 2019, σελ. 214-215, σημ. 894; Γιαννόπουλος 2020 [2012], σελ. 127, σημ. 167. Το 1994 η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ολυμπίας, κατά την διάρκεια ανασκαφών σε λοφίσκο της κοινότητας Καυκανιάς, έφερε στο φώς προϊστορικό κτίσμα, καθώς και κροκάλη η οποία έφερε στην μία πλευρά διπλόν πέλεκυ και στην άλλη επιγραφή της Γραμμικής Β’. Η επιγραφή χρονολογήθηκε στον 17ο αιώνα π.Χ., κατακτώντας την θέση της παλαιότερης επιγραφής σε Γραμμική Β’, όμως ο Γιαννόπουλος αμφισβητεί την εγκυρότητά της, αναμένων νέα στοιχεία, ενόσω δαπανά τις προσπάθειές του στην αναζήτηση μαρτυριών της Χεττιτικής κατά την τρίτη χιλιετία!
[18]. Κονιδάρης 2019, σελ. 218-219, σημ. 903, 905. Παραβάλλατε επί παραδείγματι το δίπτυχο από το Μυκηναϊκής συσχετίσεως ναυάγιο της Αντιφέλλου. Πρόσφατη, άλλωστε, είναι η ταυτοποίηση από μέρους της Mylonas – Shear μηχανισμών αναδιπλώσεως τέτοιων πτυσσομένων πινάκων, που ανεσκάφησαν σε ανακτορικά κέντρα της Κρήτης και της ηπειρωτικής Ελλάδας, και παραπέμπουν τόσον στην Ομηρική περιγραφή όσον και στο εύρημα του ναυαγίου της Αντιφέλλου.
[19]. Ο συγγραφέας, στην σελ. 399 (Εικ. 53) & στην σελ. 396 (σημ. 837), φθάνει να αναφερθεί ακόμη και σε 'ινδοχεττιτική' αναγόμενη πολύ-πολύ παλαιά! Πρόκειται συγκεκριμένα για την λεγομένη 'ινδοχεττιτική' υπόθεση σύμφωνα με την οποία ο πρώτος κύριος διαχωρισμός εντός της ινδοευρωπαικής οικογένειας υπήρξε αυτός μεταξύ των γλωσσών της Ανατολίας και όλων των υπολοίπων. Ο Drews, μεταξύ των υποστηρικτών της, υπερασπίζεται την άποψη για διασπορά τν Ινδοευρωπαίων κατά το πρώτο ήμισυ της δευτέρας χιλιετίας π.Χ.
[20]. Foss 2014; Glyptis 2007; Can Erimtan 2008΄Kivanç Kilinç 2017. Ο Foss αναφέρει επί λέξει: Ο Κεμάλ Ατατούρκ ήθελε να έρθει σε ρήξη με το παρελθόν παρέχοντας στο νέο του έθνος μια νέα ιστορία που θα έδινε περηφάνια στους Τούρκους δείχνοντας ότι ήταν ένα αρχαίο και πολιτισμένο έθνος. Το εγχειρίδιο που παρήχθη υπό την προσωπική του επίβλεψη παρουσίαζε τους Τούρκους ως κεντρικό στοιχείο για την ανάπτυξη σχεδόν όλων των αρχαίων πολιτισμών. Αυτό κατέστη επίσημο δόγμα που διαδόθηκε σε ιστορικά συνέδρια και πολλές δημοσιεύσεις. Βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε ευρωπαίους συγγραφείς, μεταξύ των οποίων ο Gobineau και ο H. G. Wells. Αν και παρουσιάστηκε ως νέο επίτευγμα, η νέα ιστορία είχε τις ρίζες της στο πρόσφατο τουρκικό παρελθόν του οποίου οι ιδέες έλαβαν μια συνεκτική μορφή από τον Ατατούρκ.
[21]. Σε μιά άλλη περίπτωση ακραίου φιλο-Χεττιτισμού ο Γεωργακόπουλος επιχειρεί να αποδώσει το όνομα των Αχαιών στην Χεττιτική γλώσσα και επινόηση! (Georgakopoulos 2012, pp. 146-147)
[22]. Σε χάρτη του της σελίδας 114 με τις ελληνικές διαλέκτους της πρώτης χιλιετίας π.Χ. δεν περιλαμβάνεται η περιοχή της Μακεδονίας, αφήνοντας να νοηθεί ότι εκεί δεν ομιλείτο διάλεκτος της ελληνικής γλώσσας! (;) Επιπρόσθετα η αναφορά στο 1000 π.Χ. ως χρονικού ορίου μπορεί να θεωρηθεί ότι υπονοεί την εμφάνιση (μαρτυρία) της Ελληνικής αυτήν την ύστερη χρονική στιγμή, γεγονός εσφαλμένο ..
[23]. Θεοχάρης 1989, σελ. 166.
[24]. Γιαννόπουλος 2020 [2012], σελ. 72.
[25]. Θεοχάρης 1989, σελ. 166.
[26]. Κονιδάρης 2021, σελ. 11-12.
[27]. Warren 1980, p. 499
[28]. Κονιδάρης 2019, σελ. 31-32, σημ. 73-74; Phelps, Varoufakis and Jones 1979.
[29]. Κονιδάρης 2019, σελ. 174, σημ. 645.
[30]. Κονιδάρης 2019, σελ. 212. Δεν στερείται ενδιαφέροντος να σημειωθεί ότι στο συγκεκριμένο άρθρο του National Geographic όπου γινόταν μνεία της αρχαίας επιγραφής σε Γραμμική Β από την Ίκλαινα Μεσσηνίας ο Palaima έσπευσε (και αυτός) να δηλώσει ότι υπάρχουν παλαιότερα ευρήματα με γραφή, από την Κίνα, Μεσοποταμία και Αίγυπτο, του 3000 π.Χ.
[30a]. "Η Ελληνική Ταυτότητα Με Απλά Λόγια - Μαρία Ευθυμίου", στο <https://youtu.be/9OGdfDww2lU?t=39>
[31]. Omniglot, s.v. Oracle Bone Script (https://omniglot.com/chinese/jiaguwen.htm). Ο Norman χρονολογεί τις μαντικές επιγραφές επί καυκάλου ή οστού στα μέσα της δευτέρας χιλιετίας (Norman 1988, p. 19).
[32]. Norman 1988, p. 16: After all, the modern Chinese dialects are really more like a family of languages, and the Chinese of the first millennium BC is at least as different from the modern standard language as Latin is from Italian or French.
[33]. Norman 1988, p. 16: The aptness of language as a symbol of cultural and even political unity was facilitated by the use of a script that for all practical purposes was independent of any particular phonetic manifestation of their language, allowing the Chinese to look upon the Chinese language as being more uniform and unchanging than it actually was. (Η καταλληλότητα της γλώσσας ως συμβόλου πολιτιστικής και ακόμη και πολιτικής ενότητας διευκολύνθηκε από την χρήση της γραφής που για όλους τους πρακτικούς σκοπούς ήταν ανεξάρτητη από οποιαδήποτε συγκεκριμένη φωνητική εκδήλωση της γλώσσας τους, επιτρέποντας στους Κινέζους να βλέπουν την κινεζική γλώσσα ως πιο ομοιόμορφη και αμετάβλητη από ότι ήταν στην πραγματικότητα).
[34]. Γιαννόπουλος 2020 [2012], σελ. 15.
[35]. Επί παραδείγματι στον πρόλογό του ο Χανιώτης σημειώνει: "στους ιστορικούς χρόνους αυτοπροσδιορίζονταν ως 'Έλληνες'" (Γιαννόπουλος 2020 [2012], σελ. xiv (πρόλογος Χανιώτη)).
[36]. Βλ. βιογραφικό του στο: <https://www.gyldendal.dk/forfattere/allan-a-lund-f4121>.
[37]. Στην σελ. 16 ο ανωτέρω σημειώνει (Lund 2005, p. 16): "..Στον Όμηρο δεν υπάρχει εθνικότητα ως έκφραση ενός «κοινοτικού» we-feeling εθνοτικής μεγαλοπρέπειας, με την έννοια του μεταγενέστερου Έλληνος, σε αντίθεση με τη βαρβαρότητα .. γνωρίζει μόνο έναν γλωσσικό, αν και αρνητικά φορτισμένο βαρβαρικό όρο. Μόνο με τους Περσικούς Πολέμους εμφανίζεται το δυαδικό ζεύγος όρων Έλληνες & Βάρβαροι .. ".
[38]. Lund and Mateeva 1997.
[38a]. Αναφορικά με την ενότητα των Μυκηναίων ενδιαφέρον είναι σχετικό απόσπασμα του Oreshko: Η ομοιομορφία της γλώσσας των μυκηναϊκών κειμένων μπορεί να εξηγηθεί, ωστόσο, και ως αποτέλεσμα της (σχετικής) πολιτικής ενότητος της περιοχής στα τέλη του 13ου-12ου αιώνα π.Χ. (ΥΕ IIIb), κατάσταση που υπονοείται από πολλές άλλες ενδείξεις, όπως π.χ. όπως το ενιαίο ύφος κεραμεικής με βάση το πρότυπο της περιοχής των Μυκηνών και την αντίληψη της μυκηναϊκής Ελλάδας από τους Χετταίους ως βασιλείου υπό την κυριαρχία ενός μόνο Μεγάλου Βασιλέως (Oreshko 2018, p. 50, n. 131). Αναλόγως ο Yannick Boswinkel σημειώνει: Ως συνηγορία της απόψεως ότι οι Μυκήνες κυβερνούσαν μιαν ενοποιημένη Ελλάδα, ο Kelder υποστήριξε ότι υπάρχουν δύο λόγοι για τους οποίους η αντίθετη έννοια της κατακερματισμένης Μυκηναϊκής Ελλάδας είναι ανακριβής. Πρώτον, υποστηρίζει ότι αυτή η ιδέα ήρθε μόνο για να καταγγείλει την ιδέα του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνος για μια ενοποιημένη Ελλάδα κατά την ΥΕΧ. Δεύτερον, και υποτίθεται ότι αυτό είναι πιο εμπεριστατωμένο επιχείρημα, ότι τα Χεττιτικά και Αιγυπτιακά κείμενα υποδηλώνουν την ύπαρξη μιας μεγάλης πολιτικής οντότητας στην Ελλάδα. Οι Eder και Jung υποστηρίζουν ότι η ομοιομορφία της Γραμμικής Β και του συστήματος διοικήσεως στο σύνολό της, που χρησιμοποιείται στην Μυκηναϊκή Ελλάδα, υποδηλώνει μια μοναδική κινητήρια δύναμη με την μορφή ενός κυρίαρχου Μεγάλου Δακτυλίου (Yannick Boswinkel 2021, p. 16). Γιά το ίδιο θέμα βλ. και Waal (Waal 2021, p. 199), Mumford (Mumford, G. 2019, σλ. 31/108) & Dickinson (Dickinson 2017), Bryce (Bryce 2024, n. 6).
[39]. Blackwell 2021. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά: "The currently common representation of a Hittite empire that extended over almost all of Asia Minor is therefore misleading." (<https://luwianstudies.org/petty-states-in-western-asia-minor/>).
[40]. <https://luwianstudies.org/petty-states-in-western-asia-minor/>.
[41]. Κονιδάρης 2019, σελ. 45-46, 53-54, 76, 120-121; Kelder 2005, p. 148.
[42]. Woudhuizen 2013, p. 7; Kelder 2005, p. 148. Ο όρος Tanayu / Tanaju (Δαναοί) απαντά σε κείμενο του 1437 π.Χ. επί Tuthmosis ΙΙΙ. Κατά τον ίδιο ερευνητή το εθνώνυμο έχει ως ρίζα την ΠΙΕ *dānu- “ποταμός”.
[43]. Woudhuizen 2013, p. 12.
[44]. Κονιδάρης 2019, σελ. 110, σημ. 434-437. Σχετική και χρήσιμη είναι η αναφορά των Rougemont & (Rougemont & Vita 2010, p. 125, nn. 27, 28, 29):
Υπό αυτή την έννοια, πρέπει να υπενθυμίσουμε ιδιαίτερα το έργο των M. Dietrich και O. Loretz24, για τους οποίους μια εις βάθος ανάλυση των δεδομένων επιτρέπει να προσδιορίσει το όνομα Yman (παραλλαγή Ymn στην επιγραφή 6.67) από λογοτεχνικά κείμενα (1.4:I:43) και τελετουργίες (1.40:27, 1.80:2) όπως αυτό της «Ιωνίας»25, και την έκφραση iht np šmm του 1.3 :VI:8-9 ως «Inseln an der Höhe des Himmels / im Westen»26, «Inseln am fernen Horizont» ως ονομασία του Αιγαίου ή, γενικότερα, του κόσμου του Αιγαίου27. Η έννοια «Ιωνία» για το Υμάν γίνεται πλέον αποδεκτή από έργα αναφοράς όπως στο gazetteer [NEXT PAGE 126] έργο του J. Belmonte28 και το λεξικό των G. del Olmo και J. Sanmartín29.
[45]. Muhly 1974, p. 4.
[46]. Μεταξύ άλλων αθλιοτήτων του ανωτέρω Muhly σημειώνουμε σχετικό απόσπασμά βιβλίου μας (Κονιδάρης 2019, σελ. 24): Γι’ αυτόν η Ελλάς μέχρι την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν “μια απομακρυσμένη και περιφερειακή περιοχή, στο περιθώριο του πολιτισμένου κόσμου”, οι δε Χετταίοι δεν έδειχναν κανένα ενδιαφέρον για την Μυκηναϊκή Ελλάδα, μιάς και κατά τον καθηγητή μας πάλι “οι Μυκηναίοι ήσαν πρωτόγονοι, μάλλον βάρβαροι και ως επί το πλείστον αγράμματοι”! Κατά τον ερευνητή Muhly οι Μυκηναίοι ήσαν τόσο λίγο τμήμα του πολιτισμένου κόσμου της 2ης χιλιετίας π.Χ. όσο η Άγγλία ήταν μέρος του κόσμου του Περικλέους!
[47]. Vallianatos 2016. Ερανίσματα αθλιοτήτων του Boardman, βραβευθέντος παρ' όλα αυτά από την Ακαδημία Αθηνών, περιλαμβάνονται σε αξιόλογο άρθρο του Βαλλιανάτου. Εκεί ο Βρεττανός χαρακτηρίζει τον Αλέξανδρο ως: "έναν εντελώς αδίστακτο κατακτητή, ανελέητο ακόμη και στους δικούς του" ("an utterly ruthless conqueror, merciless even to his own folk"), ενώ για τον ίδιο η Μακεδονία δεν ανήκε στην Ελλάδα, οι Μακεδόνες δεν ομιλούσαν την Ελληνική, ο δε Αλέξανδρος όχι μόνον δεν υπήρξε Έλλην και περιφρονούσε τους Έλληνες ...
[48]. Το εικονιζόμενο αγγείο φυλάσσεται στο Αρχ. Μουσείο Ολυμπίας (αρ. Κ1206). Στον οικισμό της ύστερης τρίτης χιλιετίας π.Χ. (ΠΕ ΙΙΙ) ο οποίος αποκαλύφθηκε στο άλσος της Άλτεως και αποτελείτο κυρίως από οικίες με αψιδωτή απόληξη βρέθηκαν διακοσμημένα αγγεία τα οποία - κατά Maran (Maran 2012, p. 31, fig. 32) - δεν απηχούν εγχώρια πρότυπα, αλλά παραπέμπουν ως προς το σχήμα και τον διάκοσμο σε αγγεία του πολιτισμού Cetina των δυτικών Βαλκανίων, βλ. Χατζή (Hatzi 2008, pp. 41-43).
[49]. Αλλά και το 2012 αναφέρει: Οι αρχαιολογικές μαρτυρίες για διείσδυση πληθυσμών από τα δυτικά Βαλκάνια στη νότια ελλάδα κατά την ύστερη 3η χιλιετία π.χ. οδηγούν στο ερώτημα κατά πόσο αυτές οι πληθυσμιακές ομάδες υπήρξαν φορείς της ελληνικής γλώσσας (Maran 2012, σελ. 31).
[50]. Γιαννόπουλος 2020 [2012], σελ. 279, σημ. 559.
[51]. Maran 2012, σελ. 31.
[52]. Maran 2007, p. 15. Η ακριβής έκφραση του συγγραφέα είναι: what is called Cetina culture.
[53]. Gori et al. 2019.
[54]. Maran 2007, p. 15.
[55]. Pacciarelli, Scarano, and Crispino 2015, pp. 254, 270, 272; Cazzella, A., and G. Recchia. 2015, p. 139; Trump 1966. Αρχικώς ο σχετικός όρος ήταν Αδριατική κεραμεική (Hielte 2004, p. 36).
[56]. Trump 1966, pp. 45, 46, 49.
[57]. Recchia and Cazzella. 2013, p. 80.
[58]. Cazzella and Recchia 2015, p. 139, fig. 2; Cazzella Pace and Recchia 2007.
[59]. Pacciarelli, Scarano, and Crispino 2015, p. 272.
[60]. Maran 2008, n. 61; Turek 2013, pp. 16, 18; Cazzella and Recchia 2015, p. 139. Ομοιότητες έχουν επίσης διαπιστωθεί με τεκμήρια της Τροίας Ι, επί παραδείγματι το Τρωικό αγγείο υπ. αρ. 2288 παραλληλίζεται στενά με Μαλτέζικο της περιόδου RSk (Trump 1966, pp. 32, fig. 29, n. 1), ενώ αναφέρεται και η ύπαρξη συλλαβογραμμάτων Γραμμικής σε Μαλτέζικα τεκμήρια (Abell 2008, pl. 84).
[61]. Recchia, Cazzella 2013, p. 82; Heyd 2013, pp. 56-57, figs. 3.5, 3.6. Εναλλακτικά, αναφέρεται ότι η λόγχη θα μπορούσε να προέρχεται από τις Ιόνιες νήσους.
[62]. Cazzella and Recchia 2015, p. 142.
[63]. Turek 2013, fig. 14.
[64]. Η εμφάνιση στην Μάλτα της κεραμεικής του τύπου της Θερμής κατα τα τέλη της Ταρξιανής (Tarxian) περιόδου και κατά την ακολουθήσασα περίοδο του Ταρξιανού κοιμητηρίου (Tarxian Cemetery) συνεδέθη με μετακίνηση πληθυσμιακής ομάδας (Huw et al. 2021, p. 10).
[64a]. Επί παραδείγματι στον Στρόφιλα Άνδρου (Πετράκος 2016, σελ. 35-37).
[65]. Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, s.v. Αψιδωτά κτίρια (ΠΕΧ στην ηπειρωτική χώρα).
[66]. Maran 2020, p. 182.
[67]. Heyd 2013, pp. 56-57, fig. 3.5.
[68]. Hielte 2004.
[69]. Tsonos 2017.
[70]. Αναφορικά με την Αργολική πεδιάδα και την Κρήτη η κινητικότητα υποστηρίχθηκε από σειρά μελετητών (Wiencke 1970, Christakis 1996, Cummer 2015), ενώ την κινητικότητα στην Ελίκη υποστήριξαν οι Katsonopoulou and Katsarou (Katsonopoulou and Katsarou 2017, pp. 15-16).
[71]. Ballan 2017.
[72]. Katsonopoulou and Katsarou 2017, p. 25.
[73]. ό.π. σελ. 543.
[74]. ό.π. σελ. 161. Μάλιστα στην σημ. 241 (σελ. 161-162) ο συγγραφέας διακυρήσσει την οριστική ανατροπή για διάχυση πολιτιστικών στοιχείων από τα νότια: "Σύμφωνα με αυτήν, τόσο οι προϊστορικοί πολιτισμοί της Αγγλίας όσο και άλλων περιοχών της Ευρώπης eίχαν προκύιρει μέσω πολιτιστικής διάχυσης από τους νοτιότερους (και θεωρούμενους κάποτε ως προγενέστερους) μεγάλούς πολιτισμούς της ανατολικής Μεσογείου .. Καθώς η συγκεκριμένη άποψη ανατράπηκε οριστικά,"ήταν φυσικό να αλλάξει και η ερμηνεία για την πραγματική φορά των επιρροών, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις πολιτιστικές επαφές πού θα εξετάσουμε ευθύς αμέσως."
[75]. Wardle 2020, p. 462.
[76]. Κονιδάρης 2019, σημ. 722.
[77]. Κονιδάρης 2019, σημ. 723.
[78]. Κονιδάρης 2019, σελ. 169, σημ. 692; Berger et al. 2019.
[79]. ό.π. σελ. 356, σημ. 758. Η σημείωση 758 του συγγραφέα παραπέμπει σε εργασία του Perlès (1993), όμως ο τελευταίος (Demoule and Perlès 1993, p. 355) εμφανίζεται να δίδει έμφαση στoν ενδoγενή και αυτόχθονα χαρακτήρα αναπτύξεως του Νεολιθικού πολιτισμού στο Αιγαίο (Κονιδάρης 2019, σελ. 98, σημ. 384).
[80]. Doumas 1996, p. 1. Πράγματι ο έμπειρος αρχαιολόγος αναφέρει: " .. the small islands of the Aegean, almost immediately after their permanent colonisation towards the middle of the fifth millennium BC .." ήτοι "τα μικρά νησιά του Αιγαίου αμέσως μετά την μόνιμη αποίκισή τους περί τα μέσα της πέμπτης χιλιετίας π.Χ.".
[81]. Κονιδάρης 2019, σελ. 310, σημ. 1315.
[82]. Κονιδάρης 2019, σελ. 98, σημ. 383-384.
[83]. Katsarou-Tzeveleki 2001, p. 51.
[84]. Carter, T. et al. 2019. Το σχετικό απόσπασμα είναι: We present evidence of Middle Pleistocene activity in the central Aegean Basin at the chert extraction and reduction complex of Stelida (Naxos, Greece), ήτοι: Παρουσιάζουμε τεκμήρια για την ύπαρξη ανθρώπινης δραστηριότητας κατά την Μέση Πλειστόκαινο στην κεντρική λεκάνη του Αιγαίου, πιό συγκεκριμένα στο συγκρότημα εξορύξεως και επεξεργασίας πυριτολίθου της Στελίδας (Νάξος, Ελλάδα).
[85]. Sampson 2005. Το σχετικό απόσπασμα είναι: Η παρουσία στο σπήλαιο του Κύκλωπα στα Γιούρα στις Βόρειες Σποράδες και στην Κύθνο στις Κυκλάδες 'Αιγωδών' (caprins) και συιδών (suids) (sus scrofa - κάπρος) σε ημι-ελεύθερη κατάσταση και σε μεταβατικό στάδιο εξημερώσεως από μια τόσο πρώιμη περίοδο (9η-7η χιλιετία π.Χ.) καθιστά το πρόβλημα της νεολιθικοποιήσεως της ελλαδικής περιοχής να φαίνεται υπό μια εντελώς νέα προοπτική. Αν δεχτούμε ότι η εξημέρωση των καπροειδών χρονολογείται στο 8500-8000 π.Χ. στην πρώιμη προ κεραμεική Α (PPNA) στα βουνά Ζάγκρος στην Μεσοποταμία και από εκεί επεκτάθηκε στη Δύση, έχουμε ταυτόχρονη εξάπλωση της εξημερώσεως στην περιοχή του Αιγαίου. Ποιός ήταν ο ρόλος του σπηλαίου του Κύκλωπος και γενικά των Βόρειων Σποράδων στην διαδικασία της νεολιθικοποιήσεως και πόσον αυτόχθων υπήρξε αυτή, δεδομένου ότι η εμφάνιση των ζώων σε ένα στάδιο εξημερώσεως είναι ενωρίτερη από της Θεσσαλία; Θα μπορούσε αυτό να οδηγήσει στην υπόθεση ότι οι πρώτες επαφές μεταξύ της Ανατολίας και της Δύσεως πραγματοποιήθηκαν αποκλειστικά μέσω ναυτικών διαδρομών; ..
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
https://smerdaleos.files.wordpress.com/2014/08/17408164-the-ancient-languages-of-asia-minor.pdf
Watkins, C. 2008. "Hittite," in The Ancient Languages of Asia Minor, ed. R. D. Woodard, Cambridge University Press, pp. 6-30.
https://www.academia.edu/34800805/Chinese_Cambridge_Language_Surveys_Jerry_Norman
Norman, J. 1988. Chinese (Cambridge Language Surveys), Cambridge University Press.
https://ouc.academia.edu/TheodorosGGiannopoulos
Γιαννόπουλος, Θ. 2020 [2012]. "Πόθεν και πότε οι Έλληνες;" Οι υπεύθυνες απαντήσεις της επιστήμης και η παρούσα κατάσταση της έρευνας για την πρώτη αρχή του ελληνικού πολιτισμού, Παν. εκδόσεις Κρήτης.
Κονιδάρης, Δ. Ν. 2019. Οι Χετταίοι και ο κόσμος του Αιγαίου, Ινφογνώμων.
Giannopoulos, Th. G. 2008. Die letzte Elite der mykenischen Welt. Achaia in mykenischer Zeit und das Phänomen der Kriegerbestattungen im 12.-11. Jahrhundert v. Chr. [The Last Elite of the Mycenaean World. Achaea in the Mycenaean Period and the Phenomenon of Warrior Burials in the 12th –11th Centuries BC], Universitätsforschungen zur prähistorischen Archäologie, Band 152 (diss. Univ. of Heidelberg, Bonn).
Ιστολόγιο: http://theodorosgiannopoulos.blogspot.com/p/blog-page.html
https://www.jstor.org/stable/10.2979/histmemo.29.2.02
Kivanç Kilinç. 2017. "'The Hittite Sun Is Rising Once Again': Contested Narratives of Identity, Place and Memory in Ankara," History and Memory 29 (2), pp. 3-34.
https://www.tandfonline.com/doi/abs/10.1080/00263206.2014.913574
Foss, C. 2014. "Kemal Atatürk: Giving a New Nation a New History," Middle Eastern Studies 50 (5), pp. 826-847.
http://etheses.lse.ac.uk/423/1/Glyptis_Kemalism%20as%20a%20language%20for%20Turkish%20politics.pdf
Glyptis, A.-L. 2007. "Kemalism as a Language for Turkish Politics: Cultivation, Reproduction, Negotiation" (diss. LSE).
https://www.jstor.org/stable/4436752
Lund, A. A. 2005. "Hellenentum und Hellenizität: Zur Ethnogenese und zur Ethnizität der antiken Hellenen," Historia 54, pp. 1-17.
https://www.jstor.org/stable/23899601
Lund, A. A. and A. S. Mateeva. 1997. "Gibt es in der Taciteischen 'Germania' Beweise für kultische Männerbünde der frühen Germanen?," Zeitschrift für Religions- und Geistesgeschichte 49 (3), pp. 208-216.
https://www.academia.edu/1359486/Seaborne_Contacts_between_the_Aegean_the_Balkans_and_the_Central_Mediterranean_in_the_3rd_MIllennium_BC_The_Unfolding_of_the_Mediterranean_World
http://aegeobalkanprehistory.net/index.php?p=article&id_art=13
Maran, J. 2007. "Seaborne Contacts between the Aegean, the Balkans and the Central Mediterranean in the 3rd Millennium BC: The Unfolding of the Mediterranean World," in Between the Aegean and Baltic Seas: Prehistory across Borders (Aegaeum 27), ed. I. Galanaki, H. Tomas, Y. Galanakis, and R. Laffineur, Liège/Austin, pp. 3-21.
https://www.academia.edu/9429999/%CE%9D%CE%B5%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%B8%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%95%CF%80%CE%BF%CF%87%CE%AE_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%A7%CE%B1%CE%BB%CE%BA%CE%BF%CF%8D
Maran, J. 2012. “Νεολιθική και Εποχή του Χαλκού,” στο Αρχαιολογία – Πελοπόννησος, επ. Α. Γ. Βλαχόπουλος, Αθήνα, σελ. 26-39.
ΣΥΝΙΣΤΟΛΟΓΙΟ: http://synistologio.wordpress.com/2007/02/24/Πόθεν-και-πότε-οι-Έλληνες/
https://www.oxfordhandbooks.com/view/10.1093/oxfordhb/9780199935345.001.0001/oxfordhb-9780199935345-e-18Yakubovich, I. 2015.The Luwian Language (Linguistics, History of Linguistics, Sociolinguistics, Language Contact), Online Publication Date: Nov 2015I, DOI: 10.1093/oxfordhb/9780199935345.013.18
https://www.penn.museum/sites/expedition/the-hittites-and-the-aegean-world/
Muhly, J. D. 1974. “The Hittites and the Aegean World,” Expedition 16 (2), pp. 2-10.
http://www.huffingtonpost.com/evaggelos-vallianatos/the-greeks-at-the-center-_b_10324096.html
Vallianatos, E. 2016. “The Greeks at the Center of World History,” The Huffington Post, <http://www.huffingtonpost.com/evaggelos-vallianatos/the-greeks-at-the-center-_b_10324096.html> (13 March 2017).
https://www.facebook.com/ASCSAthens/posts/4095174770597808?__cft__[0]=AZVmNuKB6-uU4hUTfmoqSfgfRb1NgAtTM_uMaVbCtXoe8b3oMTiXStFrdLuRRxQYnfvEbrv6gz1i6BsdfrvumFjtz_FrFVv4p51mq-o7UME0wlRSylab5olFFgeZbjc_2lKlV2aId5C2aHqOgxvqO64e&__tn__=%2CO%2CP-R
Blackwell, N. G. 2021. "Ahhiyawa, Hatti, and Diplomacy: Implications of Hittite Misperceptions of the Mycenaean World," Hesperia: The Journal of the American School of Classical Studies at Athens 90 (2), pp. 191-231.
Kloekhorst, A. 2019. Kanišite Hittite: The Earliest Attested Record of Indo-European, Brill.
https://www.academia.edu/7174292/Traces_of_Ethnic_Diversity_in_Mycenaean_Greece
Woudhuizen, F. C. 2013. “Traces of Ethnic Diversity in Mycenaean Greece,” Dacia N.S. LVII, Bucarest, p. 5-21.
https://www.academia.edu/219025/Greece_during_the_Late_Bronze_Age?auto=download&email_work_card=download-paper
Kelder, J. 2005. "Greece during the Late Bronze Age," Ex Oriente Lux 39, Leyden, pp. 131-179.
Mallory, J. P. 2003. In Search of the Indo-Europeans. Language, Archaeology and Myth, London.
Steiner, G. 1981. "The role of the Hittites in ancient Anatolia," JIES 9, pp. 150-173.
Παμπουχίδου, Γ. 2021. "Α. Χανιώτης: Ανόητη η απόφαση να καταργήσει το Πρίνστον τα αρχαία ελληνικά από τη διδακτέα ύλη του (video)," ΕΙΔΗΣΕΙΣ - ΔΙΕΘΝΗ - ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ ΕΡΤ NEWS, <https://www.ertnews.gr/eidiseis/diethni/a-chaniotis-anoiti-i-apofasi-na-katargisei-to-prinston-ta-archaia-ellinika-apo-ti-didaktea-yli-toy-video/?fbclid=IwAR1wBIr3ZIo02bmRgX5VhEgUhaj-cZXXwxFHw7cTg-02N6BoF8Z_TAELlWs> (22 September 2021).
CHS, News. 2021. Announcing Our New Director, <https://chs.harvard.edu/announcing-our-new-director/?fbclid=IwAR089tiusQ0Ydrt97B1RT7tYCmfEqYoEhGXiYaIZrWcRfXnipBx3taaXHUM> (22 September 2021).
Θεοχάρης, Δ. 1989. Νεολιθικός Πολιτισμός, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
Κονιδάρης, Δ. Ν. 2021. Ιστορία των θετικών τεχνών και επιστημών κατά την αρχαιότητα: Αποσιώπηση και μεροληψία, Αθήνα.
Κονιδάρης, Δ. Ν. 2019. Ο πρώιμος Αιγυπτιακός πολιτισμός και οι αλληλεπιδράσεις με το Αιγαίο, Αθήνα.
Watrous, L. V. 1994. “Review of Aegean Prehistory III: Crete from Earliest Prehistory through the Protopalatial Period,” AJA 98 (4), pp. 695-753.
Warren, P. M. 1980. “Problems of chronology in Crete and the Aegean in the third and earlier second millennium,” AJA 84, pp. 487-499.
Phelps, W. W., G. J. Varoufakis, and R. E. Jones. 1979. “Five Copper Axes from Greece,” BSA 74, pp. 175-184.
https://archive.org/details/drews-1988-coming-of-greeks
Drews, R. 1988. The Coming of the Greeks, Princeton - New Jersey.
https://www.academia.edu/5587709/Georgakopoulos_2012_Minoan_Anatolian_relations_and_the_Ahhiyawa_Question_a_re_assessment_of_the_evidence_In_Talanta_XLIV_Recent_Research_and_Perspectives_on_the_Late_Bronze_Age_Eastern_Mediterranean_Special_Research_Issue_edited_by_A_Papadopoulos_137_156?fbclid=IwAR07mVQWuo0FtXM8tN8wAoA53wSOZsnOIDO02cDNdyMbJ9186sPG8LLTw2c
Georgakopoulos, K. 2012. "Minoan-Anatolian relations and the Ahhiyawa Question: a re-assessment of the evidence," Talanta XLIV (Recent Research and Perspectives on the Late Bronze Age Eastern Mediterranean, Special Research Issue), ed. A. Papadopoulos, pp. 137-156.
Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Αψιδωτά κτίρια, <http://www.ime.gr/chronos/02/mainland/en/eh/habitation/architecture/index5.html> (14 Δεκεμβρίου 2021).https://books.google.gr/books?id=cfb_DwAAQBAJ&pg=PA177&lpg=PA177&dq=Joseph+Maran+Israel&source=bl&ots=jbpYJHv0Zd&sig=ACfU3U1Jab9B0uz2q6zv2MG0ZdS6_BSuwQ&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwiShI703ozyAhW-hv0HHXiUDOMQ6AEwEXoECAgQAw#v=onepage&q=Joseph%20Maran%20Israel&f=falseMaran, J. 2020. “The Presence of the Past: Ruin Mounds and Social Memory in Bronze and Early Iron Age Israel and Greece,” in Nomads of the Mediterranean: Trade and Contact in the Bronze and Iron Ages, ed. A. Gilboa, A. Yasur-Landau, Leyden / London, pp. 177-198.
https://www.latsis-foundation.org/content/elib/book_15/olympia_en.pdf
Hatzi, G. E. 2008. The Archaeological Museum of Olympia, Latsis Foundation.
https://www.researchgate.net/publication/345016914_The_transition_between_Copper_and_Bronze_Ages_in_Southern_Italy_and_Sicily/figures?lo=1
Pacciarelli, M., T. Scarano, and A. Crispino. 2015. "The transition between the Copper and Bronze Ages in southern Italy and Sicily," in 2200 BC – A climatic breakdown as a cause for the collapse of the old world?, 7th Archaeological Conference of Central Germany October 23–26, 2014 in Halle (Saale), Berlin, pp. 253-282.
https://www.researchgate.net/publication/330598080_Turek_J_2013_Echoes_and_Traditions_of_the_Bell_Beaker_Phenomenon_In_From_Copper_to_Bronze_Cultural_and_Social_Transformations_at_the_Turn_of_the_3rd2nd_Millennia_BC_in_Central_Europe_Gewidmet_PhDr_VacTurek, J. 2013. "Echoes and Traditions of the Bell Beaker Phenomenon," in From Copper to Bronze. Cultural and Social Transformations at the Turn of the 3rd/2nd Millennia B.C. in Central Europe, pp. 9-23.
https://www.academia.edu/14482542/The_Early_Bronze_Age_in_the_Maltese_Islands
Cazzella, A., and G. Recchia. 2015. "The Early Bronze Age in the Maltese Islands," in The late prehistory of Malta: essays on Borġ in-Nadur and other sites, ed. D. Tanasi and N. C. Vella, Oxford, pp. 139-159.
https://library.oapen.org/handle/20.500.12657/25082
Trump, D. H. 1966.
Skorba, Oxford.
https://www.um.edu.mt/library/oar/bitstream/123456789/9357/1/Cultural%20contacts%20and%20mobility%20between%20the%20south%20central%20Mediterranean.pdf
Cazzella, A., A. Pace and G. Recchia. 2007. "Cultural contacts and mobility between the south central Mediterranean and the Aegean during the second half of the 3rd millennium BC," in Mediterranean crossroads, ed. S. Antoniadou and A. Pace, Athens: Pierides Foundation, pp. 243-260.
https://www.um.edu.mt/library/oar/handle/123456789/7813
Bonanno, A. 1991. "Tarxien and the Xaghra Circle. Their Place in Mediterranean Proto-History," pp. 681-693.
https://www.researchgate.net/publication/348184137_Dating_Maltese_prehistory
McLaughlin, T. R., W. Parkinson, P. J. Reimer, C. Ann Tuke Malone. 2020. “Dating Maltese prehistory,” in Temple places: Excavating cultural sustainability in prehistoric Malta (Volume 2 of Fragility and Sustainability – Studies on Early Malta, the ERC-funded FRAGSUS Project), pp. 27-38.
https://osf.io/6m5yh/download/?format=pdf
Huw S. Groucutt, H. S., W. C. Carleton, K. Fenech, R. Gauci, R. Grima, E. M. L. Scerri, M. Stewart, N. Vella. 2021. "The 4.2 ka event and the end of the Maltese ‘Temple Period’," vEGU21, the 23rd EGU General Assembly, held online 19-30 April, 2021, id.EGU21-10760.
https://www.academia.edu/2964333/Malta_Sicily_Aeolian_Islands_and_Southern_Italy_during_the_Bronze_Age_The_meaning_of_a_changing_relationship?email_work_card=titleRecchia, G., A. Cazzella. 2013. "Malta, Sicily, Aeolian Islands and Southern Italy during the Bronze Age: The meaning of a changing relationship," in Exchange Networks and Local Transformations. Interaction and local change in Europe and the Mediterranean from the Bronze Age to the Iron Age, ed. M. E. Alberti and S. Sabatini, Oxford: Oxbow Books, pp. 80-91.
https://www.academia.edu/37543505/Permeable_boundaries_in_the_late_3rd_millennium_BC_Central_Mediterranean_contacts_and_mobility_between_the_Balkans_Greece_southern_Italy_and_MaltaRecchia, G., A. Cazzella. 2017. "Permeable boundaries in the late 3rd millennium BC Central Mediterranean: contacts and mobility between the Balkans, Greece, southern Italy and Malta," in
ΕΣΠΕΡΟΣ / Η ESPEROS.
The Aegean seen from the West (
Aegaeum 41), ed. M. Fotiadis, R. Laffineur, Y. Lolos, and A. Vlachopoulos, Leuven / Liège, pp. 93-104.
Abell, N. D. 2008. "The Role of Malta in Prehistoric Mediterranean Exchange Networks" (thes. Univ. of Cincinnati).
https://www.academia.edu/4057436/_2013_V_Heyd_Europe_2500_to_2200_BC_Between_Expiring_Ideologies_and_Emerging_Complexity_In_The_Oxford_Handbook_of_the_European_Bronze_Age_Ed_by_H_Fokkens_and_A_Harding_Oxford_University_Press_p_47_67
Heyd, V. 2013. "Europe 2500 to 2200 BC: Between Expiring Ideologies and Emerging Complexity," in The Oxford Handbook of the European Bronze Age, ed. H. Fokkens & A. Harding, (Oxford: University Press), pp. 47-67.
https://www.aegeussociety.org/wp-content/uploads/2018/05/Hielte-2004.pdf
Hielte, M. 2004."Sedentary versus Nomadic Life-Styles. The ‘Middle Helladic People’ in southern Balkan (late 3rd & first Half of the 2nd Millennium BC)," Acta Archaeologica 75, pp. 27–94.
http://old.uoi.gr/files/news/attachments/7934.pdf
Ballan, E. 2017. "The decorated pottery of the Adriatic and Western Balkan Areas in the last quarter of the 3rd millennium B.C.: continuity, discontinuity and suggestion of dating," in ΕΣΠΕΡΟΣ / ΗESPEROS. The Aegean seen from the West (Aegaeum 41), ed. M. Fotiadis, R. Laffineur, Y. Lolos, A. Vlachopoulos, Leuven – Liège, pp. 235-243.
https://www.academia.edu/41139315/Gori_M_Amicone_S_Podrug_E_Recchia_G_Rambach_J_Tomas_H_%C5%A0uta_I_2019_Characterising_Cetina_Pottery_Technology_Comparing_Pottery_Making_Recipes_in_the_Late_3rd_Millennium_BC_Central_Mediterranean_Poster_presented_at_EMAC_Barcelona_16_18_9_2019
Gori, M., S. Amicone, E. Podrug, G. Recchia, J. Rambach, H. Tomas, I. Šuta. 2019. "Characterising Cetina Pottery Technology. Comparing Pottery Making Recipes in the Late 3rd Millennium BC Central Mediterranean," Poster presented at EMAC, Barcelona, 16.-18.9.2019.
https://www.academia.edu/25603720/2017_Akis_Tsonos_Albania_meets_the_Aegean_The_West_Mainland_Koine_Revisited_in_Fotiadis_M_Laffineur_R_Lolos_Y_Vlachopoulos_A_eds_%CE%95%CE%A3%CE%A0%CE%95%CE%A1%CE%9F%CE%A3_HESPEROS_The_Aegean_Seen_from_the_West_16th_International_Aegean_Conference_University_of_Ioannina_18_21_May_2016_Aegaeum_41_327_338?auto=download&email_work_card=download-paper
Tsonos, A. 2017. "Albania meets the Aegean: The West Mainland Koine Revisited", in ΕΣΠΕΡΟΣ/HESPEROS. The Aegean Seen from the West (Aegaeum 41), ed. M. Fotiadis, R. Laffineur, Y. Lolos, A. Vlachopoulos, Leuven – Liège, pp. 327-338.
https://www.jstor.org/stable/26573007
Katsonopoulou, D., and S. Katsarou. 2017. “Mainland Cosmopolitanism and the Rise of Personal Prestige. New Evidence from the Coastal Early Helladic Town of Helike, NW Peloponnese, Greece” The Annual of the British School at Athens 112, pp. 1-32.
http://uu.diva-portal.org/smash/record.jsf?searchId=1&pid=diva2:169578
Weiberg, E. 2007. "Thinking the Bronze Age. Life and Death in Early Helladic Greece (Acta Universitatis Upsaliensis. Boreas. Uppsala Studies in Ancient Mediterranean and Near Eastern Civilizations 29)" (diss. Uppsala Univ.).
Berger, D., J. S. Soles, A. R. Giumlia-Mair, G. Brügmann, E. Galili, N. Lockhoff, E. Pernicka. 2019. “Isotope systematics and chemical composition of tin ingots from Mochlos (Crete) and other Late Bronze Age sites in the eastern Mediterranean Sea: An ultimate key to tin provenance?” PLoS ONE 14 (6): e0218326.
Doumas, C. 1996. "The emergence of central authority in the Aegean," in The Development of Urbanism from a Global Perspective, ed. Paul Sinclair, <https://www.arkeologi.uu.se/digitalAssets/483/c_483244-l_3-k_doumas.pdf> (4 January 2022).
https://www.academia.edu/39161794/AEGEAN_AND_CYPRUS_IN_THE_EARLY_HOLOCENE_BROTHERS_OR_DISTANT_RELATIVES
Katsarou-Tzeveleki, S. 2001. “Aegean and Cyprus in the Early Holocene: Brothers or Distant Relatives?,” MAA I (1), pp. 43-55.
https://www.science.org/doi/10.1126/sciadv.aax0997
Carter, T. et al. 2019. "Earliest occupation of the Central Aegean (Naxos), Greece: Implications for hominin and Homo sapiens' behavior and dispersals" Sciences Advances 5 (10), pp. 1-9.
Sampson, A. 2005. “New evidence from the early productive stages in the Aegean (9th-7th mil. BC),” in Proceedings of the International workshop “How did farming reach Europe”, ed. C. Lichter, pp. 131-141.
https://www.cambridge.org/core/journals/anatolian-studies/article/hittites-ottomans-and-turks-agaoglu-ahmed-bey-and-the-kemalist-construction-of-turkish-nationhood-in-anatolia/A28ADAAB5DB3E8A6983974CE4B5D7C02
Can Erimtan 2008. "Hittites, Ottomans and Turks: Ağaoğlu Ahmed Bey and the Kemalist construction of Turkish nationhood in Anatolia," AnatSt 58, pp. 141-171.
https://depot.ceon.pl/bitstream/handle/123456789/18001/Ahhiyawa_and_Danu_na_Greek_ethnic_groups.pdf?sequence=1
Oreshko, R. 2018. "Ahhiyawa - Danu(na). Aegean ethnic groups in the Eastern Mediterranean in the Light of Old and New Hieroglyphic-Luwian Evidence," in Change, Continuity, and Connectivity. North-Eastern Mediterranean at the turn of the Bronze Age and in the early Iron Age, ed. Ł. Niesiołowski-Spanò and M. Węcowski, Wiesbaden, pp. 23-56.
https://www.sidestone.com/books/labouring-with-large-stones
Yannick Boswinkel. 2021. Labouring with large stones: A study into the investment and impact of construction projects on Mycenaean communities in Late Bronze Age Greece, Leiden.
https://www.academia.edu/36491315/A_Prospectus_of_Hittite_Art_Based_on_the_State_of_our_Knowledge_at_the_Beginning_of_the_3rd_Millennium_AD
Özyar, A. 2006. "A Prospectus of Hittite Art Based on the State of our Knowledge at the Beginning of the 3rd Millennium AD," in BYZAS 4 (Structuring and dating in Hittite archaeology. Requirements – Problems – New approaches, Internationaler Workshop, Istanbul, 26–27. November 2004), ed. D. P. Mielke, U.-D. Schoop, J. Seeher, pp. 125-148.
https://www.archetai.gr/images/pdfs/ergon/Publ_ERGON_2015.pdf
Πετράκου, Β. Χ. 2016. Το έργον της Αρχαιολογικής εταιρείας κατά το 2015, Αθήνα.
https://scholarlypublications.universiteitleiden.nl/access/item%3A3277906/view
Waal, W. J. I. 2021. “Distorted Reflections? Writing in the Late Bronze Age Aegean in the Mirror of Anatolia,” in Culture and History of the Ancient Near East, ed. M. Bianconi, Leiden/Boston, pp. 197-232. Brill. doi:10.1163/9789004461598_011
Mumford, G. 2019. "The Archaeology of the East Mediterranean (mainly Ancient Greece and Turkey/Anatolia)," spanning Middle Bronze Age through Late Bronze Age, ca. 2000-1200 BCE Minoans, Myceaneans, Troy, Hittites, and Sea Peoples, PPT PRESENTATION, <https://www.academia.edu/39656273/PPT_PRESENTATION_The_Archaeology_of_the_East_Mediterranean_mainly_Ancient_Greece_and_Turkey_Anatolia_spanning_Middle_Bronze_Age_through_Late_Bronze_Age_ca_2000_1200_BCE_Minoans_Myceaneans_Troy_Hittites_and_Sea_Peoples_by_G_Mumford_108_slides_> (by G. Mumford; 108 slides) (10 Feb. 2024)
https://www.academia.edu/1442436/Les_enregistrements_de_chars_%C3%A0_Ougarit_et_dans_le_monde_myc%C3%A9nien_approche_comparative_sur_ladministration_au_Bronze_r%C3%A9cent
Rougemont, F. & J. P. Vita. 2010. “Les enregistrements de chars à Ougarit et dans le monde mycénien: Approche comparative sur l’administration au Bronze Récent,” in Society and Administration at Ancient Ugarit: Papers Read at a Symposium in Leiden, ed. W. H. van Soldt, Leiden, pp. 123-150.
https://www.academia.edu/115913897/The_BICS_Mycenaean_Seminar_2016_17
Dickinson, O. 2017. "The Use and Abuse of the Ahhiyawa Texts," BICS (Bulletin of the Institute of Classical Studies 2016–17, The Mycenaean Seminar), p. 4.
https://mega.nz/file/hA4XhSSJ#tXHl8E_CNI_E8pgHQH4c5q8FMwHjwuFlkR1yV0HKgzY
Bryce, T. 2024. Hattusili, the Hittite Prince Who Stole an Empire. Partner and Rival of Ramesses the Great, Blumsburry.
ΠΛΕΟΝ ΠΡΟΣΦΑΤΟΣ ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ - ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: 211124
DOI: 10.13140/RG.2.2.30977.99688