DIONYSOS, DRAMA AND BUDDHISM: ASSIMILATION AND HYBRIDIZATION ..
Dionysos
Δεν αμφισβητείται ότι στοιχεία της Διονυσιακής λατρείας εμφανίζονται και μάλιστα άφθονα στην Ασία από την Αλεξανδρινή περίοδο και ακολούθως, παραμένει όμως ανοικτό προς συζήτηση το ερώτημα σε ποιό βαθμό και σε ποιές περιπτώσεις αυτή η εξωτερική παρουσία Διονυσιακών στοιχείων συνοδευόταν από το αντίστοιχο συμβολικό περιεχόμενο ή αποτελούσε απλώς διακοσμητικό στοιχείο χωρίς αντίκρυσμα[7_204].. Στην Κίνα, ειδικώτερα, η εισαγωγή του Βουδισμού με όχημα την Γανδαρίτιδα τέχνη χαρακτηρίσθηκε - παρερχομένου του χρόνου - από μίαν απομείωση του συμβολικού αντικρύσματος Διονυσιακών μορφών και θεμάτων, από εκκοσμίκευση και, τελικώς, απώλεια των θρησκευτικών συσχετίσεών τους. Χαρακτηριστική είναι σχετικά η περίπτωση των Ατλάντων[7_205] της Γανδαρίτιδας οι οποίοι κατέληξαν να φυλάσσουν τους τάφους των Κινέζων λαϊκών, αλλά και αυτή της Νίκης – Apsara, θηλυκού πνεύματος των νεφών και των υδάτων στo Ινδουιστικό και Βουδιστικό ιδίωμα, η οποία κατέληξε στην ουράνια Κινεζική θεότητα Feitian για να αφομοιωθεί τελικά στα πλαίσια της Νεστοριανής εκκλησίας κατά την περίοδο της δυναστείας Yuan.[7_206]
Πέραν της Διονυσιακής εικονογραφίας, όμως, η οποία κατά γενικήν ομολογία επηρέασε την Ασιατική τέχνη της περιόδου, ιδιαίτερα δε της Γανδαρίτιδας, η επιρροή του Διονυσιακού δράματος έχει μερικώς μόνον αναλυθεί και η όποια Ελληνιστική επιρροή εκεί εμφανίζεται σήμερα ολιγώτερο γνωστή και προφανής. Από τις αρχές της εποχής μας οι Διονυσιακές παραδόσεις και το δράμα υιοθετήθηκαν από τους Βουδιστές της Γανδαρίτιδας με σκοπό την προώθηση των θρησκευτικών πεποιθήσεών τους. Η δημιουργία ενός συνόλου πλαστικών έργων τέχνης τα οποία παρουσίαζαν την ζωή του Βούδα σε αφηγηματική μορφή[7_207] μαζί με το λογοτεχνικό έργο του Ashvaghosha,[7_208] μπορεί να θεωρηθούν ως έκφραση της ίδιας δραματικής μορφής που αναπτύχθηκε σε τοπικό επίπεδο παράλληλα με μια ισχυρή τελετουργική Διονυσιακή παρουσία.[7_209] Έχει υποστηριχθεί μάλιστα ότι οι καλλιτέχνες της Gandhāra μας προσέφεραν μία λογοτεχνική αφήγηση επί λίθου θέτοντας το μέσον αυτό στην υπηρεσία κειμένων.[7_210] Η οργάνωση των αναγλύφων, η ακολουθία των απεικονιζόμενων εκεί σκηνών καθώς και η πρόσληψη κάθε εικόνας - στιγμιοτύπου δείχνουν ότι η ζωή του Βούδα στην τέχνη της Gandhara συνελήφθη με όρους δραματικής αποδόσεως.[7_211] Προς επίρρωση, μάλιστα, της δραματικής αυτής προσεγγίσεως Ελληνικού ύφους σημειώνουμε ότι κάθε σκηνή – στιγμιότυπο από την ζωή του Βούδα παρουσιαζόταν πλαισιωμένη από κίονες και Κορινθιακά κιονόκρανα, παραπέμποντας στην σκηνή των Ελληνιστικών θεάτρων.
Fragment of a Vessel with a Dionysian Scene, 1st century
Pakistan (ancient region of Gandhara, MET Accession Number:2000.284.15)
Σύμφωνα με τους Brancaccio and Liu[7_212] τα παριστώμενα επεισόδια ζωής επικεντρώνονται στην παρουσίαση της δραματικής δράσεως του Βούδα, όπως αυτά προορίζονταν να ιδωθούν με δυναμικό τρόπο από τους προσκυνητές που περιδιάβαιναν την στούπα. Η τελευταία φαίνεται έτσι να λειτουργεί ως μια σκηνή όπου παρουσιάζεται η ζωή του Βούδα εκτυλισσόμενη στον χρόνο. Επιπλέον, η εικονογραφία των βαθμίδων[7_213] οι οποίες διακοσμούν πολλά ιερά της Gandhara, περιλαμβάνουσα σκηνές οινοποσίας καθώς και μουσικο – χορευτικές, αναφέρεται ρητά σε Διονυσιακές τελετουργίες που ελάμβαναν χώρα στον Ελληνιστικό κόσμο πριν από δραματικές παραστάσεις. Τα αρχαιολογικά και καλλιτεχνικά τεκμήρια όπως και οι γραπτές πηγές που συνδυάζονται εδώ δείχνουν ότι ο Βουδισμός έδωσε στην Διονυσιακή παράδοση και το δράμα ένα νέο νόημα. Ενώ οι Βουδιστές ιερείς υιοθέτησαν την θεατρική γλώσσα προκειμένου να διαδώσουν τις δικές τους ιδέες, αυτοί ιδιαίτερα της Γανδαρίτιδας συνέβαλαν παράλληλα στην ανάπτυξη του ινδικού θεάτρου.
Helios with a radiate halo driving his chariot (Ilion, 4th century BC; Pergamon Museum)
Relief showing Helios, sun god in the Greco-Roman mythology. From the North-West pediment of the temple of Athena in Ilion (Troy). Between the first quarter of the 3rd century BC and 390 BC. Marble, 85,8 x 86,3 cm. Found during the excavations lead by Heinrich Schliemann in 1872, now in the Pergamon-Museum in Berlin, Germany.
Άλλωστε το Ινδικό θέατρο οφείλει πολλά στην επαφή του με τον Ελληνικό πολιτισμό στην κλασική ή και την Ελληνιστική εκδοχή του. Παραμένοντας στις εξωτερικές ομοιότητες σημειώνουμε ότι στο Σανσκριτικό δράμα Vikramorvasie (ή Ο Ήρως και η Νύμφη) του κορυφαίου Kalidasa οι Έλληνες αναφέρονται ως μισθοφόροι ενώ οι Ελληνίδες ομοίως διαπρέπουν ως ανακτορικοί φύλακες,[7_214] πραγματοποιώντας έτσι μιαν οπτικοποίηση του λόγου, για την οποία ο Σιμωνίδης ο Κείος είχε χαρακτηριστικά σημειώσει κατά τον έκτο / πέμπτο αι. π.Χ. (Plut. De Gloria 346f):
.. ὁ Σιμωνίδης τὴν μὲν ζωγραφίαν ποίησιν σιωπῶσαν προσαγορεύει, τὴν δὲ ποίησιν ζωγραφίαν λαλοῦσαν. ἃς γὰρ οἱ ζωγράφοι πράξεις ὡς γιγνομένας δεικνύουσι, ταύτας οἱ λόγοι γεγενημένας…
Από την άλλη ο Ινδικός όρος για την αυλαία / πέτασμα, Yavanika, έχει ερμηνευθεί ως ‘το Ελληνικό πράγμα’, αν και εδώ υπάρχουν αμφισβητήσεις.[7_215] Ομοιότητες έχουν εντοπισθεί όσον αφορά στην δομή του Σανσκριτικού δράματος η οποία φαίνεται επηρεασμένη από την Ελληνιστική Νέα Κωμωδία και τις καινοτομίες του Μενάνδρου.[7_216] Το έργο Nāṭya Śāstra, Σανσκριτικό κείμενο του Bharata Muni σχετικό με το θέαμα, περιλαμβάνει περιγραφή των χαρακτήρων των έργων, κατ’ αναλογίαν προς το περίπου σύγχρονο Ονομαστικόν του Πολυδεύκη![7_217] Στο θέατρο Kutiyattam,[7_218] γίνεται χρήση πετάσματος του οποίου η ύπαρξη αποσκοπούσε στην απόκρυψη της εισόδου στην σκηνή κεντρικών χαρακτήρων, κατ’ αναλογίαν προς τον Ελληνιστικό σίπαρον ο οποίος υιοθετείτο στον μίμο[7_219] και εθεωρείτο ως η θύρα των ηθοποιών.[7_220] Η αφηγηματική προσέγγιση η οποία ακολουθείται στην πλαστική απεικόνιση σκηνών της ζωής του Βούδα εμφανίζει χαλαρή ομοιότητα με την ανάλογη προσέγγιση σε Ελληνιστικά γλυπτά όπως αυτό της ζωοφόρου του Τηλέφου από τον βωμό της Περγάμου,[7_221] ή το ιερό του Απόλλωνος στην Χρύσα και της χθονίας Εκάτης στην Λαγίνα της Καρίας,[7_222] τα οποία όμως ανήκουν στην κατηγορία του συνεχούς αφηγηματικού ύφους, χωρίς τις διακριτές Βουδιστικές σκηνές.
.. ὁ Σιμωνίδης τὴν μὲν ζωγραφίαν ποίησιν σιωπῶσαν προσαγορεύει, τὴν δὲ ποίησιν ζωγραφίαν λαλοῦσαν. ἃς γὰρ οἱ ζωγράφοι πράξεις ὡς γιγνομένας δεικνύουσι, ταύτας οἱ λόγοι γεγενημένας…
Hutin’s drawing is an allegorical celebration of academic artistic training. The words UT PICTURA POESIS engraved on the stone tablet translate “as is painting, so is poetry.” Classical figures throughout the grand hall discuss their work as they practice different methods of making images. In the foreground, putti sculpt a portrait bust of Louis XV; behind them artists practice drawing a nude model. Among the sculptures in the room are the Farnese Hercules and the Venus de’ Medici, both famous Roman marbles in Italy, where Hutin trained from 1737 to 1742. In the upper right, Fame flies with trumpets above Minerva, the patron goddess of the arts, holding a paintbrush and palette as she drives out Ignorance and Envy.
Από την άλλη ο Ινδικός όρος για την αυλαία / πέτασμα, Yavanika, έχει ερμηνευθεί ως ‘το Ελληνικό πράγμα’, αν και εδώ υπάρχουν αμφισβητήσεις.[7_215] Ομοιότητες έχουν εντοπισθεί όσον αφορά στην δομή του Σανσκριτικού δράματος η οποία φαίνεται επηρεασμένη από την Ελληνιστική Νέα Κωμωδία και τις καινοτομίες του Μενάνδρου.[7_216] Το έργο Nāṭya Śāstra, Σανσκριτικό κείμενο του Bharata Muni σχετικό με το θέαμα, περιλαμβάνει περιγραφή των χαρακτήρων των έργων, κατ’ αναλογίαν προς το περίπου σύγχρονο Ονομαστικόν του Πολυδεύκη![7_217] Στο θέατρο Kutiyattam,[7_218] γίνεται χρήση πετάσματος του οποίου η ύπαρξη αποσκοπούσε στην απόκρυψη της εισόδου στην σκηνή κεντρικών χαρακτήρων, κατ’ αναλογίαν προς τον Ελληνιστικό σίπαρον ο οποίος υιοθετείτο στον μίμο[7_219] και εθεωρείτο ως η θύρα των ηθοποιών.[7_220] Η αφηγηματική προσέγγιση η οποία ακολουθείται στην πλαστική απεικόνιση σκηνών της ζωής του Βούδα εμφανίζει χαλαρή ομοιότητα με την ανάλογη προσέγγιση σε Ελληνιστικά γλυπτά όπως αυτό της ζωοφόρου του Τηλέφου από τον βωμό της Περγάμου,[7_221] ή το ιερό του Απόλλωνος στην Χρύσα και της χθονίας Εκάτης στην Λαγίνα της Καρίας,[7_222] τα οποία όμως ανήκουν στην κατηγορία του συνεχούς αφηγηματικού ύφους, χωρίς τις διακριτές Βουδιστικές σκηνές.
A side stair riser depicting an Ichtyo-Centaur, also considered as a Buner relief (Gandhara relief, Victoria and Albert Museum)
Από την Gandhara προέρχεται αξιομνημόνευτο θραύσμα αριστουργηματικού λίθινου αγγείου της πρώιμης Βουδιστικής περιόδου. Αυτό περιλαμβάνει ανάγλυφη παράσταση του Διονύσου συνοδεία της Αριάδνης και Μαινάδος,[7_223] τιθέμενη εμπρός από το χαρακτηριστικό υφασμάτινο πέτασμα που εχρησιμοποιείτο στο Ελληνιστικό θέατρο ως αυλαία![7_224] Τα διακοσμητικά στοιχεία, η εικονογράφηση και το ύφος με το οποίο έχει κατασκευαστεί το τροχήλατο αγγείο παραπέμπουν άμεσα στα κλασικά υποδείγματα.[7_225] Αξιοσημείωτη είναι η ερμηνεία η οποία δίδεται για τoν συμβολισμό του προαναφερθέντος πετάσματος ως στοιχείου το οποίο αποκαλύπτει αυτό που ήταν κρυμμένο,[7_226] δηλαδή την ακολουθούσα σκηνή, ή ό,τι άλλο μπορεί να υπονοηθεί μεταφορικά! Η σημασία του τεκμηρίου και η αιτία αναφοράς του εδώ έγκειται στο γεγονός ότι ενσωματώνει συνδυαστικά σειρά χαρακτηριστικών τα οποία αναλύθηκαν ανωτέρω: (α) την υιοθέτηση Ελληνιστικών και μάλιστα Διονυσιακών θεμάτων, (β) την παράλληλη παρείσφρηση οικείων στοιχείων του δράματος (πέτασμα), (γ) την χρήση των ανωτέρω προκειμένου να εκπεμφθούν / διαδοθούν νοήματα θρησκευτικού / φιλοσοφικού χαρακτήρα, άπαντα στοιχεία με έντονη την Ελληνική σφραγίδα και πνοή αλλά σε Βουδιστικό περιβάλλον!
NOTES
7_204. Τεχνουργήματα της δυναστείας Sui (581-618), όπως κεραμεική κάμηλος από την Xi'an (Zhao Xu 2018), αλλά και της Tang αργότερα, εκτιμάται ότι συνιστούν διακοσμητικά θέματα χωρίς ιδιαίτερες εννοιολογικές ή συμβολικές συσχετίσεις.
7_205. Wannaporn Rienjang and Stewart 2019, p. 157, fig. 14.
7_206. Yang 2019.
7_207. Behrendt 2007, pp. 32-45.
7_208. Ο Aśvaghoṣa ή Ashvaghosha (80 - 150 μ.Χ.) υπήρξε Ινδός Βουδιστής φιλόσοφος, δραματουργός, ποιητής και ρήτορας, θεωρείται δε ο πρώτος δραματουργός και πατέρας του Σανσκριτικού δράματος. Περιλαμβάνεται μεταξύ των κορυφαίων της Σανσκριτικής δραματουργίας, μαζύ με τον Kalidasa, συνέγραψε δε το έργο Buddhacharita (Πράξεις του Βούδα) όπου αφηγείται την ζωή του διανοητή. Αναφέρεται η ύπαρξη και άλλου δράματος του ιδίου υπό τον τίτλο Sariputra-Prakarana, μη μνημονευόμενου αλλού, του οποίου ευρέθησαν αποσπάσματα στο Turfan (Puri 1993, p. 178, n. 8).
7_209. Brancaccio and Liu 2009.
7_210. Irwin 1981, p. 633. Αναφέρεται από τον Taddei (Taddei 2015, p. 36).
7_211. Brancaccio and Liu 2009.
7_212. Brancaccio and Liu 2009.
7_213. Βαθμίδα είναι το σχεδόν κατακόρυφο στοιχείο κλίμακας, το οποίο καλύπτει το διάστημα μεταξύ ενός βήματος και του επομένου. Διακοσμημένες βαθμίδες χρησιμοποιήθηκαν εκτενώς στην Ελληνο - Βουδιστική τέχνη της Gandhara, για να σχηματίσουν το βάθρο σε μικρά λατρευτικά ιερά. Χαρακτηριστικά παραδείγματα από το ιερό του Chakhil-i-Ghoundi φυλάσσονται στο Μουσείο Guimet. Η αρχαιολογική έρευνα από την Ιταλική Αρχαιολογική Αποστολή (IsMEO) στο ιερό Butkara αποδεικνύει ότι οι βαθμίδες (stair riser) κατά την εποχή του Ινδο - Ελληνικού βασιλείου διακοσμούνταν συχνά με Βουδιστικές σκηνές, ενώ δεν έλειπαν και τα καθαρώς Ελληνιστικά θέματα θαλασσίων τεράτων κ.ά.
7_214. Free 1981, p. 83, n. 12.
7_215. Free 1981, p. 84, n. 18; Stoneman 2019, p. 412.
7_216. Free 1981, p. 83, n. 15.
7_217. Stoneman 2019, p. 412, n. 31. Βλ. επίσης σημ. 6_60.
7_218. Σανσκριτικό θέατρο, το οποίο παίζεται στην Kerala και συνιστά μια από τις παλαιότερες θεατρικές παραδόσεις της Ινδίας. Με ιστορία τουλάχιστον δύο χιλιάδων ετών το Kutiyattam αντιπροσωπεύει μια σύνθεση του Σανσκριτικού κλασικισμού και των τοπικών παραδόσεων της Kerala.
7_219. Ο μῖμος είναι ένα θεατρικό είδος λαϊκής προελεύσεως και αυτοσχεδιαστικού χαρακτήρα που γεννήθηκε στη Μεγάλη Ελλάδα (Σικελία) τον πέμπτο αι. παράλληλα με τη Σικελική κωμωδία.
7_220. Free 1981, p. 85.
7_221. Taddei 2006, p. 46.
7_222. Webb 1996, p. 36.
7_223. Behrendt 2007, p. 30, cat. nr. 29. Το τεκμήριο φυλάσσεται στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης (Samuel Eilenberg Collection, Bequest of Samuel Eilenberg, Ac. Nr. 2000.284.15).
7_224. Bryson 1990, pp. 180-181, n. 17. Τα υφάσματα αυτά εχρησιμοποιούντο ως ένα είδος αυλαίας, χωρισμένης στα τρία, η οποία έπεφτε κάτω από το προσκήνιο μέσω σχισμής στο ξύλινο δάπεδο του λογείου, αποκαλύπτοντας την πρόσοψη της σκηνής. Ο χειρισμός της μπορούσε να γίνεται αθέατα κάτω από το προσκήνιο, καθώς τα μετακιόνια του καλύπτονταν από πίνακες. Παράβαλε το πέτασμα από την Αίγυπτο του τρίτου αι. το οποίο φυλάσσεται στο The Cleveland Museum of Art υπό αρ. CMA.1975.6 (Brancaccio and Liu 2009, n. 55). Το πέτασμα αυτό φέρει εικόνα Σατύρου με Μαινάδα κάτω από αψίδα υποστηριζόμενη από κίονες με Κορινθιακά κιονόκρανα, παρουσιάζοντας εκπληκτική ομοιότητα με την εικονογραφία ζευγαριών που συχνά απεικονίζονται κάτω από τις αψίδες στην Γανδαρίτιδα τέχνη.
7_225. Lerner and Kossak 1991, pp. 66-67, cat. nr. 27.
7_226. Smith 1875, p. 1046; Allardyce, N. 1931, pp. 105-106. Το siparium (σίπαρος) ήταν ένα κομμάτι πετάσματος φερόμενο επί πλαισίου, το οποίο ανυψωνόταν έμπροσθεν της σκηνής του θεάτρου (Festus, s.v.; Cic. Prov.Cons. 6; Juv. 8.186) και, αντίθετα με την πρακτική μας, αφαιρείτο όταν ξεκινούσε η παράσταση. O σίπαρος, επομένως, αποκρύπτει τους μίμους μέχρι την έναρξη της παραστάσεως, βλ. Free (Free 1981, p. 85, n. 21).
Βλ. το βιβλίο Ο ΚΙΝΕΖΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ, διατιθέμενο από την lulu.com και τον συγγραφέα (omada5a3@gmail.com)
τελευταία ενημέρωση - βελτίωση - εμπλουτισμός: 13.12.2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου